Ο Αιμίλιος Χειλάκης συν-σκηνοθετεί την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» μαζί με τον Μανώλη Δούνια. Και πριν τον απολαύσουμε το βράδυ ανάμεσα σε 11 γυναίκες, στα λόγια του Ευριπίδη που μετέφρασε ο Γιώργος Μπλάνας και στη μουσική ατμόσφαιρα που συνέθεσε ο Σταμάτης Κραουνάκης, ας δούμε τι είπε στην «Ε» για τις θεατρικές ανάγκες του 21ου αιώνα, για την αδυναμία μας να εξαγάγουμε τον πολιτισμό μας, μα και για το κεφάλαιο της Καλαμάτας που ακούει στο όνομα «Σταύρος Μπένος».
- Με την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» έχετε ιδιαίτερη σχέση ως ηθοποιός, όμως πρώτη φορά σκηνοθετείτε αρχαία τραγωδία. Τι σας προσφέρει μέχρι στιγμής αυτή η νέα προσέγγιση - και τι «επένδυση» αποτελεί για το θεατρικό σας μέλλον;
«Θα σου δώσω μία απάντηση που τα καλύπτει όλα αυτά μαζί: Το θέατρο στον 21ο αιώνα έχει πια την ανάγκη της αφήγησης. Δεν υπάρχει πλέον η ανάγκη του να παίζεις το ρόλο σου όσο δραματικά ή όσο κωμικά χρειάζεσαι. Η βασικότερη ανάγκη αυτή τη στιγμή στο παγκόσμιο θέατρο είναι να ειπωθεί η ιστορία - κι έτσι πια ένας ηθοποιός πρέπει να μάθει, ή να ξεμάθει και να ξαναμάθει, να παίζει την παράσταση, και όχι το ρόλο του.
Δεν υπάρχει προσφορότερο έδαφος γι' αυτό, από το αρχαίο αττικό δράμα. Γιατί εκεί δεν καλείσαι να παίξεις ψυχολογικά τους ρόλους. Οι ρόλοι είναι σηματωροί, είναι φάροι. Οι ρόλοι στο αρχαίο αττικό δράμα σημαίνουν κάτι. Είναι η Κλυταιμνήστρα, είναι ο Μενέλαος - αλλά παίζονταν από τον ίδιο ηθοποιό. Είναι ο Αγαμέμνονας, είναι ο Αχιλλέας - αλλά παίζονταν από τον ίδιο ηθοποιό. Κανείς ηθοποιός δεν γινόταν μόνο ο Αγαμέμνονας, ούτε γινόταν μόνο η Κλυταιμνήστρα ή μόνο ο Μενέλαος. Αυτό βοηθάει τον ηθοποιό να πει την ιστορία, και όχι να ασχολείται με το ρόλο του. Γιατί τα λόγια του είναι σπουδαία, μαζί με τα λόγια των άλλων ηρώων. Αυτό είναι πολύ σημαντικό στην αρχαία τραγωδία.
Πιάσαμε λοιπόν μαζί με τον Μανώλη Δούνια να ασχοληθούμε με το αττικό δράμα, ακριβώς γιατί έτσι ξέρουμε να δουλεύουμε. Γιατί έτσι θέλουμε να δουλεύουμε. Αυτό απέδειξε ο "Δον Ζουάν" που είχαμε κάνει το 2010 στο Εθνικό Θέατρο με το Γιάννη Μπέζο, το "Μόνος με τον Αμλετ" που συν-σκηνοθετήσαμε με το Μανώλη, ο "Ταρτούφος" που συν-σκηνοθετήσαμε με το Μανώλη, και τώρα, η "Ιφιγένεια εν Αυλίδι".
Δεν παίζουμε τους ρόλους· αφηνόμαστε στο τι λέει η ιστορία - και η παράστασή μας αυτό ακριβώς επαναλαμβάνει: το τι λέει η ιστορία».
