“Βλέπετε που ζω, εδώ; Σε έναν δικό μου παράδεισο…”. Έτσι με αποχαιρέτησε και χαμογέλασε ο καθηγητής Πέτρος Θέμελης, πέρυσι στις αρχές του φθινοπώρου. Καθόμασταν οι δυο μας στον κήπο του Μουσείου της Αρχαίας Μεσσήνης, όπου έμενε τους 8 από τους 12 μήνες του χρόνου, παρέα με τις σκέψεις, τα ανασκαφικά σχέδια για το αρχαιολογικό πάρκο και τις γάτες που τάιζε. “Ο δημόσιος χώρος έχει ανασκαφεί, είναι γνωστός· τα όριά του είναι γνωστά, τον είδε ο Παυσανίας, περιέγραψε τι έχει μέσα, μας λείπουν δύο ναοί: ο ένας είναι του Ποσειδώνα και ο άλλος του Δία Σωτήρα στην αγορά”. Τους δύο ναούς και δύο ιδιωτικά σπίτια σχεδίαζε να ανασκάψει και να συντηρήσει ο αείμνηστος καθηγητής για να ολοκληρώσει το έργο του. Χειμαρρώδης, ευγενής και ακούραστος μελετητής δέχτηκε πρόθυμα να ηχογραφήσουμε την κουβέντα μας, ένα πολύτιμο ντοκουμέντο για το προσωπικό μου αρχείο. “Εγώ πιστεύω ότι τούτος ο χώρος θα μείνει για πάντα τώρα, μπορεί να καταστράφηκε κάποτε μετά την κατάρρευση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την εγκατάλειψη, αλλά τώρα μετά τις ανασκαφές, τις αναστηλώσεις και τις διαμορφώσεις μας, θα πρέπει να ζήσει για πάντα. Και θα το φροντίσουν και οι μετά από εμένα…”, σχολίασε.
ΕΝΑΣ ΚΟΛΟΣΣΙΑΙΟΣ ΠΟΛΟΣ ΕΛΞΗΣ
Ο Πέτρος Θέμελης πίστευε στη δυναμική της Αρχαίας Μεσσήνης και λυπόταν γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλοι δρόμοι πρόσβασης σε αυτό τον “κολοσσιαίο πόλο έλξης” όπως έλεγε για το αρχαιολογικό πάρκο, αλλά και για τα… απόντα πάρκινγκ. “Αυτός ο κολοσσιαίος πόλος έλξης και οικονομικός πόλος έλξης για τη Μεσσηνία ολόκληρη δεν είναι προσβάσιμος όπως θα έπρεπε.
Εν πάσει περιπτώσει έχει μια δυναμική και θα εξελιχθεί πολύ καλά πιστεύω, θα το καταλάβουν κάποια στιγμή… Έχει μια δική του αυτονομία αυτός ο χώρος, ένα πάρκο που έχει μέσα και άγρια φύση, άγρια ζώα που εμένα με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, ένα πάρκο που έχει μέσα μνημεία, έχει δέντρα, έχει άγρια ζώα, έχει τα πάντα!Και ανθρώπους που κυκλοφορούν μέσα και χαίρονται αυτό το χώρο, τον καταλαβαίνουν, τον διαβάζουν, ζούνε μέσα σε αυτό, τα αγγίζουν τα μνημεία, συγκινούνται -και αυτό είναι που εμένα με κρατάει ζωντανό: να βλέπω ότι έχει απήχηση στον κόσμο και ότι έχουν ανάγκη να κατανοούν ένα τέτοιο μνημειακό συγκρότημα μιας αρχαίας πόλης στη Μεσσηνία, που να τους λέει κάτι”.
“ΕΧΩ ΟΡΕΞΗ ΝΑ ΔΟΥΛΕΨΩ”
Ο Πέτρος Θέμελης είχε στο νου του να ολοκληρώσει το έργο του για όσο ακόμη αντέξει “γιατί είμαι ισόβιος διευθυντής, μου είπε γελώντας, και έχω όρεξη να δουλέψω ακόμα· θα με ενισχύουν φαντάζομαι οι φίλοι ιδιώτες και ιδρύματα, και θα συνεχίσω για να ολοκληρώσω αυτό το έργο το οποίο είναι στο νου μου και ολοκληρώνεται όπου να ’ναι, σε 2-3-4 χρόνια”. Η Αρχαία Μεσσήνη είναι ένα κέντρο μελέτης για πολλές ειδικότητες ακόμα και για το φυσικό περιβάλλον, για την καταστροφή του περιβάλλοντος, όπως μου τόνισε, γιατί “εμείς όταν πρωτοήρθαμε εδώ 35 χρόνια πριν αρχίσαμε να μελετάμε το χώρο πώς ήταν, μελέτες για τα πάντα, για το υπόστρωμα, για τα νερά πού θα πάνε…
Σήμερα αυτές οι μελέτες είναι πολύτιμες, τον έχουν αυτό το χώρο ως πρότυπο για να εφαρμοστεί κι αλλού το σύστημα της αποχέτευσης των υδάτων, τα αντιπλημμυρικά και αντιπυρικά έργα, την στοχευμένη φύτευση -όχι πεύκα ή εύφλεκτα πράγματα-, αραιωμένα δέντρα μέσα να περιβάλλουν τα μνημεία χωρίς να τα ενοχλούν.
