Πέμπτη, 23 Ιουλίου 2015 13:02

Πάνος Καζάκος: Να μην χαθεί η ευκαιρία για ανάκαμψη

Πάνος Καζάκος: Να μην χαθεί η ευκαιρία για ανάκαμψη

Μία κριτική στους κριτικούς

Η δήλωση της Συνόδου Κορυφής της ευρωζώνης (12.7.2015) καθόρισε ουσιαστικά έναν οδικό χάρτη με κατάληξη ένα πρόγραμμα προσαρμογής με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Προβλέπει προαπαιτούμενα και χρηματοδοτική κάλυψη επειγουσών αναγκών («χρηματοδοτική γέφυρα»). Επομένως είναι ένα προσύμφωνο για το πώς θα καταλήξουμε σε συμφωνία. 

Μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής η ελληνική κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα αξιοπιστίας στο εξωτερικό. Μετά τη συμφωνία και την έναρξη διαδικασιών εφαρμογής της έχει να αντιμετωπίσει και ένα πρόβλημα αξιοπιστίας στο εσωτερικό της χώρας, αφού το προηγούμενο διάστημα συντηρούσε ανεδαφικές, όπως αποδείχθηκε, προσδοκίες, που εκδηλώθηκαν εκκωφαντικά στο 62% όχι του δημοψηφίσματος. Αυτό το εσωτερικό πρόβλημα αξιοπιστίας μπορεί να έχει πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.  Πάντως, η απόφαση του πρωθυπουργού να αποτρέψει τα χειρότερα μέσω μιας συμφωνίας με τους θεσμούς ήταν μια πράξη ευθύνης -για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του Max Weber. Πράξη ευθύνης ήταν και η στήριξη που παρείχαν κόμματα της αντιπολίτευσης. 

Αυτή η συμφωνία περιλαμβάνει επώδυνα μέτρα, αλλά θα πρέπει να κριθεί στο σύνολό της. Το μείζον διακύβευμα ήταν και παραμένει να αλλάξει ο τρόπος λειτουργίας του κράτους και της οικονομίας. 

Καθώς άρχισε να εφαρμόζεται το προσύμφωνο, οι πολιτικές αναταράξεις δυσκολεύουν την εφαρμογή του και προϊδεάζουν για τις επερχόμενες δυσκολίες ως την ολοκλήρωση της διαδικασίας τις επόμενες εβδομάδες. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να αιτιολογήσουμε συμπυκνωμένα γιατί δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία, ενάντια σε ορισμένες αποφθεγματικού τύπου κριτικές.  

Πρώτον, η εναλλακτική λύση ήταν και παραμένει μια άτακτη χρεοκοπία και χαοτική έξοδος από την ευρωζώνη που θα είχαν ανυπολόγιστες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις. Οι διάφορες ιδέες που κυκλοφορούσαν εν κρυπτώ από μαθητευόμενους μάγους θα επέτειναν απλώς το χάος. Μια πρώτη ιδέα για το τι θα συμβεί αν δεν εφαρμοσθεί η συμφωνία της 12ης Ιουλίου μας έδωσαν οι εξελίξεις μετά την εισαγωγή των capital controls και την προκήρυξη του δημοψηφίσματος. Αν μάλιστα καταλήξουμε σε επιστροφή στη δραχμή, που η κυβέρνηση δεν επιθυμεί, η χώρα θα εμπλακεί σε ένα φαύλο κύκλο υποτιμήσεων και πληθωρισμού και απότομη καθίζηση του βιοτικού επιπέδου. Το ΔΝΤ έχει υπολογίσει ότι η υποτίμηση έναντι του ευρώ θα ήταν 50%, πράγμα που θα σήμαινε πληθωρισμό στο 35% και μείωση του ΑΕΠ κατά 8%. Η τελική συμφωνία με τους θεσμούς που πλέον διαφαίνεται στον ορίζοντα είναι σημαντική για να αποφύγουμε τα χειρότερα σε βάθος δεκαετίας. Σε άλλη διατύπωση: Η ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας παρά τις πολιτικές - ιδεολογικές δυσκολίες, ήταν και παραμένει σε όρους γενικής ευημερίας προτιμότερη από την παράταση της εκκρεμότητας ή και από μια ενδεχόμενη  άτακτη χρεοκοπία.

