Σάββατο, 28 Νοεμβρίου 2015 16:08

Η Στέλλα Σωφρονά-Καρλαύτη για την αγροτική οικονομία και την κτηνοτροφία

Η Στέλλα Σωφρονά-Καρλαύτη για την αγροτική οικονομία και την κτηνοτροφία

“Νέα δεδομένα στην αγροτική οικονομία και κτηνοτροφία: προοπτικές ανάπτυξης και αντιμετώπιση προβλημάτων”

Το πρώτο θέμα που μας απασχολεί είναι ο καθορισμός του ποιος θεωρείται κατ΄ επάγγελμα κτηνοτρόφος. Τόσο ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας με τις προτάσεις που διατύπωσε τον Οκτώβριο του 2015, όσο και το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, ζητούν αυστηρότερα κριτήρια για τους επαγγελματίες αγρότες και κτηνοτρόφους, καθώς δεν είναι δυνατόν να θεωρείται επαγγελματίας κάποιος που αντλεί το 65% του εισοδήματός του από άλλους τομείς δραστηριότητας. Στον όρο ενεργοί κτηνοτρόφοι θα πρέπει να συμπεριληφθούν μόνο όσοι λειτουργούν αυτοπροσώπως μια αγροτική επιχείρηση, έχουν παρουσία στην παραγωγική διαδικασία και που το ετήσιο εισόδημά τους από την κτηνοτροφία υπερβαίνει το 50% του συνολικού. 

Το θέμα των ζωοτροφών καθορίζει το υψηλό κόστος παραγωγής και κάνει την ελληνική κτηνοτροφία μη ανταγωνιστική και βιώσιμη. Το ίδιο ισχύει και με το κόστος της ενέργειας, 

Ετσι, η ενεργοποίηση των Μικρών Σχεδίων Βελτίωσης προϋπολογισμού έως 100.000 ευρώ για κτηνοτρόφους που παράγουν οι ίδιοι ζωοτροφές με προτεινόμενες επιδοτούμενες δράσεις, όπως προτείνει ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας, ίσως αποτελεί μέρος της λύσης του προβλήματος. 

Το ίδιο ισχύει και για την μείωση του κόστους ενέργειας, με την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες των στάβλων με σκοπό την αυτοκατανάλωση.

Σχετικά με το θέμα της βόσκησης πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι  μεγάλα προβλήματα του αγροκτηνοτροφικού τομέα συνιστούν ο μικρός κλήρος και η γεωμορφολογία των ορεινών, μειονεκτικών περιοχών. 

Η πρώτη λοιπόν, και πιο επιτακτική ανάγκη είναι να οριστούν οι ζώνες υψηλής παραγωγικότητας σε κάθε περιφέρεια ανάλογα με την ιδιομορφία της, ενώ κλειδί αποτελεί η εκτατική και ημιεκτατική κτηνοτροφία.

Ο σταβλισμός και η παράλληλη χρήση αγροτικής καλλιεργούμενης γης για βόσκηση και παραγωγή ζωοτροφών, καθώς και η ενίσχυση της εκτατικής κτηνοτροφίας με βόσκηση των ορεινών και ημιορεινών περιοχών αποτελούν ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης της κτηνοτροφίας.

Οι βοσκότοποι πρέπει κατ΄ αρχάς να αξιοποιηθούν προς όφελος της κτηνοτροφίας ορθολογικά, εφόσον επιλεγεί ο τερματισμός της κοινόχρηστης άναρχης βόσκησης.

Κατά δεύτερον, χρειάζεται να αδειοδοτηθούν οι νέες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, κυρίως πρόχειρα καταλύματα σε θέσεις που θα υποδειχθούν από τα κατά τόπους Δασαρχεία.

Η δημιουργία κτηνοτροφικών πάρκων δημιουργεί ερωτηματικά γιατί, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση της νόσου της ευλογιάς και τώρα με την οζώδη δερματίτιδα στην Βόρεια Ελλάδα, η μετάδοση ασθενειών είναι άμεση και θανατώνεται μεγάλος πληθυσμός του ζωικού κεφαλαίου.

Οικονομικές ενισχύσεις πρέπει να δοθούν στις επενδύσεις για αμελκτήρια και βελτιωμένες ελληνικές φυλές ζώων -μέσω κέντρων βελτίωσης και εκτροφής γεννητόρων ελληνικών φυλών ζώων- καθώς και στην αιγοπροβατοτροφία και ιδιαίτερα στην παραγωγή κατσικίσιου γάλακτος η οποία είναι δραματικά περιορισμένη λόγω της νομαδικής μετακινούμενης κτηνοτροφίας.

Επίσης, είναι ανάγκη να αναζητηθεί η διαδικασία που αφενός θα δώσει άμεσα οικονομική στήριξη στους νέους κτηνοτρόφους και αφετέρου θα περιορίσει τις άμεσες μεγάλες απώλειες στις οικονομικές ενισχύσεις των κτηνοτρόφων. 

Παράλληλα μπορεί να εφαρμοστεί η ρύθμιση, οι παραγωγοί να μπορούν να πωλούν τα γαλακτοκομικά τους προϊόντα στις λαϊκές αγορές.

Θεμελιώδης είναι ο ρόλος που καλούνται να παίξουν στο νέο μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης οι συνεταιρισμοί των κτηνοτρόφων και η δημιουργία ομάδων παραγωγών.