- Εδώ απαντάτε εν μέρει και στην επόμενη ερώτηση που σκεφτόμουν, για τις ιδιαιτερότητες της δικής σας "Ιφιγένειας": ποιο στοιχείο του έργου αναδεικνύει περισσότερο και τι διαφορετικό ή ενδιαφέρον κομίζει.
«Ναι. Αυτό όμως που κομίζει επιπλέον είναι ότι ο Χορός δεν είναι απλώς ένα ανεξάρτητο σώμα υποκριτών, οι οποίοι τραγουδάνε ή χορεύουν κάποια ωραία λόγια, τα υπέροχα λόγια ενός ποιητή όπως ο Ευριπίδης: Είναι, αντίθετα, οι άνθρωποι που σου λένε τι συνέβη στο προηγούμενο επεισόδιο και τι θα συμβεί στο επόμενο. Γιατί έτσι είναι φτιαγμένες οι χορικές στιγμές του Ευριπίδη. Ο Ευριπίδης αυτό είχε φέρει, αυτό το "καινό" είχε κομίσει στο αρχαίο αττικό δράμα. Ο Χορός ήταν εκείνος που αφηγούνταν την ιστορία, περισσότερο κι από τους πρωταγωνιστές.
Αυτό λοιπόν εμείς έχουμε προσπαθήσει να το επαναφέρουμε. Ο Χορός μας (αυτά τα 9 υπέροχα κορίτσια, ένα ακορντεόν και 8 κοπέλες οι οποίες τραγουδάνε και αφηγούνται) μας λέει ότι "εμείς επισκεπτόμαστε αυτόν τον μαγευτικό μύθο, όπως κι εσείς οι θεατές· εμείς απλώς θα σας βοηθήσουμε, θα γίνουμε οι οδηγοί σας μέσα σ' αυτό το περίπλοκο σχέδιο μάχης που υπάρχει, για να μην πεθάνει ένα κορίτσι".
Αυτό είναι το καινούργιο. Είναι μια χορική παράσταση η παράστασή μας. Δεν είναι τόσο μια παράσταση πρωταγωνιστών».
- Η Καλαμάτα, που θα σας απολαύσει απόψε, προσπαθεί από τη μια να μπει στον τουριστικό χάρτη και από την άλλη να διατηρήσει και ν' αυξήσει τα πολιτιστικά της κεκτημένα. Πώς θα συνδέονταν ιδανικά αυτά τα δύο κατά τη γνώμη σας;
«Σταύρος Μπένος. Δεν έχεις να πεις τίποτε άλλο, όταν έρχεται η στιγμή να μιλήσεις για πολιτισμό και Καλαμάτα.
Λέω συχνά κάτι που μοιάζει μερικές φορές με κακό χιούμορ. Το 1986 έγινε το μεγαλύτερο γεγονός για την Καλαμάτα: αυτός ο τεράστιος σεισμός. Και ευτυχώς είχατε τότε δίπλα σας έναν άνθρωπο που ήξερε τι να κάνει με τα θεμέλια τα οποία βρήκε μπροστά του.
Ο Σταύρος είναι ένας άνθρωπος που, και σήμερα, με το "Διάζωμα", δημιουργεί πόλους και χαράσσει καινούργιους δρόμους για το πώς πρέπει να είναι πραγματικά η πολιτιστική πολιτική της Ελλάδας.
Οταν επισκέφτηκα την Καλαμάτα πριν από 4-5 χρόνια, και είχα πολλά χρόνια να κατέβω, είδα μια πόλη πανέμορφη. Και είδα μια πόλη διψασμένη να συνομιλήσει με μεγάλα κείμενα. Τότε είχαμε φέρει τον "Οιδίποδα Τύραννο" στην Αρχαία Μεσσήνη. Και πριν από τρία χρόνια φέραμε τον "Φιλοκτήτη", με τον Μαρκουλάκη και τον Μαρμαρινό. Ε, το πώς μας επισκέφτηκε η Καλαμάτα στις παραστάσεις μας, πραγματικά... Ηταν "παιδιά" του Σταύρου Μπένου. Ηταν παιδιά της λογικής του Σταύρου, ήταν άνθρωποι οι οποίοι καταλάβαιναν τι θα πει να επισκέπτεσαι μεγάλους μύθους. Γιατί αυτό συμβαίνει με τις παραστάσεις: Επισκέπτεται ο θεατής μεγάλους μύθους. Γι' αυτό και μας αρέσει με τον Μανώλη Δούνια και την Αθηνά Μαξίμου να κάνουμε παραστάσεις με έργα μεγάλων ποιητών - είτε πρόκειται για Σαίξπηρ είτε για Μολιέρο είτε για Ευριπίδη.
