Δευτέρα, 13 Μαϊος 2024 22:13

Η μάχη της Καλαμάτας και η συλλογική μνήμη

Στη φωτογραφία Βρετανοί αιχμάλωτοι στο λιμάνι της Καλαμάτας – Από ανάρτηση στο WW2 Greek Veterans and Campaigns.

Στη φωτογραφία Βρετανοί αιχμάλωτοι στο λιμάνι της Καλαμάτας – Από ανάρτηση στο WW2 Greek Veterans and Campaigns.

 

Εκλεισαν 83 χρόνια φέτος από τη μάχη της Καλαμάτας που έγινε στις 28 Απριλίου 1941 ανάμεσα στους άνδρες του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος που προσπαθούσαν να επιβιβαστούν σε πλοία για να απομακρυνθούν από την ηπειρωτική Ελλάδα και τους Γερμανούς που έκαναν προέλαση.

Μια μάχη που “μπήκε στη ζωή της πόλης” όταν το 1994 η Αδελφότητα των Απομάχων της Ελληνικής Εκστρατείας, μετά από ενέργειες του τότε προέδρου της Εντουιν Χόρλιγκτον σε συνεργασία με τον αείμνηστο Νίκο Ι. Ζερβή και το Δήμο Καλαμάτας, τοποθέτησε στη νοτιοδυτική γωνία του Πάρκου Σιδηροδρόμων μνημείο για τους πεσόντες κατά τη μάχη που έγινε στις 28 Απριλίου 1941. Εκεί που θα πραγματοποιηθεί αύριο η ετήσια εκδήλωση μνήμης που οργανώνεται από τότε. Ενώ σήμερα το απόγευμα θα πραγματοποιηθεί η παρουσίαση της ιστορίας στο Πολεμικό Μουσείο.

Με τα γεγονότα να είναι άγνωστα σε πολλούς συμπατριώτες ακόμη και σήμερα, πριν από 3 χρόνια αναρτήθηκε στο eleftheriaonline.gr και διατίθεται δωρεάν ένα βιβλίο που ετοίμασα με συλλογή κειμένων (με τη σημαντική βοήθεια του καλού συνάδελφου Βασίλη Μπακόπουλου) που επιχειρούν να φωτίσουν την ιστορία από διάφορες πλευρές, ως συμβολή στην προσπάθεια να καταστεί το γεγονός αυτό στοιχείο της συλλογικής μνήμης. Μια υπόθεση η οποία στηρίζεται πλέον από όλο και περισσότερες πλευρές και κάθε χρόνο βρίσκονται διάφοροι τρόποι ώστε να προβληθεί πέρα από την ετήσια επανάληψη της τελετής μνήμης. Εισαγωγικά σε αυτό το βιβλίο, επιχειρώ να εξηγήσω τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν στον “κύκλο της σιωπής” για μια τόσο σημαντική στιγμή της τοπικής ιστορίας αλλά και της ιστορίας χιλιάδων οικογενειών από τις χώρες της πρώην Βρετανικής Κοινοπολιτείας. Και σημειώνω μεταξύ των άλλων:

Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες και ασφαλώς κρύβουν έναν υποκειμενισμό στη θεώρηση των πραγμάτων. Κάποιες σκέψεις λοιπόν:

1. Η μεγάλη πλειοψηφία των Καλαματιανών απομακρύνθηκε από την πόλη εξαιτίας των βομβαρδισμών και του φόβου ότι θα υπάρχει ευρεία πολεμική επιχείρηση. Ετσι δεν υπήρχε εικόνα σχετικά με τα πραγματικά γεγονότα. Αυτοί που κυκλοφόρησαν την επόμενη μέρα στην πόλη και είδαν ή άκουσαν πλευρές της ιστορίας ήταν ελάχιστοι. Οι περισσότεροι είτε περίμεναν να μάθουν τα νέα για να κατέβουν στην πόλη από σπηλιές, κτήματα και χωριά, είτε όταν έφτασαν έσπευσαν να κλειστούν στα σπίτια τους στο θέαμα των πάνοπλων Γερμανών.

2. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην “εγγραφεί” στη συλλογική μνήμη ως ένα σημαντικό γεγονός, αλλά ως ένα από τα πολλά περιστατικά εκείνης της εποχής.

3. Σημαντικό για το “κενό μνήμης” είναι το γεγονός ότι το πιο “ζωντανό” κομμάτι του ανδρικού πληθυσμού ήταν καθ’ οδόν προς την πόλη μετά τη συνθηκολόγηση και δεν είχε εικόνα σχετικά με αυτά που είχαν συμβεί στην πόλη, δεν είχαν μνήμες σε αντίθεση με τη δική τους μνήμη από τον πόλεμο με τους Ιταλούς, τις μάχες, τα κρυοπαγήματα, το θάνατο συμπολεμιστών, τη συνθηκολόγηση, την επιστροφή με τα πόδια.

