Αυτό τονίζει μεταξύ άλλων ο πρώην υπουργός Οικονομίας Γιώργος Παπακωνσταντίνου, στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «Ε» με αφορμή την παρουσίαση στην Καλαμάτα του βιβλίου του «Game Over - Η αλήθεια για την κρίση». Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει τη Δευτέρα στις 7 το βράδυ στο κατάστημα «Public» (Αριστομένους 16). Εκτός από τον κ. Παπακωνσταντίνου, θα συμμετέχουν επίσης η πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δημοσιογράφος Αννυ Ποδηματά και ο δημοσιογράφος Προκόπης Δούκας.
Μιλώντας στην «Ε» για το βιβλίο του, ο κ. Παπακωνσταντίνου δηλώνει: «Είναι Game Over για έναν τρόπο ζωής στη χώρα μας - για έναν συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας του κράτους και της πολιτικής, για ένα πλέον ξεπερασμένο και αδιέξοδο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο. Ολα αυτά κατέρρευσαν με πάταγο, απλώς ορισμένοι δεν το έχουν καταλάβει ακόμα». Οσο για τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις; «Θέλω να πιστεύω πως με τον ΣΥΡΙΖΑ κλείνει ένα κύκλος από αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, και πλησιάζει η ώρα της αυτογνωσίας. Είναι όμως αυτό απλώς ελπίδα ή πραγματική προσδοκία; Κι εγώ δεν είμαι σίγουρος».
Τέλος, για τις δύσκολες ώρες που πέρασε ως υπουργός που υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο, σχολιάζει ότι «ήμουν αυτός που, όταν σταμάτησε η μουσική, άναψε τα φώτα και ανακοίνωσε στην ομήγυρη ότι το πάρτι είχε τελειώσει. Για τους περισσότερους, ήμουν ο "υπουργός του μνημονίου" και ταυτίστηκα με τα επώδυνα μέτρα - αλλά βέβαια, βόλεψε και πολλούς στην πολιτική να συγκεντρώσω επάνω μου σχεδόν όλο τον (εν μέρει δικαιολογημένο) θυμό του κόσμου».
Αναλυτικά η συνέντευξη του πρώην υπουργού έχει ως εξής:
- Στο βιβλίο σας «Game Over - Η αλήθεια για την κρίση» περιγράφετε με ρεαλιστικό τρόπο τα γεγονότα όπως συνέβησαν πριν προσφύγει η Ελλάδα στο μηχανισμό στήριξης. Ας πάρουμε όμως τα γεγονότα από την αρχή. Η ελληνική κρίση οφείλεται μόνο στην αύξηση των δαπανών και των ελλειμμάτων την πενταετία 2004-2009 ή έχει βαθύτερα αίτια;
«Οχι βέβαια - είμαι σαφής στο βιβλίο ότι τα αίτια είναι βαθύτερα. Εχουν να κάνουν με τη διόγκωση του κράτους από τη δεκαετία του '80, με ένα αδιέξοδο παραγωγικό σύστημα βασισμένο στον δανεισμό και τις εισαγωγές, με την ανυπαρξία θεσμών που να ελέγχουν το πελατειακό κράτος, και με την αμέριμνη πολιτική ελίτ. Ολα αυτά προϋπήρχαν της μοιραίας πενταετίας 2004-2009. Ομως η πενταετία Καραμανλή -και ιδιαίτερα τα δύο τελευταία χρόνια της- έδωσαν τη χαριστική βολή και έκαναν την προσφυγή σε έναν μηχανισμό στήριξης αναπόφευκτη. Δύο μόνο στοιχεία: Το χρέος αυξήθηκε κατά 120 δισ. σε 5 χρόνια (από τα 180 δισ. που είχε δανειστεί η χώρα σωρευτικά από το 1830 ως το 2004, έφτασε το 2009 τα 300 δισ.). Και η ανταγωνιστικότητα της χώρας κατέρρευσε, με το εξωτερικό έλλειμμα να φτάνει το 15% του ΑΕΠ».
