Τετάρτη, 04 Μαρτίου 2015 16:58

Αναζητώντας την πολιτική

Αναζητώντας την πολιτική

Από τις 25 του Γενάρχη, όταν ξεκίνησε η διαπραγμάτευση για μια νέα βιώσιμη αντιμετώπιση της κρίσης που διέρχεται η χώρα μας, γνωρίζαμε ότι θα είναι μια δύσκολη, επίπονη και μακρόχρονη προσπάθεια. Ενας αγώνας αντοχής και όχι ταχύτητας Οι Κασσάνδρες μιλούσαν είτε για μια κυβέρνηση που θα οδηγήσει την χώρα στα βράχια και στην ρήξη, είτε σε πλήρη υποταγή, κοινώς κυβίστηση. Η διαπραγμάτευση όμως συνεχίζεται, σκληρή και ουσιαστική.

Οι εκτιμήσεις για τα πρώτα αποτελέσματα, η αποτίμηση των κερδών αλλά και των δεσμεύσεων ποικίλλουν, ανάλογα με την δυνατότητα που έχει ο καθένας να τοποθετηθεί, αφού λάβει υπ' όψιν του τις αντικειμενικές συνθήκες και το ευρωπαϊκό, αλλά και διεθνές περιβάλλον που είχε να αντιμετωπίσει η χώρα μας σε αυτή την διαπραγμάτευση και που εν πολλοίς, έχει διαμορφωθεί από το ευρωπαϊκό σύστημα εξουσίας και την δυσβάστακτη βία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Το περιβάλλον αυτό καθίσταται ιδιαίτερα δυσμενές, για τον πρόσθετο λόγο ότι για πρώτη φορά έχει να αντιμετωπίσει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις μελλοντικές εξελίξεις στην Ευρώπη, αναφορικά και με τις επερχόμενες εκλογές στην Ισπανία και Πορτογαλία. 

Η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, που βάζουν φρένο στις πολιτικές της τοξικής λιτότητας, η αναγνώριση της αναγκαιότητας λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, που αποτελούσε και τον πρώτο πυλώνα του προγράμματος της Θεσσαλονίκης, η λίστα των μεταρρυθμίσεων που για πρώτη φορά η ίδια η χώρα διαμορφώνει σύμφωνα με τις δικές της ανάγκες και επιδιώξεις, είναι μερικά από τα πρώτα βήματα.

Το σημαντικότερο όμως κέρδος που ήδη έχει πετύχει η χώρα μας είναι ότι επανέφερε την πολιτική στο προσκήνιο, βάζοντάς την μέσα στην εξίσωση. Κατάφερε μια ουσιαστική αλλαγή στις σχέσεις, ανάμεσα σε οικονομικό και πολιτικό κύκλο στην Ευρώπη. Ο πολιτικός κύκλος δεν υπήρχε, είχε παγώσει από τον οικονομικό και από την στήριξη της γερμανικής τεχνοκρατικής ολιγαρχίας. Η κρίση άλλωστε που ταλανίζει την χώρα μας, αλλά και πολλές άλλες χώρες, είναι αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης και της επικράτησης της οικονομικής διάστασης, έναντι της πολιτικής.

Η Ελλάδα κατάφερε να ανοίξει επιτέλους, παρά την λυσσαλέα αντίδραση των δανειστών, μια πολιτική συζήτηση σε όλους τους θεσμούς της Ευρώπης αλλά και σε διεθνείς οργανισμούς, στους αξιωματούχους, σε οικονομικούς και πολιτικούς αναλυτές, σε κοινωνιολόγους, στα διεθνή μέσα ενημέρωσης αλλά και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στους ίδιους τους λαούς της Ευρώπης. Μια συζήτηση, με εκφορά λόγου και επιχειρημάτων, που επιτέλους ξεφεύγει από το στενό τεχνοκρατικό πλαίσιο των αριθμών, της απλής αναζήτησης μέτρων και ισοδύναμων και ακουμπά στον στενό πυρήνα της πολιτικής, με επίκεντρο επιτέλους τον άνθρωπο. Μιας πολιτικής που αρχίζει και θέτει ερωτήματα και διλήμματα, για το πού πορεύεται η Ευρώπη, για το ποια Ευρώπη οικοδομούμε. Την Ευρώπη της δημοκρατίας ή του αυταρχισμού και των τελεσιγράφων. Την Ευρώπη της ευημερίας των λαών ή της ευημερίας των αριθμών και της λιτότητας. Την Ευρώπη του κεφαλαίου και των αγορών ή την Ευρώπη της εργασίας. Την Ευρώπη της κουλτούρας, του πολιτισμού, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ή την Ευρώπη της ξενοφοβίας, του ρατσισμού. Την Ευρώπη της αλληλεγγύης ή της ανθρωπιστικής κρίσης, της φτωχοποίησης, των συσσιτίων, των αυτοκτονιών.

Οι συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναγνωρίζουν ως θεμέλιο το κράτος δικαίου. Σε ποιο κράτος δικαίου άραγε, βασίζεται η στέρηση της εργασίας που αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα του ανθρώπου, όταν η ανεργία εκτινάσσεται στο 27% και για τους νέους στο 65%. Η Ευρωπαϊκή Ενωση διακηρύττει ότι βασίζεται στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της αλληλεγγύης, της ισότητας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι διακηρυγμένοι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η παραγωγή της ειρήνης, των αξιών της και της ευημερίας των λαών της. Πώς εξυπηρετείται αυτός ο στόχος της ευημερίας, όταν το ισχύον μέχρι τώρα πρόγραμμα, που με δογματισμό υποστηρίζεται από τους γνωστούς συντηρητικούς κύκλους, έχει προκαλέσει συνολικά 25% ύφεση στην χώρα μας.