4. Στους μικρότερους στην ηλικία ήταν λογικό να αποτυπωθούν μόνον τα γεγονότα της φυγής, ενώ όταν επέστρεψαν η πόλη είχε “κρύψει” τις μεγάλες πληγές και η ιστορία φάνταζε ως μια “επικίνδυνη στιγμή” που πέρασε και επέστρεψαν σπίτι.

5. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθούν τα τραγικά γεγονότα της κατοχής και του εμφυλίου που επισκίασαν τη “λιγοστή μνήμη” εκείνων των ημερών που έμειναν ως ο βομβαρδισμός καθώς ανάμεσα στους Καλαματιανούς παρά τις μεγάλες υλικές ζημιές καταγράφεται ένας νεκρός, ο ανθρακέμπορος Σπύρος Αλατζάς που είχε σπίτι και κατάστημα στη συμβολή Αναγνωσταρά και Εμπορικής Τραπέζης (Αναπλιώτη). Ηταν τόσο δύσκολα τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, που “έσβησαν” και τη μνήμη του μεγάλου βομβαρδισμού του λιμανιού από τους Ιταλούς που έγινε στις 12 Απριλίου του 1941 και είχε 11 νεκρούς.

6. Το μετεμφυλιακό κράτος επικέντρωσε όλη την προσοχή του στις “γιορτές μίσους” και απαγόρευσε ουσιαστικά κάθε συζήτηση και αναφορά στη γερμανική κατοχή που οδηγούσε αναπόφευκτα στη συζήτηση για τη στάση του καθενός και φυσικά των δωσίλογων που εν τω μεταξύ είχαν ενσωματωθεί στον “εθνικό κορμό”.

7. Οι Βρετανοί δεν είχαν κανέναν λόγο να “γιορτάζουν” το γεγονός, άλλωστε ήταν μια αποτυχημένη στρατιωτικά επιχείρηση καθώς αιχμαλωτίστηκαν χιλιάδες στρατιώτες, βυθίστηκαν πλοία και χάθηκαν στη θάλασσα πολλοί από εκείνους που κατάφεραν να διαφύγουν από διάφορα σημεία της Ελλάδας. Ετσι η υπόθεση “ανασύρθηκε” από το ενδιαφέρον που επέδειξαν οι επιζώντες του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος. Είναι απολύτως ενδεικτική η “κατάθεση” του αείμνηστου Εντουιν Χόρλινγκτον που πάντα υποστήριζε ότι η Καλαμάτα ήταν “χειρότερη από τη Δουνκέρκη κατ’ αναλογία με βάση τις απώλειες σε νεκρούς και αιχμαλώτους πολέμου”.

 

 

 

Αυτό το ερμηνευτικό σχήμα εξηγεί γιατί ενώ η πόλη “είχε ξεχάσει” την ιστορία, δεν συνέβη το ίδιο με εκείνους που βρέθηκαν στην Καλαμάτα εκείνες τις ημέρες και τους απογόνους τους. Που “έσπασαν” την επίσημη σιωπή και κράτησαν τη μνήμη εκείνης της μάχης. Κάποιοι έχασαν τη ζωή τους, χιλιάδες κατάφεραν να φύγουν για την Κρήτη και άλλοι τόσοι συνελήφθησαν αιχμάλωτοι πολέμου, ενώ πολλοί περιπλανήθηκαν και κρύφτηκαν από ντόπιους μέχρι να γίνει διαφύγουν με διάφορους τρόπους. Ετσι και σήμερα υπάρχει πολύ πιο ζωηρό ενδιαφέρον στους απογόνους τους για τη μάχη αυτή, το οποίο αποτυπώνεται με διάφορους τρόπους και στο διαδίκτυο. Γεγονός που υποδηλώνει ότι ο Δήμος Καλαμάτας μπορεί και πρέπει να κάνει πολύ περισσότερα πράγματα από το λιτό μνημείο που έχει στηθεί στο Πάρκο Σιδηροδρόμων. Από την πείρα την οποία αποκομίσαμε μαζί με τον καλό φίλο και συνάδελφο Βασίλη Μπακόπουλο τα τελευταία χρόνια, οι άνθρωποι που φτάνουν στην Καλαμάτα θέλουν να δουν πού έγιναν τα γεγονότα τα οποία διάβασαν ή αφηγήθηκαν οι συγγενείς τους. Και νομίζω ότι αυτό μπορεί να γίνει με την τοποθέτηση μικρών ενδεικτικών πινακίδων σε διάφορα σημεία της πόλης, οι οποίες θα αναφέρουν τι έγινε σε εκείνο το σημείο που μπορεί να απεικονίζεται σε φωτογραφίες (υπάρχουν πολλές και διαδοχικές) και σκίτσα εκείνης της εποχής.