- Την άνοιξη του 2009 ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής ζήτησε τη βοήθεια της αντιπολίτευσης για την αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά κανένα κόμμα δεν συναίνεσε. Ανεξάρτητα από τις πολιτικές επιδιώξεις του κ. Καραμανλή, εκτιμάτε ότι υπήρχε δυνατότητα συνεργασίας ή έπρεπε να περάσουμε από τις συμπληγάδες των μνημονίων για να συνεργαστούν ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία;
«Στη χώρα μας δυστυχώς δεν υπάρχει κουλτούρα σύνθεσης απόψεων και εύρεσης συναίνεσης. Η πολιτική γίνεται με την κάθετη αντίθεση και το "όχι σε όλα". Σκεφτείτε πως, ακόμα και μετά τη συνειδητοποίηση του εύρους της καταστροφής και την υπογραφή του πρώτου μνημονίου, η αντιπολίτευση (τόσο ο κ. Σαμαράς όσο και ο κ. Τσίπρας) αρνήθηκαν οποιαδήποτε συναίνεση. Επρεπε να φτάσουμε στο 2012 για να δούμε τα πρώτα δείγματα διακομματικής συνεννόησης.
Στο ερώτημά σας όμως: Την άνοιξη του 2009 ο κ. Παπανδρέου είχε τότε συμφωνήσει να "βάλει πλάτη", αρκεί να έμπαιναν στην ατζέντα σημαντικά ζητήματα διαφάνειας και λειτουργίας του κράτους. Και είχε δίκιο: Σκεφτείτε τι θα μπορούσαμε να γλυτώσουμε, αν η κυβέρνηση Καραμανλή δεν έκρυβε μέχρι την τελευταία στιγμή το πραγματικό ύψος του ελλείμματος μιλώντας για "θωρακισμένη οικονομία" και κατηγορώντας το ΠΑΣΟΚ ότι κινδυνολογεί (θυμάστε τα "πράσινα παπαγαλάκια";)».
- Μετά τις εθνικές εκλογές του 2009 και το σχηματισμό κυβέρνησης με πρωθυπουργό το Γιώργο Παπανδρέου, υπήρχε δυνατότητα συνεργασίας των δύο κομμάτων;
«Το ΠΑΣΟΚ είχε κερδίσει με 44% και είχε πλειοψηφία 160 ψήφων στη Βουλή, από την οποία και πήρε ψήφο εμπιστοσύνης. Σε εκείνο το σημείο η κυβερνητική συνεργασία φάνταζε εκτός κάθε συνταγματικής πρόβλεψης αλλά και πολιτικής πρακτικής. Στη συνέχεια βέβαια, ευκαιρίες συνεργασίας και σύγκλισης υπήρξαν πολλές: στον προϋπολογισμό του Δεκεμβρίου, στα επείγοντα μέτρα που ελήφθησαν στις αρχές του 2010, σε σειρά νομοσχεδίων για την περιστολή δαπανών και τη βελτίωση του φορολογικού συστήματος, και βέβαια πάνω από όλα το Μάιο του 2010, στην υπογραφή του πρώτου μνημονίου που όλοι καταλάβαιναν (ακόμα και όσοι το καταψήφισαν) πως ήταν απαραίτητο για να αποφευχθεί η άτακτη χρεωκοπία της χώρας και το ασύλληπτο χάος που θα την ακολουθούσε. Δυστυχώς όμως, η τότε αξιωματική αντιπολίτευση δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων».