Εγώ συνεχίζω με διαμορφώσεις, καθιστικά, σκιάδια, να κατευθύνουμε σωστά τα ρεύματα των επισκεπτών να μην χάνονται μέσα στον τεράστιο αυτό χώρο”.
Η ΜΕΣΟΒΕΖΙΚΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Όταν ζήτησα τη γνώμη του για το αν θα ταιριάξει αισθητικά με το χώρο το νέο μουσείο που πρόκειται να κατασκευαστεί, ακούστηκε ανακουφισμένος “γιατί δεν… καρφώνουμε ένα μεγάλο καινούργιο μπετονένιο μουσείο”, αλλά όπως είπε “έχει δρομολογηθεί μια μεσοβέζικη λύση: μια επέκταση χωρίς να χαλάσουμε αυτό το Ορλανδικό που έχει μια ιστορικότητα”. Και εξήγησε πως “αυτό το μουσείο στο οποίο βρισκόμαστε, είναι δημιούργημα του αρχιτέκτονα Ορλάνδου· είναι μισό, δεν το έχει ολοκληρώσει και θα γίνει μια μοντέρνα προσθήκη -αφού φύγουν τα λυόμενα για τους συνεργάτες μου- σχηματίζοντας ένα “γάμμα”. Μάλιστα, πέρυσι το φθινόπωρο, ο καθηγητής είπε ότι από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας έκαναν σε συνεργασία τη μουσειολογική μελέτη, και πως “ετοιμάζω και εγώ ένα σχέδιο, γιατί πρέπει να γίνει μια πρόταση, να εκτιμηθεί από τα συμβούλια στο υπουργείο Πολιτισμού και ο αρχιτέκτων να ξέρει τη χωρητικότητα, τι αρχαία έχουμε, τι θα βάλουμε και πώς θα τα θέσουμε σε τι ενότητες θεματολογικές και ούτω καθεξής”.
18.000 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΣΤΙΣ ΑΠΟΘΗΚΕΣ
Στη μοντέρνα σύνδεση με βάθος και χώρους, σίγουρα δεν θα χωρέσουν όλα τα αρχαία από τις τρεις υπόγειες αποθήκες που αριθμούν συνολικά 18.000 αντικείμενα. “Ποτέ σε κανένα μουσείο δεν μπαίνουν όλα, η χωρητικότητα δεν είναι τεράστια, αλλά οπωσδήποτε θα είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που έχει τούτο το μουσειάκι” ανέφερε και πρόσθεσε πως θα πρότεινε στην Εφορεία Αρχαιοτήτων “να γίνει αυτό το μουσείο χώρος περιοδικών εκθέσεων, επίσης, να φύγουν αυτά τα αρχαία όλα να πάνε στο καινούργιο και να εξοπλιστούν οι αίθουσες με οπτικοακουστικά μέσα, όπου ο επισκέπτης θα ενημερώνεται, θα βλέπει ταινίες κλπ., καθώς η ανασκαφή θα συνεχίζεται”. Γιατί, είπε, “μπορεί να έχουμε αποκαλύψει σχεδόν το 90% του κεντρικού δημόσιου χώρου, αλλά σπίτια ακόμη δεν έχουμε σκάψει. Θα έπρεπε ενδεικτικά ένα - δύο σπίτια, όχι μια πόλη ολόκληρη δεν μπορείς να την σκάψεις, είναι αδύνατο”, είπε γελώντας και πρόσθεσε ότι “δεν πρέπει να το κάνεις αυτό γιατί μετά δεν μπορείς πλέον να τα συντηρήσεις αυτά”.
ΔΥΟ ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΣΠΙΤΙΑ ΚΑΙ ΔΥΟ ΝΑΟΙ
Δύο ιδιωτικά σπίτια, τα οποία εντόπισαν με τη χρήση γεωραντάρ και τεχνολογία ηλεκτρομαγνητικής ανίχνευσης, για την απεικόνιση αντικειμένων στο υπέδαφος. “Ξέρουμε τι είναι από κάτω, ποια είναι τα καλύτερα ιδιωτικά σπίτια για να αξίζει να τα ανασκάψεις και να τους δώσεις μια μορφή μια αναστήλωση. Αυτό μένει κατ’ ουσία. Ο δημόσιος χώρος έχει ανασκαφεί, είναι γνωστός· τα όριά του είναι γνωστά, τον είδε ο Παυσανίας, περιέγραψε τι έχει μέσα, μας λείπουν δύο ναοί: ο ένας είναι του Ποσειδώνα και ο άλλος του Δία Σωτήρα στην αγορά. Και υπάρχουν δύο κτήματα τα οποία είναι υποψήφια να αγοραστούν το φθινόπωρο φέτος ή του χρόνου (σ.σ. πέρυσι ή φέτος το φθινόπωρο) και να σκάψουμε εκεί. Εκεί είναι σίγουρα οι ναοί, γιατί κάναμε τομές παλιά και είχαμε εντοπίσει ίχνη”. Ο Πέτρος Θέμελης ήξερε ότι δεν θα έβγαζε στο φως ένα νέο Ασκληπιείο, αλλά με την αποκάλυψη των δύο ναών “θα βγάλουμε ένα ερειπιώνα και θα τον μελετήσουμε, θα τον αναστηλώσουμε και νομίζω θα ολοκληρωθεί πλήρως ο χώρος αυτός, ό,τι είδε ο Παυσανίας το 2ο μ.Χ. αιώνα πριν καταρρεύσει η πόλη και παρακμάσει”.