 

 

 

Γνωρίζουμε ότι οι άνδρες του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος μπήκαν στην πόλη είτε από τη γέφυρα Σταματελάκη φτάνοντας οδικά, είτε από τη Σιδηροδρομικού Σταθμού καθώς έφτασαν με το τρένο. Ανέβηκαν την Αριστομένους, πέρασαν την 23ης Μαρτίου, έφτασαν στη Λακωνικής και από εκεί διασκορπίστηκαν κάτω από τις ελιές στα Γιαννιτσάνικα. Από εκεί με βάση τις οδηγίες κατέβαιναν προς την ακτή για να απομακρυνθούν. Γνωρίζουμε ακόμη με λεπτομέρειες και χάρτη διαμορφωμένο από Νεοζηλανδούς, πώς και σε ποια σημεία της Παραλίας εξελίχθηκε η μάχη, πού ήταν οι Γερμανοί και πώς κινήθηκαν οι δυνάμεις της Κοινοπολιτείας. Εγραφα και παλαιότερα ότι «η διαδρομή και τα σημεία που προαναφέρθηκαν μπορούν να μπουν με συντεταγμένες σε μια ηλεκτρονική πλατφόρμα που θα περιλαμβάνει τις πληροφορίες και τις φωτογραφίες των πινακίδων. Ετσι ο επισκέπτης θα μπορεί να κάνει μόνος του τη διαδρομή “διαβάζοντας” ή ακούγοντας την ιστορία και ξεκινώντας από το κέντρο να κάνει αν θέλει ολόκληρη τη διαδρομή για να καταλήξει στο μνημείο που βρίσκεται στο λιμάνι. Ιστορία γραμμένη στο δρόμο και αποτυπωμένη ηλεκτρονικά με τρόπο που να είναι προσιτή σε κάθε επισκέπτη. Παράλληλα σε αυτή την πλατφόρμα θα μπορούσαν οι χρήστες να καταθέσουν τις δικές τους οικογενειακές ή φιλικές μαρτυρίες, πλουτίζοντας με την “προφορική ιστορία” ένα σημαντικό γεγονός που ενδιαφέρει και την πόλη και τους επισκέπτες».

 

 

 

Μια ιδέα είναι, μπορεί να υπάρχουν περισσότερες και καλύτερες. Εξάλλου μόνον ειδικός δεν είμαι, υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά πώς μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ απολύτως αναγκαία την επανεξέταση του όλου θέματος από το δήμο, έτσι ώστε η υπόθεση να ξεφύγει από τη λογική της “διεκπεραίωσης” με την ετήσια τελετή και να κάνει ουσιαστική την επαφή με την ιστορία τόσο των κατοίκων όσο και των επισκεπτών, ειδικά εκείνων που έχουν “δεσμούς” με τα γεγονότα, τους απογόνους δηλαδή των 15.000 ανθρώπων που βρέθηκαν εκείνες τις ημέρες στην Καλαμάτα. Πρόκειται για ανθρώπους που ενδιαφέρονται να επισκεφθούν την πόλη, ορισμένοι το κάνουν όταν δίνεται η δυνατότητα, και το πρώτο που αναζητούν είναι τα σημεία που εξελίχθηκαν τα γεγονότα. Για να γνωρίσουν τον τόπο που εξελίχθηκαν τα γεγονότα, τα οποία τους μετέφεραν οι συγγενείς τους. Τόσο οι εκδόσεις όσο και οι φωτογραφίες και ιστορίες που καταθέτουν στην κοινωνική δικτύωση είναι ενδεικτικές του ενδιαφέροντος και της ανάγκης να οργανωθεί η ηλεκτρονική ξενάγηση στους τόπους των γεγονότων.

 

 

 

Μια ακροτελεύτια παρατήρηση την οποία θεωρώ σημαντική: Η μάχη της Καλαμάτας δεν μπορεί να εκληφθεί ως “τουριστικό προϊόν” που θα “πουλήσει” ο δήμος ή οποιοσδήποτε άλλος. Αλλά ως ένα σημαντικό στοιχείο της νεότερης ιστορίας, “γέφυρα” με τους ανθρώπους που έχουν “συναισθηματική μνήμη” και εκείνους που προσπαθούν να την συντηρήσουν και να την ανασύρουν. Δεν είναι μόνο οι νεκροί της μάχης, είναι οι πολυάριθμοι που έζησαν την ομηρία και εκείνοι που κατόρθωσαν να διαφύγουν. Και οι απόγονοι που τιμούν τη μνήμη και τη ζωή τους. Οι Καλαματιανοί που άκουσαν τις αφηγήσεις των ανθρώπων τους. Και εκείνοι που έχασαν δικούς τους στη διάρκεια των βομβαρδισμών...