Επειδή η αγροτική οικονομία στην Ελλάδα στηρίζεται σε οικογενειακές εκμεταλλεύσεις με μικρή παραγωγή μεν, μεγάλης προστιθέμενης αξίας δε, η καλύτερη στρατηγική είναι να οργανωθούν οι κτηνοτρόφοι σε συνεταιρισμούς και ομάδες παραγωγών ώστε να βελτιστοποιηθεί η μικρή οικοτεχνία. Ο πρωτοβάθμιος συνεταιρισμός μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό, βασικό κύτταρο ανάπτυξης που θα βοηθήσει στην μείωση του κόστους παραγωγής, σε βελτιώσεις μέσω των επενδύσεων, στην τυποποίηση, στις καλύτερες τιμές για τα προϊόντα των κτηνοτρόφων, στον πολλαπλασιασμό του αγοραστικού ενδιαφέροντος.

Ο πρωτοβάθμιος συνεταιρισμός συγκροτείται με εθελοντική συμμετοχή στα μεγαλύτερα δυνατά γεωγραφικά όρια με απόφαση των μελών του και με συνεταιριστική μερίδα ικανή για την πραγματοποίηση βασικών οικονομικών δραστηριοτήτων.

Βασική αρχή λειτουργίας του πρέπει να αποτελεί το τρίπτυχο ένα μέλος-μία ψήφος-μία μερίδα, με συνυπευθυνότητα στην διαχείριση των οικονομικών.

Αυτό το νέο μοντέλο συνεργατισμού δεν μπορεί παρά να χαρακτηρίζεται από δημοκρατική συμμετοχική λειτουργία, σαφή παραγωγικό προσανατολισμό, πλήρη και ουσιαστικό έλεγχο από τα μέλη του συνεταιρισμού όλης της διακίνησης των προϊόντων μέχρι να φτάσουν στα ράφια των καταστημάτων και στον τελικό καταναλωτή και τέλος από την δημιουργία μιας Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας.

Στο σημείο αυτό, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε, σχετικά με την μεταποίηση και τις εξαγωγές ότι πρόκειται για μακροπρόθεσμες επενδύσεις που διατηρούν τον τοπικό πληθυσμό ακόμα και σε περιοχές που θεωρούνται μειονεκτικές και ορεινές. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την διατήρηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και της ποιότητας των ελληνικών προϊόντων. Επομένως σε κάθε περίπτωση πρέπει να απαγορεύονται οι παράνομες ελληνοποιήσεις και οι συνεταιρισμοί να αναλαμβάνουν την ευθύνη της ετικέτας του προϊόντος τους.

Είναι, τέλος, κομβικής σημασίας ο σχεδιασμός και η υλοποίηση σημαντικού τμήματος του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης να γίνει από τις Περιφέρειες γιατί αφενός υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση του παραγωγικού μοντέλου και δυναμικού από Περιφέρεια σε Περιφέρεια και αφετέρου επειδή ο κύριος όγκος των γεωτεχνικών δημοσίων υπαλλήλων που θα συμμετέχουν στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης βρίσκεται στις Περιφέρειες. Η υλοποίηση ωστόσο του Προγράμματος πρέπει να περνά αποκλειστικά μέσα από τις δημόσιες δομές της Περιφέρειας και όχι από τις Αναπτυξιακές.

Τις επόμενες ημέρες αναμένεται η οριστική έγκριση του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδας, όπως υποβλήθηκε στην Κομισιόν στην τελική του μορφή. Το πρόγραμμα προβλέπει 4,7 δισ ευρώ κοινοτικής συμμετοχής που μαζί με την εθνική και ιδιωτική συμμετοχή αναμένεται να κινητοποιήσει συνολικούς πόρους της τάξης άνω των 6 δις ευρώ και διαρθρώνεται γύρω από δύο στόχους:

• την μετάβαση της ελληνικής αγροτικής οικονομίας σε ένα ισχυρό και βιώσιμο αγροδιατροφικό μοντέλο και

• την συνολική ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών της χώρας ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική αναβάθμιση της ελληνικής υπαίθρου.

Είναι λυπηρό αυτοί, που χρόνια σιωπούσαν και συναινούσαν στην ανυπαρξία της αγροτικής πολιτικής, τώρα αίφνης να δείχνουν όψιμο ζήλο, ενδιαφέρον και ανυπομονησία για τα τεράστια, συσσωρευμένα εδώ και δεκαετίες προβλήματα των αγροτών και των κτηνοτρόφων. 

Οφείλουμε να προσεγγίσουμε με ειλικρίνεια  τον νέο αγροτικό νόμο που δεν έχει ακόμα ψηφιστεί, και η συζήτησή του μετατοπίστηκε στο 2016, όχι από έλλειψη   σαφούς στρατηγικής και θέσεων σχετικά με την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα παραγωγής, αλλά λόγω της προσπάθειας βελτιστοποίησης των μελανών του σημείων -σημείων που απαιτούν οι δανειστές.

Είναι η στιγμή όλοι οι εμπλεκόμενοι στον πρωτογενή τομέα να συμμετάσχουν ενεργά, με προτάσεις στην δημόσια διαβούλευση που γίνεται για ένα σχέδιο Αγροτικής Ανάπτυξης και Παραγωγικής Ανασυγκρότησης της χώρας, το οποίο  θα ορίσει τους πραγματικούς παραγωγούς και θα τους συνδράμει φορολογικά, περιορίζοντας την φοροδιαφυγή, την μαύρη εργασία, τις παράνομες εισαγωγές και ελληνοποιήσεις, θα συμβάλλει στην άνοδο των τιμών του παραγωγού αλλά και θα μειώσει αισθητά τις τιμές καταναλωτή.

 

Στέλλα Σωφρονά-Καρλαύτη

Περιφερειακή Σύμβουλος Μεσσηνίας

με την παράταξη “Πελοπόννησος Πρώτα”