Σάββατο, 20 Οκτωβρίου 2012 11:59

Ο Γιάννης Καλαντζόπουλος στην "Ε": "Το γέλιο είναι μηχανισμός άμυνας"

Γράφτηκε από την
Ο Γιάννης Καλαντζόπουλος στην "Ε": "Το γέλιο είναι μηχανισμός άμυνας"

"Το γέλιο είναι μηχανισμός άμυνας» μας διαβεβαιώνει ο γνωστός ηθοποιός Γιάννης Καλατζόπουλος που σκηνοθέτησε (από την προηγούμενη σεζόν) για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος το "Πάμε απόψε στου Μελά".
Πρόκειται γα μια… καθαρή επιθεώρηση τα χαρακτηριστικά της οποίας μας εξηγεί στη συνέντευξη που ακολουθεί, ενώ μας λέει πόσο πολύ έχει νοσταλγήσει την επιστροφή στην Καλαμάτα!


- Γιατί ... "πάμε στου Μελά";
"Πρώτον, για να γελάσουμε. Το γέλιο (υποτιμημένο και δυσφημισμένο από τους σοβαροφανείς) είναι από τους πιο αποτελεσματικούς μηχανισμούς άμυνας του ανθρώπου. Για μας τους Ελληνες ήταν πάντα κι ένα πανίσχυρο "μυστικό όπλο" κατά της βλακείας και της αυθαιρεσίας των κρατούντων. Από τον Αριστοφάνη και τον Καραγκιόζη μέχρι την παλιά, καλή επιθεώρηση και τα ανέκδοτα επί χούντας. Μιλάω βέβαια για το "έξυπνο" γέλιο και όχι για το ηλίθιο χάχανο των… Μπαμπουίνων. Είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος είναι το μόνο πλάσμα του ζωικού βασιλείου που γελάει και ότι οι Κινέζοι αυτοκράτορες δεν ανακοίνωναν στον λαό τη γέννηση του διαδόχου τους, πριν το βρέφος γελάσει, γιατί μόνο τότε ήταν βέβαιοι ότι πρόκειται για άνθρωπο! Στο "Ελα απόψε στου… Μελά" το κοινό γελάει πολύ. Αλλά την άλλη μέρα δεν ξεχνάει γιατί γέλασε και -κυρίως- δε ντρέπεται που γέλασε. Γελάει βλέποντας επί σκηνής διαχρονικούς τύπους και χαρακτήρες, παθήματα και ελαττώματα, συμπεριφορές και καταστάσεις που του θυμίζουν τον εαυτό του. Με σατιρική διάθεση αλλά όχι με αντιπάθεια και αποστροφή. "Στου Μελά" όμως πάμε και για να συν-κινηθούμε. Υπάρχουν στιγμές στην παράσταση που οι θεατές συγκινούνται έντονα, με την ευρύτερη έννοια του όρου που δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην λύπη αλλά κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο: ότι είναι μαζί, ανήκουν σ’ ένα σύνολο, μοιράζονται το ίδιο συναίσθημα με τον διπλανό  τους. Κι  αυτό είναι λυτρωτικό και εμψυχωτικό θα έλεγα. Τέλος, πάμε "στου Μελά" για να στηρίξουμε μια καινούργια ιδέα, έναν νέο θεσμό που καθιέρωσε ο διευθυντής του ΚΘΒΕ Σωτήρης Χατζάκης: την μόνιμη θερινή σκηνή μας στο στρατόπεδο "Παύλου Μελά", για τους Θεσσαλονικείς που η κρίση δεν τους αφήνει να πάνε διακοπές το καλοκαίρι. Τώρα βέβαια η παράσταση παίζεται στο χειμερινό "Βασιλικό Θέατρο", αλλά γι’ αυτό "φταίει" η επιτυχία που είχε το καλοκαίρι και όχι ο θεσμός".

- Πρόκειται για μια καθαρή επιθεώρηση;
"Ναι, σε ό,τι αφορά τη φόρμα της. Ηθελα να έχει όλα τα χαρακτηριστικά της παλιάς, καλής επιθεώρησης: Την αστραφτερή έναρξη, τους κομπέρ που συνδέουν τα νούμερα και σχολιάζουν το ιστορικό πλαίσιο, την εναλλαγή νούμερων πρόζας με τα λεγόμενα "τραγουδο-νούμερα" (όπως π.χ. "Το τραμ το τελευταίο") καθώς και με αυτόνομα τραγούδια (τις λεγόμενες "ρομάντζες") και χορευτικά. Επίσης, την "μετωπική" υποκριτική που σπάει τον ρεαλισμό και συνομιλεί απευθείας με τους θεατές και  τέλος το καταγγελτικό, πολιτικού περιεχομένου, φινάλε και το λαμπερό "γκραν-φινάλε" με όλο το θίασο επί σκηνής, την λεγόμενη "αποθέωση". Απ' αυτή την άποψη ναι, είναι μια…πεντακάθαρη επιθεώρηση. Αλλά ως προς το περιεχόμενο έχει μια βασική διαφορά που αποτελεί ίσως και το κυριότερο ατού μας: Είναι μια επιθεώρηση για την επιθεώρηση, με την έννοια ότι δεν αρκείται στο να σατιρίσει την τρέχουσα επικαιρότητα, αλλά απλώνει το βλέμμα της σε όλη την ιστορική περίοδο από το 1894 μέχρι σήμερα. Το 1894 ανέβηκε στην Αθήνα του Χαρίλαου Τρικούπη και του "Δυστυχώς επτωχεύσαμεν" η πρώτη επιθεώρηση, το "Λίγο απ’ όλα". Η παράστασή μας περιλαμβάνει τα καλύτερα νούμερα και τραγούδια όλης αυτής της περιόδου και σχολιάζει ακριβώς το πόσο λίγο έχουν αλλάξει τα πράγματα από τότε μέχρι τώρα. Οι ίδιοι δανειστές, οι  ίδιες έξωθεν πιέσεις και επεμβάσεις, οι ίδιοι ανιστόρητοι συμβιβασμοί και ξεπουλήματα από το ίδιο πολιτικό σύστημα. Και πάντα ο ίδιος ευκολόπιστος και προδομένος λαός, που δίνει ηρωικά το αίμα του σε κάθε δύσκολη στιγμή, για μια πατρίδα που ουσιαστικά δεν του ανήκει!".

