Η Περιφέρεια Πελοποννήσου ήταν η μοναδική που κέρδισε ο υποψήφιος που στήριξε η Ν.Δ. στον δεύτερο γύρο των εκλογών. Το γεγονός αυτό έχει την προφανή ανάγνωση, ότι οποιοσδήποτε να ήταν απέναντι στον Πτωχό εκτός από τον Τατούλη θα κέρδιζε. Το ζήτημα βέβαια είναι αν θα είχαμε δεύτερο γύρο αν δεν υπήρχε Τατούλης. Σε αυτή την περίπτωση θα είχαμε εντελώς διαφορετικό τοπίο, στο οποίο δεν ξέρουμε ούτε μπορούμε να εκτιμήσουμε τι δυναμικές και τι πρόσωπα θα είχαν αναδειχθεί. Η ύπαρξη της παράταξης Τατούλη αποδυνάμωνε κάθε προσπάθεια στο χώρο της αντιπολίτευσης και έκοβε δυναμική από τους υποψηφίους της Κεντροαριστεράς. Με "αν" βεβαίως δεν γράφεται Ιστορία και ο καθένας μπορεί να ισχυρίζεται ό,τι θέλει.
Αυτό που φαίνεται εκ του αποτελέσματος και σε συνδυασμό με όσα συνέβησαν σε όλες τις άλλες κάλπες στην επικράτεια, είναι πως δεν θα επικρατούσε ο Πτωχός αν δεν είχε για αντίπαλο τον Τατούλη. Η εξήγηση έχει να κάνει με το ότι στη μάχη του νέου με το παλιό πάντα επικρατεί το νέο. Ο Τατούλης είχε στην πλάτη του μια διοίκηση 10 χρόνων με συμπεριφορές που δύσκολα θα ήθελε κάποιος να ξαναζήσει. Δύσκολα έπαιρνε ψήφο εκτός από αυτούς που θεωρούσαν σημαντικό ότι τους ήξερε με το μικρό τους όνομα και τους είχε εξυπηρετήσει προσωπικά.
Ο Τατούλης δεν μπορούσε να συσπειρώσει τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης γιατί είχε ανοίξει χαρακώματα με ισχυρούς παράγοντες τόσο κατά το παρελθόν όσο και μέσα στην προεκλογική περίοδο. Δεν είχε στρατηγική δεύτερης Κυριακής θεωρώντας ότι θα μπορέσει εύκολα να τους τραβήξει στο άρμα τού αντι- και της πολιτικής ανάγκης να μην εκλεγεί η επιλογή του Σαμαρά και του Μητσοτάκη. Αυτό δεν έγινε στο βαθμό που απαιτούσαν οι συσχετισμοί, γι’ αυτό και προέκυψε το συγκεκριμένο τελικό αποτέλεσμα. Το σύστημα Τατούλη μετά από αυτή την ήττα θα αποτελέσει παρελθόν. Θα μας προσφέρει βεβαίως κάποια ακόμα επεισόδια στο Περιφερειακό Συμβούλιο αλλά σταδιακά θα διαλυθεί. Αυτό θα δημιουργήσει χώρο για ένα διαφορετικό τοπίο στην Περιφέρεια, μέσα από το οποίο θα δούμε στο μέλλον αν θα έχουμε δεύτερες Κυριακές και ανατροπές.