Δεύτερον, τα μέτρα ως σύνολο αντέχουν στην οικονομική κριτική καθώς δεν περιορίζονται σε αυξήσεις φόρων, επομένως ο συμβιβασμός, αν και όχι χωρίς προβλήματα, είναι με οικονομικά κριτήρια βιώσιμος. Περιέχει μια σημαντική αναπτυξιακή πτυχή (ορισμένες κρίσιμες μεταρρυθμίσεις + χρηματοδοτήσεις). Ο φόβος ότι θα αποτύχει ή ότι «έχει ήδη αποτύχει» είναι με οικονομικά κριτήρια αβάσιμος. Ειδικά τα στοιχεία της συμφωνίας που αφορούν σε χρηματοδοτήσεις, βοήθεια και  επενδύσεις είναι κρίσιμα για να εξουδετερωθούν οι υφεσιακές επιπτώσεις των νέων φορολογικών μέτρων. 

Το επιχείρημα ότι μετά την έξοδο από την ευρωζώνη και ένα αρχικό «σοκ» η οικονομία θα ανέκαμπτε γρήγορα κυρίως γιατί η υποτίμηση θα βελτίωνε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, είναι αίολο γιατί, ανάμεσα σε άλλα,  παραγνωρίζει ότι (α) με την έξοδο από την ευρωζώνη θα έκλεινε η στρόφιγγα των εξωτερικών πόρων, (β) η επιστροφή στη δραχμή θα οδηγούσε κατά πάσα πιθανότητα στον φαύλο κύκλο υποτιμήσεων και πληθωρισμού και εν τέλει σε μια ακόμα σκληρότερη λιτότητα, (γ) παραγνωρίζει τις διαρθρωτικές υστερήσεις της χώρας και (δ) σε τέτοιες διεργασίες πληρώνουν τον λογαριασμό οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες! Ολα αυτά χωρίς να υπολογίσουμε τις χαοτικές καταστάσεις που θα προκαλούσε μεταβατικά η παντελής έλλειψη προετοιμασίας.  

Τρίτον, από θεσμική άποψη η εξέλιξη θα ισοδυναμεί με «μερική αλλαγή καθεστώτος» με την έννοια ότι θα εξαλειφθούν οι παθογένειες του σημερινού κρατικιστικού προτύπου. Οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται έπρεπε να είχαν γίνει από καιρό (με ή χωρίς μνημόνια). Αν τώρα πραγματοποιηθούν με συνέπεια, έστω υπό τις παρούσες δυσμενείς συνθήκες, τότε οι εσωτερικές δομές τη χώρας σε δημόσια διοίκηση, δικαιοσύνη, φορολογικούς θεσμούς, ρυθμιστικό σύστημα των αγορών κ.λπ. θα προσαρμοσθούν στα δεδομένα της ΕΕ και θα επιτρέψουν την επιστροφή σε διατηρήσιμη (δηλαδή όχι πρόσκαιρη) ανάπτυξη σε συνδυασμό βεβαίως με την περαιτέρω ροή εξωτερικών πόρων για την ανάπτυξη.  

Τέταρτον, είναι παραπλανητικό να συγκρίνεται η δήλωση της Συνόδου Κορυφής με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών η οποία τότε επέβαλε στη Γερμανία με τεράστιες αποζημιώσεις για τις καταστροφές που προκάλεσε στους γείτονες, ενώ η Σύνοδος Κορυφής προβλέπει αντίθετα την αποκατάσταση της ομαλής ροής δανείων και δωρεάν βοήθειας στην Ελλάδα. Τέτοιες ερμηνείες καθώς και ο ανέμελος χαρακτηρισμός της όλης διαδικασίας ως «πραξικοπήματος» αποκαλύπτουν άγνοια της ιστορίας και έλλειψη λογικής. Οπωσδήποτε τροφοδοτούν τα αρνητικά ανακλαστικά ευρύτερων κοινωνικών ομάδων και εμποδίζουν την ορθολογική συζήτηση για τα συγκεκριμένα μέτρα. 

Οι επόμενοι μήνες και ίσως τα επόμενα 2-3 χρόνια θα είναι δύσκολα για την πολιτική, την κοινωνία και την οικονομία. Κατά τη γνώμη μας το έργο της προσαρμογής και της ανάκαμψης επιβάλλει ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις, που φαίνεται ότι διαμορφώνονται σε μονιμότερη βάση στο πολιτικό επίπεδο (όπως δείχνουν οι συγκλίσεις τμημάτων της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της αντιπολίτευσης στις ψηφοφορίες για τα προαπαιτούμενα) και, οπωσδήποτε, κριτική επανεξέταση («αναστοχασμό» λέγουν οι φιλόσοφοι) ιδεών που συνόδευσαν και πρακτικών που σημάδεψαν την πορεία προς την κρίση και εμπόδισαν την έξοδο από αυτή!

Του Πάνου Καζάκου

Προέδρου Συμβουλίου του ΤΕΙ Πελοποννήσου και καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών