Κυριακή, 03 Αυγούστου 2014 08:08

Δημήτρης Βελισσαρίου: "Οι επιπτώσεις της κρίσης στα ΤΕΙ μεγαλύτερες από τα Πανεπιστήμια"

Δημήτρης Βελισσαρίου: "Οι επιπτώσεις της κρίσης στα ΤΕΙ μεγαλύτερες από τα Πανεπιστήμια"

“Αναδιαρθρώσεις της ανώτατης παιδείας, όπως αυτές που αποπειράθηκαν με το σχέδιο ''Αθηνά'', δεν θα αποδώσουν ουσιαστικά αποτελέσματα αν δεν γίνονται μακριά από οποιεσδήποτε ''πολιτικοκοινωνικές'' επιρροές και οπωσδήποτε μέσα σε ένα σαφές περίγραμμα ''στρατηγικού σχεδιασμού'', με μοναδικό γνώμονα την επιστημονική και οικονομική ανάπτυξη σε μεγάλο βάθος χρόνου.

Κριτήρια όπως ''ελκυστικότητα'', ''πρώτη προτίμηση'' κ.λπ. που είναι βραχυπρόθεσμα ή και εφήμερα, δεν έχουν θέση σε ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό”.

Την πιο πάνω θέση διατυπώνει, μιλώντας στην “Ε” ο πρύτανης του ΤΕΙ Πελοποννήσου Δημήτρης Βελισσαρίου, τονίζοντας παράλληλα, με χαρακτηριστικό τρόπο: “Πόσες Ιατρικές, Νομικές ή Πολυτεχνικές σχολές θα πρέπει να γίνουν για να ικανοποιηθούν οι ''προτιμήσεις'' της ελληνικής οικογένειας για τις σπουδές των παιδιών τους; Και μάλιστα όταν ο αριθμός των πτυχιούχων αυτών των σχολών στη χώρα μας έχει ξεπεράσει μακράν και προ πολλού τον μέσο ευρωπαϊκό όρο;”.

Οπως παρατηρεί, εξ άλλου, “οι επιπτώσεις της κρίσης στα ΤΕΙ ειδικότερα είναι πολύ χειρότερες από ό,τι στα Πανεπιστήμια. Ο κύριος λόγος είναι η ελλειμματική στελέχωση των ΤΕΙ, όχι μόνο σε διοικητικό αλλά κυρίως σε εκπαιδευτικό προσωπικό, που ήδη προϋπήρχε της κρίσης. Η μείωση κατά 90% αυτού του προσωπικού, τα δύο τελευταία χρόνια, λόγω ''μνημονιακής δέσμευσης'', οδηγεί πολλά ΤΕΙ σε πραγματικό αδιέξοδο”.

Οσον αφορά στο ΤΕΙ Πελοποννήσου, ειδικότερα, ο Δ. Βελισσαρίου ξεκαθαρίζει ότι “η λύση έκτακτου διδακτικού προσωπικού είναι ασφαλώς ένα ημίμετρο” καθώς -όπως τονίζει- “το σοβαρό πρόβλημά μας είναι η υποστελέχωσή μας σε μόνιμο καθηγητικό προσωπικό, που συνεχώς επιδεινώνεται, λόγω συνταξιοδοτήσεων”.

Παρ’ όλα αυτά, ο πρύτανης του Ιδρύματος επισημαίνει ότι γίνονται σημαντικά βήματα στο ΤΕΙ Πελοποννήσου -“η διοίκησή μας έθεσε, από την αρχή, στόχους όπως η ενίσχυση των ακαδημαϊκών χαρακτηριστικών του Ιδρύματος (της οργάνωσης μεταπτυχιακών σπουδών, ενίσχυση της ακαδημαϊκής εκπαιδευτικής διαδικασίας, της έρευνας, της ακαδημαϊκής εξωστρέφειας, κ.ά.), η εξωστρέφεια στην κοινωνία (Διά βίου μάθηση, επιχειρηματικότητα, συνεργασίες). Πολλοί από αυτούς τους στόχους έχουν ήδη αρχίσει να παίρνουν σάρκα και οστά” σημειώνει.