Αυτή, λοιπόν, η χαρά της επίσκεψης στο μύθο -και ειδικά στην Αρχαία Μεσσήνη όπου επισκεφτήκαμε κι αυτό το υπέροχο τοπίο- είναι από τα πράγματα που εμείς πρεσβεύουμε. Και εσείς έχετε έναν άνθρωπο που τα πρεσβεύει περισσότερο από εμάς: τον Σταύρο».
- Αν σήμερα είχατε όλες τις επιλογές, τι θα προτιμούσατε: να συνεχίσετε αμιγώς ελληνικά, να εξαγάγετε την τέχνη σας, ή ίσως και να γίνετε καλλιτεχνικός μετανάστης για ένα διάστημα;
«Είναι πολύ ωραία ερώτηση, γιατί μ' έχουν απασχολήσει και τα τρία σκέλη της ερώτησής σου κατά καιρούς στο παρελθόν - και θα συνεχίσουν, νομίζω, να με απασχολούν. Με απασχολούν όμως σαν εργαζόμενο. Γιατί σαν άνθρωπος που ασχολείται με πνευματικά έργα (και ουχί ως πνευματικός άνθρωπος - εγώ είμαι περισσότερο του μυστριού και της λάσπης, παρά του σχεδιασμού του σπιτιού), σου λέω ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο και το να φύγεις: Το να παίξεις θέατρο σε μια ξένη γλώσσα είναι το πιο δύσκολο πράγμα που μπορείς να κάνεις. Το θέατρο είναι ανάσες. Κι επειδή είναι ανάσες, πρέπει να ανασαίνεις στον τόπο σου.
Τώρα, το να πας μια παράσταση στο εξωτερικό, στα ελληνικά, είναι κάτι που θέλει μηχανισμούς τους οποίους αυτή τη στιγμή δεν έχουμε θεσμικά στην Ελλάδα. Μόνο η ιδιωτική πρωτοβουλία τούς έχει: η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος... Δεν τους έχει το Φεστιβάλ Αθηνών, δεν τους έχει το Εθνικό Θέατρο. Και εννοώ έναν σταθερό μηχανισμό, ο οποίος να "μετακινεί" τις παραστάσεις στο εξωτερικό. Κατά καιρούς έχει συμβεί αυτό, όμως θα έπρεπε να υπάρχει αυτός ο σταθερός μηχανισμός, βεβαίως θα έπρεπε.
Αλλά, ξέρεις, τι να ζητήσεις κιόλας αυτή τη στιγμή; Τι να πρωτοζητήσεις; Να μαζέψουν τα σκουπίδια από το δρόμο ή να μπορέσουμε να πάμε τον πολιτισμό μας έξω; Περιμένεις απλά, να φτιαχτούν οι συνθήκες. Τουλάχιστον προσπαθείς να έχεις θέσει εσύ αυτές τις συνθήκες, αυτά τα αιτήματα, επί τάπητος - ούτως ώστε να ορθωθούν ίσως σε μια άλλη γενιά.
Ας είμαστε εμείς αυτοί που έχουν βάλει τα θεμέλια. Το προσπαθούμε πάντως».
• "Ιφιγένεια εν Αυλίδι", απόψε Δευτέρα 3 Ιουλίου και ώρα 9 μ.μ. στο Κάστρο της Καλαμάτας