Ο κ. Μαργέλης εξηγεί ότι ενισχύονται τα προνόμια των τραπεζών στη διαδικασία των πλειστηριασμών ακινήτων, σε βάρος του Δημοσίου, των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και των εργαζομένων: «Τούτο το πράττουν, ενόψει της τακτικής που πρόκειται να ακολουθήσουν στο άμεσο μέλλον, όταν θα επιδιώξουν την είσπραξη των ποικιλόμορφων δανείων, που χορήγησαν με χαρακτηριστική ευκολία την περίοδο της επίπλαστης ευημερίας».
Στη δήλωσή του στην "Ε" ο κ. Μαργέλης ανέφερε αναλυτικά: «Η ψήφιση των τροποποιήσεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, αποτέλεσε μία ακόμη, την πιο εντυπωσιακή ίσως, εκδήλωση της "νομοθέτησης" που βιώνουμε τα τελευταία πέντε χρόνια, με την άνευ προηγουμένου αποδόμηση και απαξίωση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και των βουλευτών. Κεντρικός αρνητικός πρωταγωνιστής αυτή τη φορά είναι η παρούσα συγκυβέρνηση η οποία κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση πράττει ακριβώς τα αντίθετα, από αυτά που διακήρυσσε ως αντιπολίτευση. Το σχέδιο νόμου, γνωστό ως «σχέδιο Χαμηλοθώρη» από το όνομα του προέδρου της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, που ορίστηκε επί υπουργού Δικαιοσύνης Μ. Παπαϊωάννου και κατατέθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση το Νοέμβριο του 2014, είναι πλέον νόμος του κράτους. Είναι ακριβώς το σχέδιο που απέρριψε το δικηγορικό σώμα με το μαζικό πανελλαδικό δημοψήφισμα του παρελθόντος Δεκεμβρίου σε ποσοστό πάνω από 93% και το οποίο προκάλεσε την αποχή διαρκείας από τα δικαστήρια. Αποχή, η οποία ειρήσθω εν παρόδω, τελούσε σε αναστολή, λόγω της προκήρυξης των εθνικών εκλογών της 25ης Ιανουαρίου. Το ίδιο σχέδιο προκάλεσε την αντίθεση της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, μεγάλων δικαστηρίων της χώρας, δικαστικών ενώσεων, της Ενωσης Δικονομολόγων και της πανεπιστημιακής κοινότητας. Είναι ίσως η μοναδική φορά, που νομοθέτημα συναντά τη συνολική αντίθεση της νομικής κοινότητας της πατρίδας μας. Τα επιχειρήματα για την ψήφιση του σχεδίου νόμου είναι ψευδεπίγραφα, γιατί οι διατάξεις του είναι παντελώς άσχετες με τον «δημοσιονομικό εκτροχιασμό» της χώρας. Απεναντίας, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους αναφέρει στην έκθεση που συνοδεύει το συγκεκριμένο νομοθέτημα, ότι θα προκαλέσει απώλεια εσόδων του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, λόγω της αποδυνάμωσης των ισχυόντων σήμερα προνομίων τους στους πλειστηριασμούς ακινήτων. Δεν υπάρχει προηγούμενο σχέδιο νόμου, που να έχει ψηφιστεί, ενώ το συνοδεύει η ένσταση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ότι θα επιφέρει απώλεια εσόδων του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης. Είναι λοιπόν προφανές, ότι τα επιχειρήματα στοχεύουν να καλύψουν τις τράπεζες που ωφελούνται από την ψήφιση του νόμου. Ενισχύονται τα προνόμιά τους στη διαδικασία των πλειστηριασμών ακινήτων σε βάρος του Δημοσίου, των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και των εργαζομένων. Τούτο το πράττουν, ενόψει της τακτικής που πρόκειται να ακολουθήσουν στο άμεσο μέλλον, όταν θα επιδιώξουν την είσπραξη των ποικιλόμορφων δανείων, που χορήγησαν με χαρακτηριστική ευκολία την περίοδο της επίπλαστης ευημερίας. Είναι δηλαδή, απολύτως σαφές, ότι με τις νέες διατάξεις διαμορφώνουν το κατάλληλο για τα συμφέροντά τους νομικό περιβάλλον.