 


 

Συνέντευξη στον Βασίλη Μπακόπουλο

- Πώς θα περιγράφατε την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα ΑΕΙ στη χώρα μας, έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι η ανώτατη παιδεία διανύει περίοδο κρίσης;

“Οταν μία χώρα περνάει μία σοβαρή περίοδο κρίσης, σε πολλαπλά επίπεδα, είναι φυσικό αυτό να έχει σοβαρό αντίκρισμα σε οποιαδήποτε έκφανση του δημόσιου βίου. Ειδικότερα στην ανώτατη εκπαίδευση (ή παιδεία, όπως θα ήταν ορθότερο να λέμε), η κρίση έχει πολύ σοβαρό αντίκτυπο.

Τα ΑΕΙ (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ) έχουν ως κύριο οικονομικό πόρο την κρατική επιχορήγηση. Η δραστική και συνεχής μείωση αυτής της επιχορήγησης, απόρροια της γενικότερης κρίσης, καθώς και οι χειρισμοί της Πολιτείας στα θέματα του διδακτικού και του διοικητικού προσωπικού (διαθεσιμότητες, απολύσεις διοικητικού προσωπικού, ''πάγωμα'' διορισμών σε διοικητικό, αλλά και σε διδακτικό προσωπικό, -ακόμα και στα πλαίσια της κάλυψης των κενών από συνταξιοδοτήσεις, λαμβανομένου υπόψη και του 10 προς 1- με αντίστοιχη και συνεχή μείωση έως μηδενισμού των πόρων για έκτακτο εκπαιδευτικό προσωπικό), σίγουρα έχουν οδηγήσει τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας σε κρίση, της οποίας το τέλος δεν φαίνεται ούτε στο βάθος του οποιουδήποτε ''τούνελ''.

Υπενθυμίζω απλώς ότι πριν από λίγες μέρες το ΥΠΑΙΘ ζήτησε από τα Ιδρύματα μείωση στις λειτουργικές δαπάνες για το 2015 έως και 25%”.

- Οι κατά καιρούς επεμβάσεις - παρεμβάσεις της Πολιτείας στο πλαίσιο των ΑΕΙ - ΤΕΙ έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα από τους εμπνευστές τους αποτελέσματα;

“Η διατύπωση της ερώτησής σας καταδεικνύει και το ουσιαστικό πρόβλημα: η ρεαλιστική και αληθινή φράση ''κατά καιρούς επεμβάσεις-παρεμβάσεις'' θα έπρεπε να είναι στην πραγματικότητα ''στρατηγικός σχεδιασμός''. Αυτό βέβαια είναι μια φράση ''κλισέ'' επί παντός επιστητού, αλλά ειδικότερα στην ανώτατη εκπαίδευση μιας χώρας οφείλει να είναι ''εκ των ων ουκ άνευ''.

Στα πλαίσια αυτά, αναδιαρθρώσεις της ανώτατης παιδείας, όπως αυτές που αποπειράθηκαν με το σχέδιο ''Αθηνά'', δεν θα αποδώσουν ουσιαστικά αποτελέσματα αν δεν γίνονται μακριά από οποιεσδήποτε ''πολιτικοκοινωνικές'' επιρροές και οπωσδήποτε μέσα σε ένα σαφές περίγραμμα ''στρατηγικού σχεδιασμού'', με μοναδικό γνώμονα την επιστημονική και οικονομική ανάπτυξη σε μεγάλο βάθος χρόνου. Κριτήρια όπως ''ελκυστικότητα'', ''πρώτη προτίμηση'' κ.λπ. που είναι βραχυπρόθεσμα ή και εφήμερα, δεν έχουν θέση σε ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Πόσες Ιατρικές, Νομικές ή Πολυτεχνικές σχολές θα πρέπει να γίνουν για να ικανοποιηθούν οι ''προτιμήσεις'' της ελληνικής οικογένειας για τις σπουδές των παιδιών τους; Και μάλιστα όταν ο αριθμός των πτυχιούχων αυτών των σχολών στη χώρα μας έχει ξεπεράσει μακράν και προ πολλού τον μέσο ευρωπαϊκό όρο;

