Παρασκευή, 23 Οκτωβρίου 2015 19:15

Μαρτυρία - σοκ για το έγκλημα στο Μοναστήρι: “Την φίμωσαν για να πεθάνειγιατί τους ήξερε»

Μαρτυρία - σοκ για το έγκλημα στο Μοναστήρι: “Την φίμωσαν για να πεθάνειγιατί τους ήξερε»

Με τις καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας κύλησε χθες η δίκη στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας όπου δικάζεται ένας 32χρονος Αλβανός, κατηγορούμενος για τη δολοφονία και τη ληστεία μιας ηλικιωμένης στο Μοναστήρι Αετού.

Την ηλικιωμένη γυναίκα κατηγορούνται ότι την χτύπησαν άγρια και την άφησαν να πεθάνει από ασφυξία μέσα στο σπίτι της 3 Αλβανοί, στις 27 Φεβρουαρίου του 2008. Οι ληστές είχαν κλείσει το στόμα της άτυχης 84χρονης γυναίκας με ένα κομμάτι ύφασμα και είχαν τυλίξει ένα κασκόλ στο πρόσωπό της για να μην μπορεί να το φτύσει. Φεύγοντας την πέταξαν στο κρεβάτι και την κουκούλωσαν με ένα σωρό βαριά ρούχα και σκεπάσματα, αφήνοντάς την να πεθάνει από ασφυξία.

Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται μόνο ο 32χρονος Αλβανός ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια φυγοδικούσε και συνελήφθη πριν μερικούς μήνες στο Μαυροβούνιο, με ένταλμα που εκκρεμούσε σε βάρος του από τις 16 Μαρτίου του 2010. Πέρυσι το Φεβρουάριο ένας άλλος 24χρονος ομοεθνής του αθωώθηκε από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας, γιατί τα αποδεικτικά στοιχεία δεν ήταν αρκετά για να οδηγηθεί το δικαστήριο με βεβαιότητα στην καταδίκη, ενώ ο τρίτος -ο οποίος ήταν τότε 17 χρόνων- έχει δικαστεί και καταδικαστεί ερήμην σε 28 χρόνια από το Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων Κυπαρισσίας. 

Ο αστυνομικός, ο οποίος κατέθεσε χθες στη δίκη, απάντησε σε ερώτηση πως τα επιβαρυντικά στοιχεία που οδήγησαν στην εμπλοκή του κατηγορούμενου είναι μια κατάθεση της φίλης του ότι είχε λεφτά μετά το έγκλημα, αλλά και το γεγονός ότι ήξερε την ηλικιωμένη γιατί δούλευε στα χτήματά της και είχε πάει σπίτι της να πληρωθεί. Επιπρόσθετα, θεώρησαν ως ύποπτη τη φυγή του μετά που τον κάλεσαν για κατάθεση, καθώς ο κατηγορούμενος εξαφανίστηκε από το Κοπανάκι όπου έμενε από 9 χρονών με τους γονείς και τον αδελφό του. 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ: «ΤΗΝ ΦΙΜΩΣΑΝ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ ΓΙΑΤΙ ΤΟΥΣ ΗΞΕΡΕ»

Ο κατηγορούμενος είχε πάει ξύλα λίγες μέρες πριν το έγκλημα στο σπίτι της γερόντισσας. Οι αστυνομικοί έμαθαν από μάρτυρες ότι ο κατηγορούμενος πληρώθηκε από την ίδια εκείνη την ημέρα. Ο μάρτυρας αστυνομικός κατέθεσε χθες ότι οι δράστες φρόντισαν να μην τους αναγνωρίσει ποτέ, φιμώνοντάς την και αφήνοντάς την να πεθάνει γιατί δεν μπορούσε να αναπνεύσει από πουθενά. Πρόσθεσε δε πως η γερόντισσα μπορεί να πέθανε πριν καν φύγουν οι δράστες από το σπίτι, επαναλαμβάνοντας ότι έχωσαν τα πανιά στο στόμα της όχι μόνο για να μην φωνάζει, αλλά γιατί ήτανε γνωστοί σε αυτήν και με το θάνατό της απέκλεισαν το ενδεχόμενο να τους αναγνωρίσει. 

Επιπλέον, 2 μέρες μετά το έγκλημα, όταν βρήκαν το πτώμα της άτυχης ηλικιωμένης, μια Ρουμάνα κάτοικος του χωριού τούς μίλησε για 3 άνδρες που είδε το βράδυ της 27ης Φεβρουαρίου να φεύγουν από το Μοναστήρι. Ενώ, σύμφωνα με την κατάθεση της φίλης του, μετά το έγκλημα ο κατηγορούμενος της έκανε ένα ακριβό για τα οικονομικά του δώρο, αξίας 160 ευρώ, και κυκλοφορούσε με χρήματα πάνω του. 

 

Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

Χθες κατέθεσαν επίσης ο πατέρας του κατηγορούμενου, ο οποίος επέμεινε ότι ο γιος του έφυγε από την Ελλάδα γιατί τσακώθηκαν και τον χτύπησε. Ο πατέρας προσπάθησε να πείσει το δικαστήριο ότι ο γιος του θίχτηκε γιατί σήκωσε χέρι πάνω του και τον χτύπησε ολόκληρο άντρα στο πρόσωπο. Οπως είπε, δεν φρόντισε τα ζώα στο στάβλο τους και τα γουρούνια κομμάτιασαν τα αρνάκια, αν και σε αρχικές του καταθέσεις, τόσο προανακριτικά όσο και στην ανάκριση, είχε πει ότι ο κατηγορούμενος έφυγε από την Ελλάδα επειδή δεν είχε νόμιμα χαρτιά και φοβήθηκε. Πάντως από έδρας επισημάνθηκε ότι το χειρότερο που θα μπορούσε να πάθει από την Αστυνομία χωρίς νόμιμα χαρτιά (τού είχε αφαιρεθεί η άδεια παραμονής γιατί κατηγορείτο ότι μετέφερε παράνομους ομοεθνείς του), θα ήταν να απελαθεί. Κάτι που δεν θα τον εμπόδιζε να μπει το πολύ σε μια εβδομάδα και πάλι στη χώρα παράνομα, όπως κάνουν όλοι οι απελαθέντες Αλβανοί.   

Ο τρίτος μάρτυρας ο οποίος κατέθεσε ήτανε ο ιδιοκτήτης καφενείου στο Κοπανάκι, το οποίο λειτουργεί και ως πρακτορείο του ΚΤΕΛ. Στην κατάθεσή του είπε ότι ο κατηγορούμενος ψαχνότανε από καιρό να φύγει, ενώ η τελευταία φορά που πήγε ως θαμώνας στο καφενείο ήτανε δύο μέρες πριν το έγκλημα. Δεν μπόρεσε όμως να θυμηθεί αν ήτανε πριν ή μετά το έγκλημα, που ο κατηγορούμενος πήγε καλοντυμένος να πάρει το λεωφορείο για την Καλαμάτα, για να συναντήσει τη φίλη του.

Το δικαστήριο διακόπηκε για την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου.     

Ν.Κ.