Ενα έργο επίκαιρο, όπως επισημαίνει ο Ν. Μπογιόπουλος, γιατί «μιλάμε για τον φασισμό, που αξιοποιεί την φτωχοποίηση πλατιών κοινωνικών στρωμάτων για να διεισδύει στην κοινωνική συνείδηση και να αποκτήσει κοινωνική βάση».
Πάντως, όπως σημειώνει ο γνωστός δημοσιογράφος σχετικά με τη συμμετοχή του στην πιο πάνω παράσταση, «δεν υπάρχει ηθοποιός Μπογιόπουλος. Είναι ένας δημοσιογράφος που εμφανίζεται μετά το τέλος του έργου».
- Ποιο είναι το σκεπτικό για την παρουσία σου στην παράσταση του έργου “Η Ανάκριση” του Πέτερ Βάις;
«Η συμμετοχή μου δεν είναι συμμετοχή ηθοποιού. Δεν είμαι ηθοποιός, εμφανίζομαι ως αυτό που είμαι, δημοσιογράφος. Πριν από τρία χρόνια, όταν ο θίασος του Κώστα Καζάκου ανέβασε την παράσταση στην Αθήνα, αποδέχτηκα την πρόταση να συμμετάσχω λόγω του περιεχομένου του έργου, ένα συγκλονιστικό έργο του Πέτερ Βάις το οποίο δυστυχώς είναι κάτι περισσότερο από επίκαιρο και στην Ελλάδα. Αυτός είναι ο λόγος της συμμετοχής μου και στην παράσταση του Σαββάτου, στην Καλαμάτα. Ο δεύτερος και εξίσου σημαντικός λόγος είναι η σχέση μου με τον Αντώνη Κατσά. Μου το ζήτησε και ήταν αυτονόητο ότι θα ανταποκρινόμουν. Δεν υπάρχει, λοιπόν, ηθοποιός Μπογιόπουλος. Είναι ένας δημοσιογράφος που εμφανίζεται μετά το τέλος του έργου».
- Είπες ότι το έργο αυτό είναι επίκαιρο; Για ποιον λόγο;
«Μιλάμε για τον φασισμό. Ο φασισμός αξιοποιεί την φτωχοποίηση πλατιών κοινωνικών στρωμάτων για να διεισδύει στην κοινωνική συνείδηση και να αποκτήσει κοινωνική βάση. Μετέρχεται την δήθεν αντισυστημική δημαγωγία ώστε να ποζάρει σαν κάτι που έρχεται από το μέλλον, ενώ αποτελεί το πιο αντιδραστικό και σκουριασμένο έκτρωμα της σήψης του καπιταλισμού. Αξιοποιεί την αποδυνάμωση των δημοκρατικών, πολιτικών και κοινωνικών ελευθεριών. ''Παίζει'' με το αίσθημα εθνικής αξιοπρέπειας. Χρησιμοποιεί ως λίπασμα μετατροπής του πατριωτισμού σε σοβινισμό τον εθνικό μηδενισμό, που τον πλασάρουν με τη μάσκα του ''διεθνισμού'' οι ιδεολογικοί φορείς του κεφαλαίου, που δεν έχει πατρίδα.
Οι φασίστες μετατρέπουν την εθνική υπερηφάνεια του λαού για το παρελθόν του, για τους αγώνες του, για τη γλώσσα του, για την καταγωγή του, για τον τόπο του, για τα ιστορικά επιτεύγματά του, από εργαλείο φιλίας μεταξύ των λαών και εμπλουτισμού του ανθρώπινου πολιτισμού, σε ''μαχαίρι'' του μισανθρωπισμού. Οι φασίστες μαγαρίζουν την έννοια του πατριωτισμού. Κατακρεουργούν και πλαστογραφούν ολόκληρη την ιστορία του κάθε λαού, για να παρουσιαστούν σαν απόγονοι και συνεχιστές του κάθε τι ανώτερου και ηρωικού στο παρελθόν του. Φασίστες, από τους οποίους βγήκαν οι Τσολάκογλου και οι Λογοθετόπουλοι, παριστάνουν τους ''μαχητές της Πίνδου''! Και φυσικά επωάζεται σε συνδυασμό με την αδυναμία του εργατικού κινήματος να βρεθεί στο ύψος των περιστάσεων της επίθεσης που δέχεται. Τι από αυτά δε ισχύουν σήμερα στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον κόσμο;».