- Σας έχει ασκηθεί αυστηρή κριτική επειδή χάθηκε πολύτιμος χρόνος στα τέλη του 2009 και στις αρχές του 2010, χωρίς να ληφθούν ουσιαστικά μέτρα περιορισμού του ελλείμματος ώστε να σταλεί μήνυμα στις αγορές και να συνεχιστεί ο δανεισμός. Είναι εντελώς αβάσιμη αυτή η κριτική;
«Θα σας απαντήσω θυμίζοντας στοιχεία που πολλοί ξεχνούν. Ο προϋπολογισμός του 2010, ο οποίος κατατέθηκε ελάχιστες εβδομάδες αφότου ορκίστηκε η νέα κυβέρνηση, προέβλεπε μείωση ελλείμματος 3,6 μονάδων του ΑΕΠ για το 2010, με συγκεκριμένα μέτρα. Δεν είναι αυτό αναγνώριση του προβλήματος; Ούτε αφήσαμε το έλλειμμα του 2009 να ξεφύγει ακόμα περισσότερο (παρά το γεγονός ότι τον Οκτώβριο τα πράγματα είναι λίγο-πολύ ήδη προδιαγεγραμμένα, με το 80% και πλέον των δαπανών να αφορά ανελαστικές δαπάνες για μισθούς και συντάξεις). Αντίθετα, επιχειρήσαμε να συγκρατηθεί όσο γινόταν ώστε να μην κλείσει ακόμα υψηλότερα - με συγκράτηση λειτουργικών δαπανών, διακοπή του μέτρου απόσυρσης αυτοκινήτων, αύξηση τελών κυκλοφορίας, έκτακτη εισφορά στις πολύ κερδοφόρες επιχειρήσεις, μη ανανέωση συμβάσεων σε εργαζόμενους ορισμένου χρόνου κ.λπ.
Αν βέβαια ξέραμε τις πρώτες εβδομάδες και μήνες πως το πραγματικό έλλειμμα θα έφτανε το τελικό 15,5% (όπως πιστοποιήθηκε έναν χρόνο αργότερα) και όχι το 12,5% που ήταν η πρώτη μας εκτίμηση, θα είχαμε κινηθεί πιο γρήγορα και επιθετικά».
- Τελικώς ήταν μονόδρομος η σύναψη του πρώτου μνημονίου για τη σωτηρία της ελληνικής οικονομίας;
«Το μνημόνιο θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί μόνο αν είχαν ληφθεί πειστικά δημοσιονομικά αλλά και διαρθρωτικά μέτρα ένα ή δύο χρόνια νωρίτερα. Οταν πλέον αποκαλύφθηκε πλήρως ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός, το έλλειμμα ήταν τριπλό: δημοσιονομικό, ανταγωνιστικότητας και αξιοπιστίας. Για τις αγορές πλέον (με δεδομένη και την αύξηση των ελλειμμάτων και του συνολικού χρέους σε όλη την Ευρωζώνη) δεν αρκούσαν απλώς περισσότερα μέτρα: Ζητούσαν μία εγγύηση ότι ένα κράτος-μέλος της Ευρωζώνης δεν θα αφεθεί να πτωχεύσει. Αυτό άργησαν να το καταλάβουν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, και όταν πλέον την άνοιξη του 2010 δημιουργήθηκε ένας παρόμοιος μηχανισμός, ήταν αργά για να λειτουργήσει αποτρεπτικά. Ηταν πλέον αναγκασμένη η Ελλάδα να προσφύγει στα κεφάλαια των άλλων χωρών και του ΔΝΤ, εφόσον ο δανεισμός από τις αγορές είχε γίνει απαγορευτικός».
