Ειλικρινά, και χωρίς διάθεση αντιπαράθεσης, παραξενεύομαι με την ένταση πρόσφατων κινητοποιήσεων από συλλογικότητες γονιών και εκπαιδευτικών, που έχουν ως κύριο αίτημα την επίλυση προβλημάτων συντήρησης υποδομών στα σχολεία μας.
Όχι πως δεν υπάρχουν προβλήματα στα διδακτήρια. Πάντοτε υπήρχαν και οπωσδήποτε σήμερα τα προβλήματα είναι λιγότερα σε σχέση με λίγα χρόνια πριν, με τη συνδρομή του κράτους και κυρίως των Ευρωπαίων φορολογουμένων. Η προβληματική λειτουργία των ανελκυστήρων ή η μη αναγόμωση των πυροσβεστήρων, ακόμα και η ενδεχόμενη αδράνεια των αρμοδίων ή η έλλειψη πόρων για τη συντήρηση των εγκαταστάσεων ασφαλώς αποτελούν ζήτημα, αλλά δεν είναι αυτό το μέγιστο των προβλημάτων για την εκπαίδευση σήμερα ούτε δικαιολογεί τη σχεδόν συγκρουσιακή ένταση.
Λυπούμαι για τη διαπίστωση, αλλά ο υπερτονισμός ζητημάτων, που συνδέονται με υπαρκτές ελλείψεις στην υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων, οδηγεί στην υποβάθμιση ή και την απόκρυψη των πραγματικών και οξύτατων προβλημάτων της δημόσιας εκπαίδευσης, που οδηγούν δυστυχώς στη σταδιακή απαξίωσή της. Και η απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης ζημιώνει κυρίως την μη προνομιούχο οικονομικά νεολαία μας και συνολικά την εθνική μας υπόσταση.
Αν γίνει μια σφυγμομέτρηση στον μαθητικό κόσμο, ιδιαίτερα των Λυκείων, σχετικά με την άποψή τους για τα προγράμματα σπουδών, το επίπεδο κάποιων διδασκόντων, την ενημέρωσή τους για κοινωνικά θέματα, τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό, την κατάρτισή τους και για πολλά άλλα, αναγκαία όμως εφόδια για τη ζωή τους, θα μείνουμε έκπληκτοι από την ωριμότητα και την αρνητική διάσταση των απαντήσεών τους.
Η οπισθοδρομική κατάσταση και οι παθογένειες στο σημερινό σχολείο αποδεικνύονται από την κάθετη αντίθεση των εκπαιδευτικών στην αξιολόγηση τους, κάτι που αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία, το πρωτοφανές ποσοστό των αριστούχων μαθητών, δηλαδή την μη αξιολόγησή τους ή την απουσία ανεξεταστέων μαθητών. Επιπλέον, οι πολλές χιλιάδες των εκπαιδευτικών, ναι χιλιάδες, που κάθε χρόνο χρησιμοποιούν το πολιτικό ρουσφέτι για απόσπαση σε διοικητικές θέσεις, συνεπάγεται διδακτικά κενά και καθυστερημένες αναπληρώσεις. Κανείς όμως δεν αναφέρεται στο συγκεκριμένο και καταστροφικό ρουσφέτι ούτε ζητεί την κατάργησή του. Φυσικό επακόλουθο όλων αυτών είναι οι αρνητικές αξιολογήσεις της pisa, όπου η εκπαίδευσή μας κατατάσσεται ως η τελευταία στην Ευρώπη, γεγονός που πρέπει να οδηγήσει σε έγερση και εθνική συνεννόηση.
Να συνειδητοποιήσουμε επιτέλους πως ζούμε στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, όπου τα πάντα αλλάζουν στον κόσμο μας με ταχύτατο ρυθμό. Σε αυτόν τον κόσμο, όπου τα έξι στα δέκα γνωστά επαγγέλματα δεν έχουν προοπτική και νέα επαγγέλματα εμφανίζονται, θα κληθούν οι μαθητές μας να ανταγωνισθούν, να προοδεύσουν και να επιβιώσουν. Και σε αυτό τον σκληρό αγώνα τους χρειάζονται τα εφόδια της ευρείας γνώσης, της εξειδίκευσης και του προσανατολισμού, που μόνο ένα σύγχρονο και συνεχώς εξελισσόμενο σχολείο μπορεί να προσφέρει.
Συμπερασματικά, το πρόβλημα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν είναι τα κτίρια, αλλά τα προγράμματα σπουδών, μέρος του εκπαιδευτικού προσωπικού, που αδυνατεί να εκσυγχρονισθεί, η εμπέδωση κλίματος αλληλοσεβασμού, η τήρηση των κανόνων και η καλλιέργεια της αγάπης για το σχολείο και τη γνώση. Η δημιουργία ενός τέτοιου σχολείου απαιτεί σοβαρότητα και συνολική εθνική προσπάθεια, μακριά από λαϊκιστικά και κομματικά προσχήματα και συνθήματα.
