Ρεπορτάζ: Κώστας Μπούρας
Για την περιοχή της Τριφυλίας εκτιμάται ότι η μείωση της παραγωγής θα ξεπεράσει το 30% λόγω της ξηρασίας, ενώ ο συνδυασμός με τις χαμηλές τιμές που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά για το ελαιόλαδο και το υψηλό κόστος καλλιέργειας προκαλούν απογοήτευση και προβληματισμό στους παραγωγούς.
Οι βροχές του Νοεμβρίου, που έπεσαν με μεγάλη καθυστέρηση, βοήθησαν να μη χαθεί τελείως η φετινή χρονιά και να διατηρηθούν τα δέντρα, ωστόσο ήταν πολύ αργά για να αλλάξουν και τα δεδομένα στην ελαιοπεριεκτικότητα των καρπών με αποτέλεσμα οι αποδόσεις στις ξερικές καλλιέργειες να κινούνται σε ασυνήθιστα χαμηλά επίπεδα, ακόμη και για περιοχές που χαρακτηρίζονταν για την υψηλή τους παραγωγή.
Μέσα σε αυτό το κλίμα και με την έλλειψη εργατικών χεριών να είναι έντονη για ακόμη μια χρονιά, οδεύει η ελαιοσυγκομιδή προς την ολοκλήρωση της καθώς εκτιμάται ότι έχει συγκομιστεί περίπου το 85% της παραγωγής.
Η παραγωγή έχει μειωθεί πάνω από 30% μας επεσήμανε ο διευθυντής της ΔΑΟΚ Τριφυλίας Αντώνης Παρασκευόπουλος τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Μετά τις βροχές η εικόνα άλλαξε προς το καλύτερο, αλλά σε σχέση τις εκτιμήσεις που είχαμε για τη φετινή χρονιά από την περίοδο της ανθοφορίας και της καρπόδεσης έχουμε μείωση που ξεπερνά το 30%. Αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί ομαλά, φέτος η περιοχή θα ξεπερνούσε τους 30.000 τόνους.
Μέχρι τέλος Νοεμβρίου με βάση τα στοιχεία που είχαμε συλλέξει είχαν συγκομιστεί 12.000 τόνοι ελαιολάδου και τώρα υπολογίζουμε ότι έχουμε φτάσει τους 18.000 τόνους. Η μείωση της παραγωγής παρατηρείται στις ξερικές ελιές και διαφοροποιείται σε ότι αφορά τα ποσοστά της από περιοχή σε περιοχή.
Η ξηρασία όχι μόνο είχε σαν αποτέλεσμα την μικροκαρπία, αλλά και την μικρότερη περιεκτικότητα σε λάδι. Σε περιοχές που είχαμε συνηθίσει να έχουν υψηλές αποδόσεις φέτος είδαμε να μειώνεται δραματικά η παραγωγή τους σε λάδι. Αυτό αφορά τις ξερικές, καθώς στις αρδευόμενες τα πράγματα πήγαν καλά.
Ποιοτικά τα λάδια είναι εξαιρετικά με πολύ χαμηλές οξύτητες και εξαιρετικά χαρακτηριστικά, χωρίς προβλήματα από δακοπροσβολές και γλοιοσπόριο και αυτό δείχνει και την επιτυχία του προγράμματος που εφαρμόζεται για τη δακοπροστασία, που φέτος βοηθήθηκε και από τις καιρικές συνθήκες, αφού οι υψηλές θερμοκρασίες δεν βοηθούν στην ανάπτυξη του δάκου. Ενώ τα λάδια με τα στοιχεία που υπάρχουν είναι και χωρίς επιμολυντες.
Πλέον η συγκομιδή βαδίζει στην ολοκλήρωση της έχουμε φτάσει περίπου στο 85%, ωστόσο υπάρχει αυξημένο κόστος συγκομιδής που οφείλεται στην έλλειψη εργατικών χεριών. Η ξηρασία όμως θα έχει επιπτώσεις στην παραγωγή και της επόμενης χρονιάς, όπου σε συγκεκριμένες περιοχές πριν τις βροχές είχαμε δει φαινόμενα να έχουν ξεραθεί βλαστοί».
Και ο κ. Παρασκευόπουλος καταλήγει: «Ωστόσο αυτό που είδαμε φέτος είναι ότι η ελιά σαν δέντρο κάτω από τις ακραίες αυτές αντίξοες συνθήκες με την ανομβρία και τις πολύ ψηλές θερμοκρασίες άντεξε. Επίσης είδαμε ότι όπου οι παραγωγοί είχαν ακολουθήσει καλές πρακτικές καλλιέργειας, η κατάσταση ήταν καλύτερη και οι ελιές πιο παραγωγικές».
Ο πρόεδρος του “Νηλέα” Γιώργος Κόκκινος τόνισε: «Φέτος η χρονιά μετά τις βροχές εξελίχθηκε κάπως καλύτερα. Τα προβλήματα όμως με την μικροκαρπία λόγω της ξηρασίας παρέμειναν και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να έχουμε απώλεια της παραγωγής μέχρι και 50% και μιλώ για τη περιοχή της Χώρας. Τόσο λόγω της μικροκαρπίας όσο και των μικρών αποδόσεων.
Η απώλεια του 50% θα πρέπει να συνδυαστεί με το υψηλό κόστος καλλιέργειας και κυρίως από τα μεροκάματα λόγω της έλλειψης εργατών. Αυτή η έλλειψη εργατών αλλά και λόγω της ξηρασίας έχει πάει και τη συγκομιδή πιο πίσω σε σχέση με άλλα χρόνια. Εκτιμούμε ότι η συγκομιδή φέτος θα ολοκληρωθεί 15-20 Ιανουαρίου όταν άλλα χρόνια τελείωνε αρχές Ιανουαρίου και είναι ζήτημα πως θα μαζευτούν οι ελιές καθώς δεν υπάρχουν εργάτες και μπορώ να πω ότι το εργατικό κόστος είναι καταλύτης σε όλο αυτό που συμβαίνει με το υψηλό κόστος καλλιέργειας.
Οι τιμές έχουν υποχωρήσει και οι προβλέψεις είναι για 3,4 εκατομμύρια τόνους στη παγκόσμια παραγωγή».
Ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού Βάλτας Δημήτρης Αντωνόπουλος επεσήμανε: «Στη περιοχή μας ως επί το πλείστον οι ελιές είναι αρδευόμενες και δεν είχαμε έντονο πρόβλημα από τη ξηρασία. Ηταν θα έλεγα μια μέτρια χρονιά σε αποδόσεις και σε καρπό. Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι ότι οι παραγωγοί θα πρέπει να είναι ψύχραιμοι με τις τιμές και να μην πιέζουν για πωλήσεις. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ενδιαφέρον για αγορά ελαιολάδου, λόγω και των γιορτών. Θα πρέπει να υπάρξει υπομονή και θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι τις 15 Ιανουαρίου για να δούμε πώς θα διαμορφωθεί η κατάσταση. Οι παραγωγοί θα πρέπει να εμπιστεύονται τους Συνεταιρισμούς και όχι να παρασύρονται από ότι τυχαία γράφεται στο Διαδίκτυο».