- Με βάση τη δήλωσή σου ότι στο έργο εμφανίζεσαι ως αυτό που είσαι, ως δημοσιογράφος δηλαδή, τι θα μπορούσαμε να πούμε για το ρόλο του δημοσιογράφου στις ημέρες μας, για τον τρόπο που παρουσιάζονται τα πράγματα; Καταγραφέας γεγονότων ή εκφραστής -ίσως και διαμορφωτής- άποψης;
«Σχηματικά θα χώριζα τους δημοσιογράφους σε δυο κατηγορίες: Η πρώτη και πολυπληθής είναι οι εργάτες του λόγου που από άποψη θέσης, είτε το αντιλαμβάνονται είτε όχι, ουδεμία σχέση έχουν με τη δεύτερη ολιγάριθμη κατηγορία, που όσοι την συγκροτούν, συμμετέχοντας στο τρίγωνο ''οικονομική εξουσία - πολιτική εξουσία - μιντιακή εξουσία'', μόνο καταχρηστικά μπορούν να καμώνονται τους τιμητές της τιμής του δημοσιογραφικού κόσμου.
Από εκεί και πέρα, όταν το κουμάντο στο χώρο του Τύπου, και όχι μόνο, διαμορφώνεται με τους όρους που περιέγραφε ο Oρσον Ουέλς στον ''Πολίτη Κέιν'', ήδη από το 1941, τότε όσοι ''Τερτσέτηδες'' και ''Πολυζωίδηδες'' κι αν υπάρχουν στο χώρο της δημοσιογραφίας -και τέτοιοι υπήρχαν και θα υπάρχουν σε όλες τις συνθήκες- ας μην υπάρχουν αμφιβολίες: Θα κατισχύσει εκείνος που εκπροσωπεί την ισχύ των μίντια και τη διαβρωτική φύση της εξουσίας.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι αν τα συμφέροντα της οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας είναι με το Μνημόνιο, τότε όσο κι αν τρέξει ο ρεπόρτερ για να καλύψει αντικειμενικά την απεργία, τη διαδήλωση, την κινητοποίηση ενάντια στο Μνημόνιο, εκείνο που θα μεταδοθεί το βράδυ ως είδηση θα είναι ''ζήτω το Μνημόνιο, κάτω οι ταραξίες''. Αν τα συμφέροντα της διεθνούς ελίτ εξυπηρετούνται από τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, την ώρα που ο λαός θα πληρώνει ''αθανάτους'', ταυτόχρονα θα υφίσταται και την πλύση εγκεφάλου για το ''εθνικό ολυμπιακό ιδεώδες''. Ας αγανακτεί η κοινωνία με τις τράπεζες όσο θέλει. Αυτό που θα πλασαριστεί σαν ''είδηση'' θα είναι η ''ανάγκη να ανακεφαλαιοποιηθούν''. Ας φωνάζει η κοινωνία για τις αυξήσεις στα διόδια από το πρωί μέχρι το βράδυ. Αν θυμηθείτε ένα ρεπορτάζ στο Mega, στα 25 χρόνια που εκπέμπει, που να καταγγέλλει τις αυξήσεις στα διόδια, τρυπήστε μου τη μύτη...
Τα παραπάνω, φυσικά, κάθε άλλο παρά μειώνουν την απαίτηση από τον δημοσιογράφο να ασκεί το ρόλο του με αξιοπρέπεια. Κάθε άλλο παρά τον απαλλάσσουν από το καθήκον της ηθικής – επαγγελματικής αρτιότητας. Κάθε άλλο παρά αναιρούν το στοιχείο της προσωπικής ευθύνης οποιουδήποτε παίρνει ένα μαρκούτσι στο χέρι και δεν ξέρει τι λέει ή αρπάζει έναν υπολογιστή και δεν ξέρει τι γράφει. Κάθε άλλο παρά αμφισβητούν το ουσιαστικό νόημα όσων έγραφε ο Καμύ το 1939, όταν στο μανιφέστο του για τον ''ελεύθερο δημοσιογράφο'' εξαιρούσε τη δημοσιογραφία που υπηρετεί τη ''σαθρή ανοησία'', την ''οργανωμένη νωθρότητα'' και την ''επιθετική βλακεία''. Αντίθετα, τα προηγούμενα, καταδεικνύουν ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός: Oτι στο πλαίσιο της συστημικής λειτουργίας του Τύπου, που ορίζεται από το ιδιοκτησιακό του καθεστώς, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος για τους δημοσιογράφους να μετατραπούν, είτε ενσυνείδητα είτε εξ αντικειμένου, σε μέρος του προβλήματος».
