Δευτέρα, 08 Αυγούστου 2022 17:41

Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης αυξάνει επικίνδυνα το ποσοστό φτώχειας στη χώρα μας

Γράφτηκε από την

Του Γιάννη Διονυσόπουλου, Διδάκτορα Οικονομικών Επιστημών, Αν. Γραμματέα Τομέα Επιστημόνων ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Μέλους ΣτΑ Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας

 

Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης αυξάνει επικίνδυνα το ποσοστό φτώχειας στη χώρα μας!

Η χώρα μας παραμένει σταθερά, ανάμεσα στις πέντε χώρες της Ευρωζώνης με τον μεγαλύτερο ετήσιο εναρμονισμένο πληθωρισμό και χωρίς να υπάρχει στον ορίζοντα από την κυβέρνηση κάποιο σχέδιο για την αποκλιμάκωση της ακρίβειας. Φαίνεται ότι η προστασία των εισοδημάτων των ευάλωτων και των μικρομεσαίων νοικοκυριών παραμένει προκλητικά χαμηλά στην ατζέντα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, που διαχειρίζεται ιστορικά το μεγαλύτερο πακέτο διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων.

Τουναντίον, είναι μέγα λάθος η παραδοχή της κυβέρνησης ότι, οι μεγάλοι επενδυτές είναι πιο αποτελεσματικοί από τους μικρομεσαίους και τους μικρούς, στον τρόπο με τον οποίο κινείται το χρήμα στην αγορά και στην κοινωνία. Είναι άλλο θέμα ποιος απορροφά περισσότερους πόρους και άλλο ποιοι από αυτούς τους πόρους κινούνται μέσα στην αγορά και επανεπενδύονται στην κοινωνία. Σίγουρα οι μεγάλες επιχειρήσεις απορροφούν πιο πολλούς πόρους, αλλά το ζητούμενο είναι πόσοι από αυτούς στέλνονται κατευθείαν στο εξωτερικό και πόσοι από αυτούς παραμένουν εντός των συνόρων και επανεπενδύονται.

H σταθεροποίηση του ρυθμού αύξησης του ήδη πολύ υψηλού ετήσιου πληθωρισμού στα επίπεδα του 11,5%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για τον μήνα Ιούλιο, υπενθυμίζει με τον πιο επώδυνο τρόπο ότι η ακρίβεια ήρθε για να μείνει, σε αντίθεση με τα πρόσκαιρα «μπαλώματα» και αναποτελεσματικά μέτρα της κυβέρνησης, η οποία συνεχίζει να κερδοσκοπεί συνεχώς σε βάρος των πολιτών μέσα από τους φόρους κατανάλωσης.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αυξήθηκαν οι πολίτες στην Ελλάδα που βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο φτώχειας, καθότι το 28,3% του πληθυσμού της χώρας, το 2021 βρίσκονταν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 0,9% σε σχέση με το 2020. Το 26,3% των νοικοκυριών δήλωσε ότι το εισόδημα του μειώθηκε, το 66,7% των νοικοκυριών ότι παρέμεινε το ίδιο, ενώ μόλις το 6,9% των νοικοκυριών ότι αυξήθηκε κατά τον τελευταίο χρόνο.

Η αύξηση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού οφείλεται στην αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων σε εργασία χαμηλής έντασης, από 11,8% το 2020 σε 13,6% το 2021 και του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας από 17,7% το έτος 2020 σε 19,6% το έτος 2021. Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν ότι, παρά τα 50 δισεκατομμύρια που δαπάνησε η κυβέρνηση την τελευταία διετία, το ΑΕΠ της χώρας δεν έγινε πιο ποιοτικό, δηλαδή με πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίες όπως θα ήταν το ζητούμενο.

Τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών 2021 της ΕΛΣΤΑΤ είναι αποκαλυπτικά, καθότι μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας το 13,9% του πληθυσμού στερείται τουλάχιστον 7 από έναν κατάλογο 13 αγαθών και υπηρεσιών, ενώ και σε άλλες έρευνες της κοινής γνώμης έχει διαπιστωθεί ότι εν μέσω της πληθωριστικής κρίσης τα νοικοκυριά αναγκάζονται να περικόψουν δραστικά τις δαπάνες τους σε βασικά αγαθά της καθημερινότητας, τρόφιμα, ενέργεια, άλλα και για τις διακοπές τους.

Εάν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι σύμφωνα με τη EUROSTAΤ η χώρα μας βρίσκεται στην τρίτη υψηλότερη θέση στην ΕΕ σε ότι αφορά το ποσοστό του πληθυσμού που διατρέχει τον κίνδυνο της φτώχειας και δεύτερη από το τέλος σε ΑΕΠ με όρους αγοραστικής δύναμης, τεκμηριώνεται έτσι, ότι η δημοσιονομική διαχείριση της κυβέρνησης εκτός από αναποτελεσματική είναι και κοινωνικά άδικη.

Η χώρα μας τα τελευταία τρία χρόνια βρέθηκε αντιμέτωπη με τις συνέπειες μιας υγειονομικής και τώρα μιας ενεργειακής κρίσης και παρά τις όποιες διαρθρωτικές αλλαγές έχουν γίνει από το 2010 και μετά, η οικονομία μας παραμένει πολύ περισσότερο ευάλωτη σε εξωγενείς παράγοντες σε σύγκριση με τις άλλες οικονομίες της ευρωζώνης.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αρχικά ισχυριζόταν ότι ο πληθωρισμός είναι προσωρινός, στη συνέχεια ότι είναι αποκλειστικά εισαγόμενος και τώρα ότι η χώρα ξεκίνησε από χαμηλότερη βάση. Στην πραγματικότητα η εκτίναξη του πληθωρισμού πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης είναι μεταξύ άλλων παραγόντων και το αποτέλεσμα των ολιγοπωλιακών και μονοπωλιακών δομών σε κρίσιμους τομείς για τη δημιουργία ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας.

Στην τελευταία της έκθεση η Τράπεζα της Ελλάδος αναθεώρησε προς τα πάνω την εκτίμησή της για τον μέσο ετήσιο πληθωρισμό το 2022 στο 7,6% από 5,2%, ενώ αναθεώρησε προς τα κάτω την εκτίμηση για το πραγματικό ΑΕΠ στο 3,2% από 3,8%.

Οι συνεχείς και υψηλές αναθεωρήσεις για τον μέσο ετήσιο πληθωρισμό στην Ελλάδα το 2022 ενισχύουν την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια στην οικονομία με άμεσες επιπτώσεις στις αποφάσεις των νοικοκυριών για τις καταναλωτικές τους δαπάνες και των επιχειρήσεων για τις επενδύσεις τους, με επακόλουθο την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και τη μείωση της απασχόλησης.

Δεν μπορεί η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας να ισχυρίζεται ότι η χώρα μας ευημερεί, όταν αυξάνονται συνεχώς τα νοικοκυριά που υποφέρουν καθότι τους λείπουν τουλάχιστον βασικά αγαθά για τη διαβίωση τους.

Με έναν στους τρεις Έλληνες να αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού το 2021, το αφήγημα της κυβέρνησης ότι βρίσκεται δίπλα στον πολίτη καταρρέει με πάταγο.

Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής στέκεται δίπλα στον πολίτη, τον αφουγκράζεται και προχωρά με σύνεση, με έμπνευση, με δημιουργικότητα με προοδευτικές προτάσεις και λύσεις που ενώνουν τους πολλούς απέναντι στα συμφέροντα των λίγων.

Για το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής αντίπαλός είναι τα προβλήματα των πολιτών με βασικό στόχο και όραμά την εξάλειψη της ανισότητας και της αδικίας.