Αυτό αναφέρει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων απαντώντας σε όσους τον κατηγορούν ότι υπόγραψε απόφαση για εισαγωγή τυνησιακού ελαιόλαδου.
Συγκεκριμένα ο κ. Αποστόλου δήλωσε:
«Οπως φαίνεται και στο σχετικό Δελτίο Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η απόφαση ελήφθη στις 17 Σεπτεμβρίου 2015, δηλαδή παραμονές των εκλογών, που την ευθύνη είχε υπηρεσιακός υπουργός.
Σε πολλές μου τοποθετήσεις στο Συμβούλιο Υπουργών έχω τονίσει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κακώς παίρνει τέτοιες αποφάσεις χωρίς τη συμμετοχή των αρμόδιων υπουργών. Ετσι λήφθηκε και η απόφαση για τη φέτα, όπως και για το ελαιόλαδο της Τυνησίας, για το οποίο αναφέρθηκα στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών.
Σημειώνω πάντως ότι η απόφαση της Ε.Ε. ελήφθη από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, στο οποίο ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης δε συμμετέχει και ελήφθη σε ανθρωπιστική βάση».
Παράλληλα ο κ. Αποστόλου κοινοποίησε την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αύξηση των εισαγωγών ελαιόλαδου από την Τυνησία. Αναλυτικά η ανακοίνωση:
“Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε σήμερα νομοθετική πρόταση που παρέχει στο τυνησιακό ελαιόλαδο πρόσθετη προσωρινή πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ, προκειμένου να στηριχθεί η ανάκαμψη της Τυνησίας σ' αυτή τη δύσκολη περίοδο που διανύει η χώρα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υλοποιεί σήμερα τη δέσμευσή της να στηρίξει την κυβέρνηση και τους πολίτες της Τυνησίας, με στόχο την εμβάθυνση των σχέσεων ΕΕ-Τυνησίας και την προστασία της τυνησιακής οικονομίας μετά τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε σήμερα νομοθετική πρόταση που παρέχει στο τυνησιακό ελαιόλαδο πρόσθετη προσωρινή πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ, προκειμένου να στηριχθεί η ανάκαμψη της Τυνησίας σ' αυτή τη δύσκολη περίοδο που διανύει η χώρα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την παροχή, μέχρι το τέλος του 2017, μονομερούς ετήσιας ατελούς δασμολογικής ποσόστωσης 35.000 τόνων για τις εξαγωγές ελαιολάδου από την Τυνησία στην ΕΕ, επιπλέον των 56.700 τόνων που προβλέπονται σήμερα στο πλαίσιο της συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Τυνησίας.
Σχολιάζοντας την πρόταση αυτή, η ύπατη εκπρόσωπος/αντιπρόεδρος Φεντερίκα Μογκερίνι δήλωσε τα εξής:
«Οι έκτακτες καταστάσεις απαιτούν έκτακτα μέτρα. Η σημερινή πρόταση αποτελεί ισχυρή ένδειξη αλληλεγγύης της ΕΕ προς την Τυνησία, και υλοποιεί τη δέσμευση που ανέλαβα απέναντι στον πρωθυπουργό Εσίντ και τον υπουργό Εξωτερικών Μπακούς τον περασμένο Ιούλιο. Η Τυνησία μπορεί να υπολογίζει στη στήριξη της ΕΕ σε αυτή τη δύσκολη περίοδο».
Ο επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης Φιλ Χόγκαν και η επίτροπος Εμπορίου Σεσίλια Μάλμστρομ πρόσθεσαν:
«Η παρούσα πρωτοβουλία είναι αποτέλεσμα της δέσμευσης της ΕΕ να βοηθήσει την οικονομία της Τυνησίας μετά τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα. Αποτελεί ένα συγκεκριμένο μέτρο που στοχεύει σε έναν από τους πιο σημαντικούς οικονομικούς τομείς της χώρας. Η οδηγία αυτή αποσκοπεί στη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας προς όφελος του λαού της Τυνησίας».
Το μέτρο σχεδιάστηκε λαμβανομένου υπόψη του αντικτύπου του στον ευρωπαϊκό τομέα του ελαιολάδου.
Η οικονομία της Τυνησίας, και ιδίως ο τομέας του τουρισμού, έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα από τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Με την πρόταση αυτή, η ΕΕ υλοποιεί την υπόσχεσή της να συνδράμει περαιτέρω την Τυνησία με συγκεκριμένες βραχυπρόθεσμες δράσεις.
Η πρόταση τώρα θα διαβιβαστεί στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έλεγχο και επίσημη έγκριση προτού τεθεί σε ισχύ.
Ιστορικό
Η ποσόστωση που προτείνει σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ισχύει για περίοδο δύο ετών, από την 1η Ιανουαρίου 2016 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, και θα ξεκινήσει μόλις διαπιστωθεί ότι έχει εξαντληθεί η υφιστάμενη ατελής δασμολογική ποσόστωση 56.700 τόνων, που προβλέπεται στη συμφωνία.
Το ελαιόλαδο συνιστά το κυριότερο εξαγόμενο γεωργικό προϊόν της Τυνησίας προς την ΕΕ, ενώ ο κλάδος του ελαιολάδου αποτελεί σημαντικό τμήμα της οικονομίας της χώρας, καθώς παρέχει άμεση και έμμεση απασχόληση σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο ανθρώπους και αντιπροσωπεύει το ένα πέμπτο της συνολικής απασχόλησης στον γεωργικό τομέα. Χάρη στη σημερινή πρωτοβουλία, οι εξαγωγές ελαιολάδου από την Τυνησία στην ΕΕ θα αυξηθούν, προσφέροντας ένα βραχυπρόθεσμο οικονομικό όφελος στην Τυνησία, το οποίο είναι ιδιαίτερα αναγκαίο.
Οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Τυνησίας διέπονται από την Ευρωμεσογειακή Συμφωνία Σύνδεσης, η οποία υπεγράφη το 1995 και προβλέπει ετήσια αδασμολόγητη ποσόστωση 56.700 τόνων. Η συμφωνία έθεσε τα θεμέλια για τη δημιουργία Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένης της σταδιακής απελευθέρωσης του γεωργικού τομέα. Τον Οκτώβριο του 2015, η Τυνησία και η ΕΕ θα ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία μιας σφαιρικής και σε βάθος συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών (DCFTA) που θα προβλέπει την περαιτέρω απελευθέρωση του εμπορίου στον γεωργικό τομέα”.