Είναι λοιπόν απαραίτητος ο ανασχεδιασμός της ανώτατης παιδείας με κριτήρια παιδείας, αλλά και οικονομίας, και για να είμαστε ορθολογιστές θα πρέπει να πούμε ότι το σχέδιο "Αθηνά" -με τις όποιες αδυναμίες εμφάνισε κατά την εφαρμογή του-, ήταν ένα σαφές πρώτο βήμα και κάθε ταξίδι ξεκινάει με το πρώτο βήμα”.

 - Υπάρχει επικοινωνία της Πολιτείας με την ακαδημαϊκή κοινότητα στην προσπάθεια που επιχειρείται για την αναμόρφωση της ανώτατης παιδείας; Ποια είναι η στάση της εν λόγω κοινότητας μέχρι τώρα;

“Υπάρχει επικοινωνία στα πλαίσια των συλλογικών θεσμικών οργάνων της ακαδημαϊκής κοινότητας (Σύνοδος Πρυτάνεων, Σύνοδος Προέδρων ΤΕΙ), αλλά αυτό συχνά εξαντλείται σε δελτία Τύπου. Θα έπρεπε όμως, να υπάρχει συστηματική επαφή της Πολιτείας με καθένα από τα Ιδρύματα, για την πραγματική επίλυση ουσιαστικών προβλημάτων. Αυτό είναι ένα πάγιο ζητούμενο από τη μεριά μας.

Στην πραγματικότητα, οι σχεδιασμοί που αφορούν τα ΑΕΙ γίνονται συνήθως ''επί χάρτου'' και με βραχυπρόθεσμα κριτήρια όπως προανέφερα. Οι εμπλεκόμενοι από τη μεριά της Πολιτείας δεν έχουν πραγματική, ''φυσική'' εικόνα των Ιδρυμάτων -κυρίως των περιφερειακών. Τα γνωρίζουν μόνο από τα ''χαρτιά'' και τους αριθμούς. Αυτό συχνά οδηγεί σε λάθος αποφάσεις”.

 - Πόσο έχουν επηρεαστεί τα ΤΕΙ από τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση στη χώρα μας;

“Οι επιπτώσεις της κρίσης στα ΤΕΙ ειδικότερα είναι πολύ χειρότερες από ό,τι στα Πανεπιστήμια. Ο κύριος λόγος είναι η ελλειμματική στελέχωση των ΤΕΙ, όχι μόνο σε διοικητικό αλλά κυρίως σε εκπαιδευτικό προσωπικό. Αυτό προϋπήρχε της κρίσης.

Η διαφορά της σχέσης καθηγητές/φοιτητές ήταν πάντα πολύ μεγάλη εις βάρος των ΤΕΙ έναντι των Πανεπιστημίων. Αυτό δημιούργησε αυξημένες ανάγκες σε έκτακτο εκπαιδευτικό προσωπικό. Η μείωση κατά 90%(!) αυτού του προσωπικού, τα δύο τελευταία χρόνια, λόγω ''μνημονιακής δέσμευσης'', οδηγεί πολλά ΤΕΙ σε πραγματικό αδιέξοδο”.

- Μπορούν τα ΤΕΙ να λειτουργήσουν αποκλειστικά με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια;

“Τα ΤΕΙ, λόγω της τεχνολογικής κατεύθυνσής τους, έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα σε θέματα εφαρμογής της επιστήμης στα πλαίσια της επιχειρηματικότητας και της συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα -πάντα προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.