- Πολλές από τις μεταρρυθμίσεις των μνημονίων έπρεπε να έχουν γίνει πολλές δεκαετίες νωρίτερα, αλλά καθυστέρησαν επειδή αντιδρούσαν ισχυρές συντεχνίες και ιδιωτικά συμφέροντα. Πόσο ισχυρές παραμένουν σήμερα αυτές οι ομάδες;
«Η κρίση τις έχει χωρίς αμφιβολία αποδυναμώσει, αλλά μάχες οπισθοφυλακής δίνονται ακόμα. Σκεφτείτε μόνο ότι το ζήτημα του ανοίγματος κλειστών επαγγελμάτων είχε επανειλημμένα, σε πολλές εκλογικές αναμετρήσεις, μπει στα προεκλογικά φυλλάδια των δύο μεγάλων κομμάτων. Νομοθετήθηκε όμως μόλις το 2011, μετά το μνημόνιο, και τότε ακόμα αντιμετώπισε τεράστιες δυσκολίες στο να μεταφραστεί η βούληση του νομοθέτη σε πραγματική μείωση εμποδίων στην επαγγελματική δραστηριότητα πολλών οικονομικών τομέων.
Είναι μία συνεχής μάχη οι μεταρρυθμίσεις - και το πρόβλημα πάντα είναι ότι, ενώ τα οφέλη είναι μεγάλα, αυτά διαχέονται στην κοινωνία. Αντίθετα, το κόστος (που αναμφίβολα υπάρχει) επικεντρώνεται σε συγκεκριμένες ομάδες και ιδιωτικά συμφέροντα, που οργανώνονται και πολεμούν λυσσαλέα τις αλλαγές».
- Οι περισσότεροι Ελληνες έχουν συνειδητοποιήσει πλέον την ανάγκη μεταρρύθμισης της ελληνικής οικονομίας ή θα συνεχίσουν να αναζητούν σωτήρες;
«Η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει πως ο λαϊκισμός και οι εύκολες υποσχέσεις είναι πολύ πιο πειστικές στον κόσμο από την αυτογνωσία για το τι μας έφερε πραγματικά μέχρι εδώ, τι έφταιξε και μπήκαμε στην κρίση, και τη δύσκολη συνειδητοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για να βγούμε από αυτή. Οχι μόνο οικονομικών μεταρρυθμίσεων -ίσως δε, όχι κυρίως αυτών- αλλά ριζικών μεταρρυθμίσεων στο πολιτικό σύστημα, στο κράτος, στους θεσμούς. Θέλω βέβαια να πιστεύω πως με τον ΣΥΡΙΖΑ κλείνει ένα κύκλος από αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, και πλησιάζει η ώρα της αυτογνωσίας. Είναι όμως αυτό απλώς ελπίδα ή πραγματική προσδοκία; Κι εγώ δεν είμαι σίγουρος».
- Οχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην υπόλοιπη Δύση, η προοπτική συρρίκνωσης του εισοδήματος της μεσαίας τάξης οδηγεί τους ψηφοφόρους μακριά από τα παραδοσιακά κόμματα, σε επιλογές ακραίων λύσεων. Δεν θα σας ρωτήσω αν σας ανησυχεί η κατάσταση. Θα ρωτήσω αν υπάρχει δυνατότητα να ανακοπεί η πορεία συρρίκνωσης του εισοδήματος της μεσαίας τάξης στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
«Πολύ εύστοχο το ερώτημα. Στη χώρα μας ζούμε τη βαθιά ελληνική κρίση, αλλά πολλά από τα χαρακτηριστικά της τα βρίσκει κανείς σε όλη την Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Θεωρώ πως ορισμένες μακροχρόνιες οικονομικές τάσεις -η διάχυση των νέων τεχνολογιών παντού, η παγκοσμιοποίηση της παραγωγής και των αγορών- έχουν μεν αναμφισβήτητα συνολικά θετικά αποτελέσματα, όμως ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες δυτικές κοινωνίες πιέζουν τα μεσαία στρώματα και ανοίγουν την ψαλίδα των ανισοτήτων.
Αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε και δεν πρέπει να κάνουμε κάτι γι' αυτό. Υπάρχουν προοδευτικές πολιτικές απαντήσεις γι' αυτά τα προβλήματα, που διαφοροποιούνται ριζικά από τις δυνάμεις που επιλέγουν εύκολες λύσεις, βασισμένες στο λαϊκισμό, την περιχαράκωση και την ξενοφοβία. Ομως οι υπέρμαχοι της ανοιχτής κοινωνίας πρέπει να βρούμε γρήγορα τη φωνή μας και να γίνουμε πιο πειστικοί - αλλιώς θα ξυπνήσουμε ένα πρωινό και δεν θα αναγνωρίζουμε τις χώρες μας».