- Το καθεστώς του τρόμου που επιβάλλουν οι βομβιστικές επιθέσεις και τα μέτρα περιχαράκωσης που υιοθετούνται, πιστεύεις ότι αποτελούν την επανάληψη των συνθηκών που οδήγησαν -πριν 7 και πλέον δεκαετίες- στα πογκρόμ των μειονοτήτων και τη λειτουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης στην καρδιά της Ευρώπης;
«Ζούμε συνθήκες μεσοπολέμου. Από τα οικονομικά ''πιγκς'', τα ''γουρούνια'' του Νότου, πήγαμε στους πνιγμένους Αϊλάν, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης πίσω από κλειστά σύνορα και στην Ευρωπαϊκή Ενωση στο ρόλο του μεγαλύτερου διακινητή και δουλέμπορου προσφύγων σε ένα παζάρι ''τόσα γρόσια το κεφάλι'' με την Τουρκία.
Ταυτόχρονα, με αφορμή τις δολοφονικές επιθέσεις σε Παρίσι και Βρυξέλλες ακούσαμε ότι ''έχουμε πόλεμο''. Πράγματι, έχουμε πόλεμο. Αλλά καθώς το έγκλημα είναι πολύ μεγάλο για να αντέξει κανείς την υποκρισία των δακρυσμένων κροκόδειλων του ιμπεριαλισμού, ας είμαστε σαφείς: Οι πόλεμοι είναι δικοί τους. Δικά μας είναι μόνο τα θύματα. Ο πόλεμός τους για τα πετρέλαια, για την ενέργεια, για τον έλεγχο των αγορών, για την επέκταση και την ανακατανομή της οικονομικής και γεωστρατηγικής ισχύος τους, είναι οι νεκροί μας. Ο πόλεμός τους είναι οι νεκροί μας! Οι ιμπεριαλιστές, οι ''σύμμαχοί'' μας του ΝΑΤΟ, οι ''εταίροι'' μας της ΕΕ, αυτοί που όσους πρόσφυγες δεν πνίγουν στο Αιγαίο και δεν εγκλωβίζουν στην Ελλάδα τους ''παζαρεύουν'' με την Τουρκία, έφεραν την τρέλα του πολέμου τους στα σπίτια μας. Το κόκκινο του αίματος των αθώων, που χρόνια τώρα χύνεται στη Δαμασκό και στη Βαγδάτη, το ίδιο κόκκινο και το ίδιο αθώο χύνεται τώρα στο Μπατακλάν και στις Βρυξέλλες. Για τα μονοπώλια και τις πολυεθνικές του πετρελαίου, για τους εργολάβους της ενέργειας και τους πολιτικούς ιθύνοντες της παγκόσμιας γεωπολιτικής σκακιέρας, οι νεκροί στις Βρυξέλλες, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στη Μαδρίτη, στη Νέα Υόρκη, λογίζονται σαν μια ''παράπλευρη απώλεια'', από την οποία οι Φρανκενστάιν κερδίζουν και πάλι, αξιοποιώντας πολιτικά και οικονομικά τον τρόμο, ρίχνοντας λίπασμα στον φασισμό και στην Ακρα Δεξιά, φαλκιδεύοντας ελευθερίες, κάνοντας διασύνδεση του προσφυγικού – μεταναστευτικού με την τρομοκρατία, πουλώντας ''ασφάλεια'' και βρίσκοντας άλλοθι για νέες ιμπεριαλιστικές επιδρομές.
Τα φρικιαστικά εγκλήματα, η ανείπωτη τρέλα των δολοφονιών ενισχύει τις φωνές περί επιστροφής της ''11ης Σεπτέμβρη'', αυτή τη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος. Πράγμα που σημαίνει ότι το ρολόι πάει ακόμα πιο πίσω. Το ρολόι θα επιχειρηθεί από τους ''προστάτες'' μας να γυρίσει σε τέτοιες εποχές και σε τέτοιες συνθήκες ανασφάλειας και φαλκίδευσης των κοινωνικών ελευθεριών, που αξίζει να ακούσουμε την προειδοποίηση του Φραγκλίνου: Οσοι δέχονται να θυσιάσουν στοιχειώδεις ελευθερίες στο όνομα της ασφάλειας, δεν αξίζουν ούτε ελευθερία ούτε ασφάλεια…».