Πενήντα χρόνια συμπληρώθηκαν σήμερα από το πραξικόπημα Πινοσέτ στη Χιλή, το οποίο ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση του προέδρου Αλιέντε, αφήνοντας μια ανεξίτηλη «χαρακιά» στο κορμί του λαϊκού κινήματος.
Το ζήτημα της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της τέθηκε με δριμύτητα στη Χιλή κατά την περίοδο 1970-1973 και λύθηκε καταστροφικά για την Αριστερά και το λαϊκό κίνημα με την επικράτηση του στρατιωτικού πραξικοπήματος, την επιβολή της δικτατορίας Πινοσέτ για περίπου είκοσι χρόνια και τη θανάτωση και βασανισμό χιλιάδων αγωνιστών. Στη Χιλή δοκιμάστηκε και ανατράπηκε η πιο ενσυνείδητη στρατηγική του ειρηνικού-δημοκρατικού δρόμου των μεταρρυθμίσεων. Η διακυβέρνηση της «Λαϊκής Ενότητας» και του προέδρου Αλιέντε, ο οποίος έπεσε ηρωικά, έμελλε να καταδείξει με τον πιο σκληρό τρόπο τις αυταπάτες του «ειρηνικού κοινοβουλευτικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό», τις οποίες είχε ενστερνιστεί και ο ευρωκομμουνισμός.
Η πείρα της Χιλής επιβεβαίωσε με τον πλέον τραγικό και αιματηρό τρόπο το βασικό δίδαγμα μιας άλλης αιματηρής εμπειρίας, της Παρισινής Κομμούνας του 1871. Η πρωτόλεια εκείνη απόπειρα θα διαρκούσε λίγο και θα πνιγόταν στο αίμα, όμως ο ηρωισμός και τα διδάγματα της Παρισινής Κομμούνας θα έμεναν ανεξίτηλα στις σελίδες της ιστορίας. Ο Μαρξ μέσω ενός πραγματικού ιστορικού γεγονότος, τροφοδότησε τη μαρξική θεωρία και στοχάστηκε τις μορφές υπέρβασης του αστικού κράτους που είχαν πλέον δειλά εκδηλωθεί, υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά πως «η εργατική τάξη δεν μπορεί απλώς να πάρει στα χέρια της την έτοιμη κρατική μηχανή και να την βάλει σε κίνηση για τους δικούς της σκοπούς», αντιθέτως πρέπει να συντρίψει, να τσακίσει την αστική κρατική μηχανή και να μην περιοριστεί στην απλή κατάληψή της.
Ο βασικός προσανατολισμός της «Λαϊκής Ενότητας» αναφορικά με τα όρια του ειρηνικού δρόμου, υπήρξε η προώθηση ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, χωρίς όμως μια συνολική κατανόηση του προβλήματος του αστικού κράτους και των δομικών του ορίων, χωρίς μια στρατηγική συντριβής του σκληρού πυρήνα του αστικού κράτους. Με όρους μαρξιστικής πολιτικής θεωρίας, λοιπόν, η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η πάλη καταστροφής του αστικού κρατικού μηχανισμού και η προσπάθεια οικοδόμησης ενός κρατικού μηχανισμού νέου τύπου. Μια τέτοια διαδικασία δε σηματοδοτεί την άμεση και «δια μιας» σύνθλιψη του κρατικού μηχανισμού. Κύριος στόχος είναι ο σκληρός πυρήνας, εκείνο το δομικό όριο που στεγανοποιεί σε κάθε περίσταση την αστική κυριαρχία και μάχεται σθεναρά για την επαναφορά της, ακόμα και μετά την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας από το προλεταριάτο, όπως κατέδειξε εμφατικά η χιλιανή εμπειρία.
Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση Αλιέντε κινήθηκε στα πλαίσια μιας λαϊκομετωπικής στρατηγικής, του ειρηνικού δρόμου προς το σοσιαλισμό, του αργού και ειρηνικού περάσματος. Όμως, είναι καίριο να επισημανθεί πως ο ειρηνικός δρόμος του Αλιέντε δεν ταυτιζόταν σε καμία περίπτωση με τη σοσιαλδημοκρατία της εποχής του, η οποία μετά τον πόλεμο είχε διολισθήσει σε μια ξεκάθαρη διαχείριση του καπιταλισμού. Ο Αλιέντε δεν καταχράστηκε την έννοια του ειρηνικού δρόμου, προκειμένου να διαχειριστεί τον καπιταλισμό, όπως έπραξαν πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες, αντιθέτως τόλμησε να προχωρήσει πραγματικά σε έναν ταξικό πόλεμο, λησμονώντας όμως το δίδαγμα της Κομμούνας και τη θεμέλια λίθο της μαρξικής σκέψης γύρω από το ζήτημα της κατάληψης του αστικού κράτους.
* Ο Τάσος Σκλάβος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Κοινωνιολογίας - Υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος Πελοποννήσου με τη «Λαϊκή Συσπείρωση».