Προκειμένου όμως να καταστεί ευλογοφανής η ανάγκη ψήφισης αυτών των διατάξεων, προβάλλεται και τώρα ως πρόσχημα η επιτάχυνση των δικών. Ενα υπαρκτό πρόβλημα, για πολλοστή φορά, δεν επιχειρείται να λυθεί με δημιουργία και ανάπτυξη υποδομών, όπως έχει εντοπίσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου στις αλλεπάλληλες αποφάσεις του κατά της χώρας μας, αλλά με προχειρότητες και πρωτοφανείς σε κάθε περίπτωση. Ουδείς πιστεύει, ακόμη και ο πιο αδαής πολίτης, ότι μέσα σε προθεσμία 150 ημερών από την κατάθεση της αγωγής μπορεί να γίνεται η δίκη. Οχι μόνο στο μεγαλύτερο πρωτοδικείο της Ευρώπης, αυτό των Αθηνών, αλλά και στο πιο μικρό πρωτοδικείο της περιφέρειας. Τούτο είναι κοινή παραδοχή και κοινός τόπος στους παροικούντες την «δικαστικήν Ιερουσαλήμ». Και τι προτείνουν εν προκειμένω; Καταρχήν κατάργηση των μαρτύρων στα πολιτικά δικαστήρια και αναγόρευση των επισφαλών ενόρκων βεβαιώσεων, έξω από το ακροατήριο, σε κυρίαρχο αποδεικτικό μέσο. Αυτή η «βουβή δίκη» μπορεί μάλιστα να λάβει χώρα και χωρίς την παρουσία διαδίκων ή πληρεξουσίων δικηγόρων! Στη συνέχεια, προβλέπεται αν κριθεί από τον δικαστή, να επαναληφθεί η συζήτηση με αντιδικία και προφορική εξέταση του μάρτυρα σε άλλη μεταγενέστερη δικάσιμο. Ολες αυτές οι παράδοξες ρυθμίσεις, πέραν της καταστρατήγησης των αρχών της δίκαιης δίκης, θα επιφέρουν όχι μόνο αναστάτωση στα δικαστήρια, αλλά και περαιτέρω επιβράδυνση και γενικό «μπλοκάρισμα» της πορείας των υποθέσεων.
Το δικηγορικό σώμα την ύστατη ώρα, σε μια κίνηση που αν μη τι άλλο, έδειχνε ότι αντιλαμβάνεται τη συγκυρία, πρότεινε ρυθμίσεις οι οποίες αν γίνονταν δεκτές, θα καθιστούσαν αυτό το πανταχόθεν απορριφθέν σχέδιο νόμου, «οριακά και υποφερτά λειτουργικό». Δυστυχώς δεν εισακούστηκε. Η κυβέρνηση και ο υπουργός Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλος επέμειναν στην ψήφισή του. Δεν μας εξέπληξαν. Είχαν προηγηθεί τόσα εξάλλου. Υποτίθεται ότι ο κ. υπουργός δεν ήθελε το «σχέδιο Χαμηλοθώρη». Μάλιστα, όρισε νέα νομοπαρασκευαστική επιτροπή υπό τον Αρεοπαγίτη κ. Κράνη, στην οποία συμμετείχε με εκπροσώπους του το δικηγορικό σώμα, η οποία τις παραμονές της ψήφισης κατέθεσε σχέδιο αποδεκτό από όλη τη νομική κοινότητα. Ενώ λοιπόν η νέα νομοπαρασκευαστική επιτροπή εκτελούσε τις εργασίες της, η κυβέρνηση πρότεινε στην τρόικα στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, το «σχέδιο Χαμηλοθώρη» ως δική της επιλογή!… Μετά ταύτα, διερωτάται κανείς εύλογα, πώς ερμηνεύεται το αρνητικό αυτό φαινόμενο. Ως ένα ανεξήγητο σύνολο αντιφάσεων; Ως εξάλειψη κάθε ίχνους πολιτικής αξιοπιστίας; Ή η πλήρης αποδόμηση κάθε έννοιας κυρίαρχης κρατικής βούλησης;».