Η λειτουργία όμως ενός δημόσιου ΑΕΙ, αποκλειστικά με τα κριτήρια που αναφέρετε, δεν είναι πρακτικά εφικτή”.

- Ποια είναι η άποψή σας για τη δημιουργία ιδιωτικών ιδρυμάτων ανώτατης παιδείας;

“Το ουσιαστικό ερώτημα για τα ιδιωτικά ΑΕΙ δεν είναι η δημιουργία τους ή όχι. Αυτό εξ άλλου είναι θέμα πολιτικών αποφάσεων και σίγουρα θα είναι θέμα σοβαρών πολιτικών αντιπαραθέσεων και οπωσδήποτε θέμα συνταγματικής αναθεώρησης.

Το πραγματικό ερώτημα για μας είναι: εάν και όποτε αυτό συμβεί και σε συνάρτηση με τα προβλήματα που προαναφέραμε, τα δημόσια ΑΕΙ -που είναι υποχρέωση της Πολιτείας να είναι ο ισχυρότερος, αν όχι ο μόνος πυλώνας της τριτοβάθμιας παιδείας- θα βρεθούν αδύναμα, υποστελεχωμένα, υποχρηματοδοτούμενα και δέσμια ενός συνεχώς μεταβαλλόμενου νομικού και θεσμικού περιβάλλοντος, σε ένα στίβο σκληρά ανταγωνιστικό”.

- Η αποκέντρωση που είχε επιχειρηθεί πριν χρόνια στην ανώτατη εκπαίδευση θεωρείτε ότι έχει πετύχει ή εκτιμάτε ότι προχώρησε κατά βάση με τοπικιστικά -ψηφοθηρικά, αν θέλετε- κριτήρια;

“Η συγκέντρωση των ΑΕΙ σε δύο - τρία μεγάλα αστικά κέντρα είναι ένα σαφές χαρακτηριστικό αστικού, τριτοκοσμικού υδροκεφαλισμού. Από την άλλη μεριά, η αποκέντρωση, όπως την περιγράφετε στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, έχει δεχτεί -και δέχεται- σοβαρή κριτική.

Η λύση είναι και αυτή μονότονα επαναλαμβανόμενη, αλλά ουδέποτε εφαρμοζόμενη στην πράξη: Αναδιάρθρωση, αλλά στη βάση ουσιαστικής, μακροπρόθεσμης και διακομματικής "στρατηγικής", και οπωσδήποτε όχι κάτω από την πίεση μνημονιακών δεσμεύσεων και ασφυκτικών προθεσμιών”.

 

Πώς πάει το ΤΕΙ Πελοποννήσου

 

- Ποια είναι η διαφορά του σημερινού ΤΕΙ Πελοποννήσου από το ΤΕΙ Καλαμάτας;

“Το "brand name" παίζει πάντα ρόλο στη φυσιογνωμία ενός Ιδρύματος. Αυτό όμως δεν αρκεί. Η ανέλιξη του ΤΕΙ Πελοποννήσου έχει συνέχεια και γίνεται με όσο το δυνατόν πιο σταθερό και συστηματικό βηματισμό.

Η διοίκησή μας έθεσε, από την αρχή, στόχους όπως η ενίσχυση των ακαδημαϊκών χαρακτηριστικών του Ιδρύματος (της οργάνωσης μεταπτυχιακών σπουδών, ενίσχυση της ακαδημαϊκής εκπαιδευτικής διαδικασίας, της έρευνας, της ακαδημαϊκής εξωστρέφειας, κ.ά.), η εξωστρέφεια στην κοινωνία (Διά βίου μάθηση, επιχειρηματικότητα, συνεργασίες).

Πολλοί από αυτούς τους στόχους έχουν ήδη αρχίσει να παίρνουν σάρκα και οστά”.