- Η αποδοχή του κόσμου δείχνει ότι έχει ανάγκη κάτι διαφορετικό από μια "κλασική" θεατρική παράσταση;
"Αυτό που βλέπουμε εμείς είναι ότι το κοινό είναι έτοιμο να δεχτεί με ενθουσιασμό κάτι που αισθάνεται ότι δεν υποτιμά τη νοημοσύνη και την ευαισθησία του. Αρκεί να του προσφερθεί. Και το γεγονός αυτό  καταρρίπτει σαν χάρτινο  πύργο τη γνωστή δικαιολογία των προχειρατζήδων και των εμπόρων του θεάματος αυτά θέλει ο κόσμος, αυτά του  δίνουμε".

- Τι θα ξεχώριζες από τα έργα που είδες τη σεζόν που πέρασε; Εννοώ, ήταν διαφορετικές οι παραγωγές και ο ίδιος ο κόσμος στο καλοκαίρι της κρίσης που προηγήθηκε ή είχαν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά;
"Δεν θέλω να διακινδυνεύσω μια γενικευτική και απόλυτη απάντηση. Είναι ακόμα νωρίς για να διαπιστώσουμε κάποια σίγουρη αλλαγή στην ψυχολογία του κοινού και κατ’ επέκταση στις επιλογές των θιάσων. Διαφαίνονται κάποια στοιχεία. Η οικονομική κρίση δημιουργεί σίγουρα ένα κλίμα κατήφειας που δεν οδηγεί εύκολα τον κόσμο στο ταμείο ενός θεάτρου. Αυτό έφερε σε αμηχανία τους παραγωγούς. Κάποιοι σκέφτηκαν να  μειώσουν την τιμή του εισιτηρίου, άλλοι να κατεβάσουν το κόστος και συνακόλουθα την ποιότητα, λίγοι σκέφτηκαν ν’ απαντήσουν επιθετικά: με ανέβασμα της ποιότητας και χαμήλωμα του εισιτηρίου ταυτόχρονα. Μα γίνεται; Είναι δύσκολο αλλά γίνεται όπως αποδείχτηκε. Χρειάζεται όμως να δουλέψουμε περισσότερο – και με το μυαλό και με το σώμα μας. Ισως αυτό είναι που χρειάζεται να κάνουμε εμείς οι Ελληνες τώρα, όχι μόνο στο θέατρο".

- Οσο περνάει ο καιρός είσαι αισιόδοξος ότι θα τα βγάλουμε πέρα ή θα μπούμε πιο βαθιά στα (πιο) δύσκολα;
"Εχουμε χάσει πολύ χρόνο. Οι παγκόσμιοι τραπεζίτες και οι εγχώριοι ντίλερ τους (και  δεν εννοώ μόνο τους πολιτικούς αλλά και τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τους συμβιβασμένους διανοούμενους, τους βολεμένους καλλιτέχνες κλπ) δούλεψαν μεθοδικά και  συστηματικά πολλά χρόνια για να κάνουν την πλειοψηφία των Ελλήνων να χάσουν την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους. Μας νάρκωσαν, μας εφησύχασαν, μας έκαναν νωθρούς στο πνεύμα, άβουλους και φοβισμένους μη χάσουμε τις επίχρυσες αλυσίδες μας. Δεν είμαι αισιόδοξος. Αλλά γι’ αυτό και  δεν το βάζω κάτω".

- Ο Νότος σου έλειψε καθόλου;
"Η Καλαμάτα και οι φίλοι μου εκεί, μου λείπουν πολύ. Με πρώτη ευκαιρία θα κατέβω για μια βόλτα στη Ναυαρίνου, ένα τσίπουρο στην Αριστομένους, ένα γλυκό στου… δε λέω – θα θεωρηθεί διαφήμιση. Αν είμαι τυχερός, και για μια ακόμα συνεργασία με το ΜΕΘ".

- Μετά το "Μελά" τι θα κάνεις;
"Ετοιμάζω πολλά. Μια διασκευή του "Χίλιες και μία νύχτες" για την παιδική σκηνή του ΚΘΒΕ, μια παράσταση με δυο μονόπρακτα του Τσέχωφ για το μικρό θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, μια μουσικο-θεατρική παράσταση για ένα πιάνο-μπαρ της Θεσσαλονίκης και… βλέπουμε".


NEWSLETTER