Σε όλα τα παραπάνω, οφείλουν να δώσουν απαντήσεις οι πολιτικοί και όχι οι τεχνοκράτες. Οι τεχνοκράτες το μόνο που μπορούν να κάνουν, είναι να αναφερθούν σε αριθμούς. Σε αυτούς τους αριθμούς, που μιλούν για την μείωση 26%του ΑΕΠ της χώρας, για το αμείωτο χρέος των 317 δισ. ευρώ, για το 26% ανεργίας, για τα αιματηρά πλεονάσματα του 4%. Αφού λοιπόν οι αριθμοί αυτοί που μεταφράζονται σε τοξική λιτότητα, οδηγούν ένα λαό αλλά και όλους τους λαούς της Ευρώπης στην καταστροφή, η συζήτηση δεν μπορεί παρά να αναζητήσει την πολιτική λύση. Είναι οι πολιτικοί αυτοί, που πρέπει να απαντήσουν, πώς είναι δυνατόν μια χώρα να αποπληρώσει τα χρέη της, επιβάλλοντας για 6η συνεχόμενη χρονιά μια άγρια λιτότητα, που τροφοδοτεί την ύφεση, την ανεργία, την μείωση του ΑΕΠ. Είναι οι πολιτικοί αυτοί, που πρέπει δημόσια απέναντι στους λαούς τους, να πουν την αλήθεια και να δώσουν απαντήσεις, για το αν αυτή η εξοντωτική πολιτική που ασκούν εις βάρος του ελληνικού λαού, είναι για την εξυπηρέτηση των δικών τους λαών ή των συμφερόντων που εκπροσωπεί η ολιγαρχία της ευρωπαϊκής ελίτ. Οι λαοί της Ευρώπης δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν. Τους ενώνουν τα ίδια ιδανικά, οι ίδιες αξίες του Διαφωτισμού, αλλά και οι ίδιες ανάγκες, οι ίδιες αγωνίες για δουλειά, για την εξασφάλιση των βασικών αγαθών της υγείας, της παιδείας, της ελευθερίας.

Ας θυμηθούμε ότι όταν ξεκίνησε η κρίση στη χώρα μας, οι κυβερνήσεις που υπηρετούσαν τα μνημόνια, άρχισαν να χρησιμοποιούν το εργαλείο του κοινωνικού αυτοματισμού, στρέφοντας την μια κοινωνική ομάδα απέναντι στην άλλη. Με την λογική τού διαίρει και βασίλευε, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι έπρεπε να στραφούν ενάντια στους δημοσίους υπαλλήλους, τα ειδικά μισθολόγια ενάντια στους υπόλοιπους, χαμηλοσυνταξιούχοι εναντίον υψηλοσυνταξιούχων, φαρμακοποιοί, γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί μπήκαν στο στόχαστρο.

Κατ' αντίστοιχο τρόπο μόλις ξεκίνησε η διαπραγμάτευση, επιστρατεύτηκε από τους εκφραστές των μνημονίων το όπλο της προσπάθειας να στρέψουν τους ευρωπαϊκούς λαούς απέναντι στον ελληνικό λαό και κατ' επέκταση τον έναν ευρωπαϊκό λαό απέναντι στον άλλον. Η απάντηση όμως ήρθε από τις χιλιάδες των Ευρωπαίων πολιτών που ολοένα και αυξάνονται, που κατέβηκαν στις πλατείες της Ευρώπης, αλλά και που με κάθε τρόπο εκφράζουν την αλληλεγγύη τους στον ελληνικό λαό και την στοίχισή τους σε έναν αγώνα που είναι και δικός τους, για μια Ευρώπη που θα σέβεται τις αρχές, τις αξίες πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε και κυρίως θα σέβεται την δημοκρατία και την αλληλεγγύη.

Μέσα από τις τοποθετήσεις της μικρής Ελλάδας, που για πρώτη φορά διεκδικεί σθεναρά το δικαίωμα να έχει ισότιμο λόγο και θέσεις, μέσα από τις χιλιάδες των πολιτών στις πλατείες, επανήλθε η δημόσια συζήτηση στην Ευρώπη στο επίπεδο της πολιτικής, της απόφασης για το ποια Ευρώπη θέλουμε. Η πολιτική απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από αυτή που σέβεται το θεμελιώδες δικαίωμα της δημοκρατίας και του δικαιώματος του ελληνικού λαού, αλλά και κάθε ευρωπαϊκού λαού να ανασαίνει με αξιοπρέπεια και να ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο. Ηρθε η ώρα να πιέσουμε ενεργητικότερα στην διαμόρφωση ενός πανευρωπαϊκού κλίματος ενάντια στη λιτότητα, προκαλώντας ρωγμές στην κυρίαρχη αντίληψη. Ηρθε η ώρα να ξαναβρούμε την πολιτική, να αναζητηθούν πολιτικές απαντήσεις από πολιτικούς ηγέτες, που έχουν συναίσθηση της ευθύνης τους απέναντι στην ιστορία, για μια ενωμένη δημοκρατική Ευρώπη, με ισότιμους εταίρους. Ηρθε η ώρα οι λαοί της Ευρώπης ενωμένοι, να αγωνιστούν, να παλέψουν και να διεκδικήσουν την Ευρώπη της ευημερίας των λαών, την Ευρώπη της ανάπτυξης των λαών, την Ευρώπη των λαών.

 

Σταυρούλα Αγρίου

Πολιτικός μηχανικός Msc, γραμματέας Μεταπτυχ. Δημόσιας Διοίκησης