- Επιστρέφουμε στο βιβλίο σας. Is the game over?
«Είναι Game Over για έναν τρόπο ζωής στη χώρα μας - για έναν συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας του κράτους και της πολιτικής, για ένα πλέον ξεπερασμένο και αδιέξοδο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο. Ολα αυτά κατέρρευσαν με πάταγο, απλώς ορισμένοι δεν το έχουν καταλάβει ακόμα. Με τίποτα όμως δεν είναι, βέβαια, Game Over για τη χώρα, η οποία έχει συγκλονιστικές δυνατότητες και προοπτική, αρκεί να το πάρουμε απόφαση και να δουλέψουμε γι' αυτό. Θυμηθείτε: Η Ελλάδα στην ιστορία της περνάει συχνά αυτούς τους κύκλους «καταστροφών και θριάμβων», όπως τους έχει τόσο εύστοχα ονομάσει στο βιβλίο του ο Στάθης Καλύβας».
- Η γνώση της πραγματικότητας είναι αναγκαία για το ξεπέρασμα της κρίσης και το βιβλίο σας φιλοδοξεί να βοηθήσει τους πολίτες να καταλάβουν τι έγινε στα πρώτα της χρόνια. Σας αρκεί η αποκατάσταση της αλήθειας ή θα σας δούμε και πάλι στην κεντρική πολιτική σκηνή;
«Πολύ θα ήθελα το βιβλίο -πέρα από το να εξιστορήσει πειστικά και με ενδιαφέροντα, ελπίζω, τρόπο αυτή την τόσο τραυματική περίοδο- να βοηθήσει έστω και λίγο στην κατεύθυνση της τόσο αναγκαίας αυτογνωσίας που χρειαζόμαστε. Δεν θα κουραστώ να το λέω: Από την κρίση θα βγούμε, όταν καταλάβουμε γιατί μπήκαμε.
Οσο για μένα, ο κύκλος της πολιτικής με την έννοια της συμμετοχής σε κόμματα έχει κλείσει. Παραμένω βέβαια ένας ενεργός πολίτης με άποψη και θέσεις, αλλά χωρίς πλέον διάθεση και πρόθεση εμπλοκής στα καθημερινά της πολιτικής. Εχει κι άλλα πράγματα η ζωή».
- Κλείνοντας θα ήθελα να σας κάνω μια προσωπική ερώτηση; Πώς αισθανόσασταν την περίοδο που οι Ελληνες σας θεωρούσαν κύριο υπεύθυνο της ελληνικής κρίσης; Σήμερα οι πολίτες σάς εμπιστεύονται περισσότερο;
«Ενιωθα εξαιρετικά στενάχωρα. Οπως λέω και στο βιβλίο, ήμουν αυτός που, όταν σταμάτησε η μουσική, άναψε τα φώτα και ανακοίνωσε στην ομήγυρη ότι το πάρτι είχε τελειώσει. Για τους περισσότερους, ήμουν ο "υπουργός του μνημονίου" και ταυτίστηκα με τα επώδυνα μέτρα - αλλά βέβαια, βόλεψε και πολλούς στην πολιτική να συγκεντρώσω επάνω μου σχεδόν όλο τον (εν μέρει δικαιολογημένο) θυμό του κόσμου. Ο χρόνος όμως βοηθάει, και η πρώτη οργή μετατρέπεται σε μία πιο ισορροπημένη εικόνα για το ποιος έφταιγε και ποιος προσπάθησε (παρά τα όποια λάθη) να σώσει την κατάσταση - και βέβαια γιατρεύει πληγές».