- Πρόσφατα είχατε διαμαρτυρηθεί στο υπουργείο Παιδείας για την αύξηση του αριθμού των εισακτέων. Για ποιο λόγο;

“Τα ΑΕΙ της χώρας αποφασίζουν, κάθε χρόνο, για τον αριθμό των εισακτέων, με γνώμονα την παροχή καλύτερης και ποιοτικότερης εκπαίδευσης, συνυπολογίζοντας τις δυνατότητές τους (εκπαιδευτικό προσωπικό, εργαστηριακές υποδομές, κ.λπ.), δυνατότητες που διαμορφώνονται πάντα αναλογικά με τις ετήσιες, συνεχώς μειούμενες, επιχορηγήσεις του κάθε Ιδρύματος.

Ειδικότερα για τα ΤΕΙ, που έχουν τεράστιες ελλείψεις σε μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, οποιαδήποτε αύξηση των εισακτέων αυξάνει τις ανάγκες σε έκτακτο εκπαιδευτικό προσωπικό και δημιουργεί, εκτός των άλλων προβλημάτων, τεράστια οικονομική αιμορραγία. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που μας οδήγησε σε αυτή τη διαμαρτυρία, δεδομένου ότι φέτος η αύξηση του αριθμού εισακτέων, σχετικά με αυτό που ζητήσαμε, ήταν πολύ μεγάλη”.

- Καλύπτονται οι διδακτικές ανάγκες του ΤΕΙ Πελοποννήσου με το υφιστάμενο επιστημονικό προσωπικό; Είναι λύση ή ημίμετρο οι ωρομίσθιοι;

“Η απάντηση είναι ένα ξεκάθαρο όχι. Η λύση έκτακτου διδακτικού προσωπικού είναι ασφαλώς ένα ημίμετρο.

Ομως, όπως προανέφερα, το σοβαρό πρόβλημά μας είναι η υποστελέχωσή μας σε μόνιμο καθηγητικό προσωπικό, που συνεχώς επιδεινώνεται, λόγω συνταξιοδοτήσεων”.

- Κατά πόσο το ΤΕΙ Πελοποννήσου έχει επιτύχει να ''ζυμωθεί'' με την τοπική κοινωνία;

“Η πολιτική της εξωστρέφειας, που σας προανέφερα, έχει αρχίσει να δείχνει σαφή δείγματα επιτυχίας σε όλα τα επίπεδα, επιστημονικά και κοινωνικο-οικονομικά.

Θα συνεχίσουμε σε αυτή την κατεύθυνση, ώστε σύντομα να μπορούμε να πούμε ότι έχουμε πραγματικά "ζυμωθεί" με την τοπική κοινωνία”.

- Η συνεργασία με την Περιφέρεια Πελοποννήσου, όπως και ανώτατα και τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού, είναι μια προοπτική που μπορεί να αξιοποιήσει το ΤΕΙ Πελοποννήσου;

“Η συνεργασία με την Περιφέρεια εξελίσσεται με επιταχυνόμενο βηματισμό, και όχι μόνο μέσα στα πλαίσιο της αξιοποίησης του νέου ΕΣΠΑ, αλλά και στο ευρύτερο άνοιγμα και τη συνεργασία των δύο φορέων.

Επίσης, η συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου έχει προχωρήσει σε σημαντικό βαθμό. Εχει ήδη υποβληθεί για ΦΕΚ κοινό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών των δύο ΑΕΙ της Περιφέρειας και βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο συζητήσεις σε επίπεδο ομάδων εργασίας και για άλλα προγράμματα και συνεργασίες.

Εξ άλλου και η συνεργασία με την Περιφέρεια Πελοποννήσου αφορά και στα δύο Ιδρύματα, που δεν δρουν σαν ανταγωνιστικό, αλλά "συναγωνιστικό" πλέον επίπεδο.

Υπάρχουν επίσης συνεργασίες σε σημαντικά ερευνητικά προγράμματα με άλλα Ιδρύματα εσωτερικού και εξωτερικού, καθώς και σε συνδιοργανώσεις συνεδρίων και ημερίδων”.