Κυριακή, 05 Μαϊος 2019 09:23

Μια ιστορία από τον στρατό... (ο Κώστας που γνώρισα)

Ηταν Γενάρης του 1985 όταν μ’ “ένα πλοίο, άσπρο σαν ψυγείο” βρέθηκα στη Λέσβο... Πρώτη μετάθεσή μου, ως νεοσύλλεκτος με την 173 “σειρά” (1984 Στ΄ ΕΣΣΟ στο πιο επίσημο), το 221 Τάγμα Εθνοφυλακής στην Βαρειά. “Νέος” στην μεθόριο, σ’ ένα τάγμα “μαύρο” κατά την φανταρίστικη ορολογία, όπου έπρεπε να υποστείς διάφορες “μυήσεις”... Εκτός κι αν κάποιος “παλιός” αναλάμβανε να σε προφυλάξει.

Είχα την τύχη να βρω έναν τέτοιο “παλιό”, που ήταν ΑΣΜ, συμπατριώτης δηλαδή, αλλά -πάνω απ’ όλα- ήταν καλό παιδί. Εγώ στον 1ο λόχο, αυτός “βαριοπλίτης” στον ΛΥΤ (λόχος υποστήριξης τάγματος, για τους... αμύητους στην στρατιωτική “διάλεκτο”). Λίγη σημασία είχε όμως πού ήταν ο καθένας μας, γιατί ανέλαβε -μαζί με έναν ακόμα πατριώτη μας έφεδρο βαθμοφόρο- να αποτρέψει τις άλλες “παλιοσειρές” να κάνουν τα... δικά τους.

Οι μήνες πέρασαν -δύσκολα, με συνεχείς ασκήσεις και συναγερμούς- και το φιλαράκι μου ο “βαριοπλίτης” πήρε μετάθεση, για ένα στρατόπεδο στην δυτική Μακεδονία... Χαθήκαμε... Κάποια στιγμή ήρθε το απολυτήριο, κι έξι ημέρες μετά από αυτό ήρθαν οι σεισμοί του 1986...

Ξανανταμωθήκαμε αρκετά χρόνια αργότερα, κάπως μεγαλύτεροι, όταν και οι δύο πια είχαμε βρει τον δρόμο μας στον χώρο της ενημέρωσης - αυτός με την κάμερα, εγώ με το στιλό και το μαγνητοφωνάκι.

“Πού είσαι σειρά;” τον ρώτησα και χαμογέλασε στην ηθελημένα λανθασμένη μου προσφώνηση, καθώς και οι δυο μας γνωρίζαμε ότι “μου ’ριχνε” τρεις ή τέσσερις σειρές. “Ελα ρε σειρά” απάντησε ο Κώστας με αυτό το αδιόρατο χαμόγελο που τον χαρακτήριζε...

Από τότε η προσφώνηση αυτή παρέμεινε μεταξύ μας κάτι σαν “σήμα κατατεθέν”, σαν κώδικας που οι άλλοι δεν μπορούσαν να καταλάβουν... Η ζωή μας περιστρεφόταν πάντα στον χώρο της ενημέρωσης, ο Κώστας συνέχισε να δουλεύει πίσω από την κάμερα, τόσο σε ντόπια όσο και στα περισσότερα πανελλαδικής εμβέλειας τηλεοπτικά κανάλια, πάντα μάχιμος, πάντα άψογος επαγγελματίας, πάντα στην πρώτη γραμμή του ρεπορτάζ. Ηρθε και το ραδιόφωνο, μία ακόμα από τις μεγάλες αγάπες του Κώστα.

Κι η ζωή τα ’φερε έτσι, από την παρέα στην καθημερινότητα -όπως και στα έκτακτα- της ενημέρωσης, να βρεθούμε κουμπάροι. Διπλοκούμπαροι μάλιστα, γιατί εκτός από το στεφάνι του γάμου του με την Βασιλική, έβαλα και το λάδι στο στερνοπούλι του, τον Σταυρονικόλα... Βρεθήκαμε και συνεργάτες, για ένα σύντομο διάστημα, ενώ πάντα στις μεταξύ μας κουβέντες μετέφερε την αγωνία του για τον τρόπο που κάποιοι “συνάδελφοι” θεωρούσαν ότι έπρεπε να ασκείται η δουλειά μας, κάνοντας “λάστιχο” κατά το δοκούν -ή και καταργώντας- την απαιτούμενη δεοντολογία...

Η τελευταία φορά που είδα τον Κώστα ήταν στη Μεσσήνη, το μεσημέρι της Παρασκευής 19 Απριλίου - σε μια... επεισοδιακή συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου... “Δεν πάμε για καμιά μπύρα στην πλατεία;” μου πρότεινε τελειώνοντας η συνεδρίαση. Βιαζόμουν να γυρίσω στην εφημερίδα, “άσε ρε σειρά, δεν προλαβαίνω τώρα, θα το κάνουμε την άλλη φορά” είπα...

Μόνο που δεν θα υπάρξει πια άλλη φορά... Ο Κώστας “έφυγε” από κοντά μας με έναν απίστευτα τραγικό τρόπο, κάνοντας την δουλειά του το βράδυ της Κυριακής του Πάσχα. Ούτε 12 ώρες νωρίτερα, είχαμε ανταλλάξει ευχές για την Ανάσταση...

Στον τόσο σεμνό, αθόρυβο και διακριτικό, στη δουλειά και στη ζωή του, Κώστα, ήταν ο θάνατος που ήρθε να τον χρίσει ακούσιο πρωταγωνιστή σε ένα άσχημο -στις περισσότερες εκφάνσεις του- γαϊτανάκι εκ των υστέρων εντυπώσεων και υπερβολών, προερχόμενων από μερίδα ανθρώπων των μέσων ενημέρωσης...

Σειρούλα, να με περιμένεις εκεί που είσαι τώρα, στο 221 ΤΕ του ουρανού. Για να με φυλάξεις σαν “παλιός”, για μία ακόμα φορά, από τα καψώνια των άλλων. Και τότε θα την πιούμε εκείνη την μπύρα, θα πιούμε όσες μπύρες θέλεις...

 

Βασίλης Μπακόπουλος (ΑΣΜ 107/...)