Οι επιχειρήσεις αυτές ζητούν εξάλλου μείωση 20% του φόρου στην εμπορική ιδιοκτησία, ένα αίτημα στο οποίο εμμένουν τα βρετανικά εμπορικά καταστήματα, σύμφωνα με επιστολή τους στον Βρετανό υπουργό Οικονομικών Ρίσι Σουνάκ.
Ο φόρος στην εμπορική ιδιοκτησία δεν έχει καταβληθεί από τις βρετανικές επιχειρήσεις από τότε που άρχισε να έχει αντίκτυπο η πανδημία του νέου κορονοϊού, την περσινή άνοιξη, αλλά οφείλουν να τον καταβάλλουν εκ νέου από τον Απρίλιο, παρά το τρέχον lockdown που αναγκάζει όλα τα εμπορικά καταστήματα που δεν πωλούν απαραίτητα είδη να παραμένουν κλειστά και τα στερεί από τα εισοδήματά τους.
Οι εμπορικές επιχειρήσεις που διαθέτουν μεγάλα ακίνητα θεωρούν ότι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση λόγω του φόρου αυτού σε σύγκριση με τους γίγαντες του ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως η Amazon, η οποία έχει επωφεληθεί σε μεγάλο βαθμό των λοκντάουν που έχουν επιβληθεί στη Βρετανία.
Οι επιχειρήσεις του λιανεμπορίου προειδοποιούν στην επιστολή τους ότι μια έλλειψη μεταρρύθμισης του φορολογικού αυτού συστήματος στον προϋπολογισμό που αναμένεται να παρουσιαστεί τον Μάρτιο «θα επιβραδύνει την πορεία ανάκαμψης του τομέα των λιανικών πωλήσεων κάτι το οποίο δυνητικά απειλεί χιλιάδες θέσεις εργασίας», την ώρα που ο κλάδος αυτός είναι ένας από αυτούς που επλήγησαν χειρότερα από την πανδημία της COVID-19 και που δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν ήδη περικοπεί.
«Πιστεύουμε ότι θα πρέπει να υπάρχει ένα δίκαιο πλαίσιο (ισότιμου ανταγωνισμού) για όλους τους λιανεμπόρους, είτε λειτουργούν στο ίντερνετ είτε έχουν ένα κατάστημα, και γι’αυτό προτείνουμε έναν φόρο 1% για τις επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω του 1 εκατομμυρίου στερλινών ετησίως, όπως και μια μείωση 20% του φόρου επί της εμπορικής ιδιοκτησίας», διευκρινίζει η Tesco σε ανακοίνωσή της.
Την επιστολή αυτή υπογράφουν επίσης μεταξύ άλλων ο γενικός διευθυντής της Kingfisher, μητρικής της Castorama, Τιερί Γκαρνιέ, ο γενικός διευθυντής της Morrisons Ντέιβιντ Ποτς και ο διευθύνων σύμβουλος της Asda Ρότζερ Μπέρνλεϊ.