Ο πατέρας Ιερεμίας ανακρίνει τον καθένα αμαρτωλό ξεχωριστά, ενώ η υπόθεση παίρνει διεθνείς διαστάσεις. Ο διασυρμός είναι μεγάλος. Η Μπία, μια πρώην κωφάλαλη, αναλαμβάνει ως νέος Χριστός να βγάλει από το αδιέξοδο τους συμπολίτες της. Με δική της πρωτοβουλία σηκώνει στις πλάτες της τις αμαρτίες και τα κρίματα όλων. Υπάρχει όμως ένα καλά κρυμμένο μυστικό που ανατρέπει όλα τα δεδομένα και αναστατώνει το πλήθος πού επί μήνες βιώνει στην πλατεία τον εξευτελισμό και την διαπόμπευσή του. Και αυτό το γνωρίζει μόνο η Νάντια της Γιόλακας!»
Αυτή την ιστορία σκαρφίστηκε ο συμπατριώτης μας Γρηγόρης Χαλιακόπουλος και την έκανε βιβλίο. Ένα μυθιστόρημα που παντρεύει τη σάτιρα με την τραγωδία, το οποίο παρουσιάστηκε το καλοκαίρι στο Αίθριο του Δήμου Φιλιατρών και πριν από λίγες ημέρες στη Στοά του Βιβλίου στην Αθήνα.
Το τολμηρό και ανατρεπτικό, μυθιστόρημα, έχει λάβει εξαιρετικές κριτικές από το αναγνωστικό κοινό και τους κριτικούς. Όταν ρωτήσαμε τον συγγραφέα του έργου να μας πει τι αντιπροσωπεύει η Γιόλακα μια πραγματική περιοχή της Τριφυλίας, σε συνδυασμό με την φανταστική Βαλεριάνα μας είπε:
«Στη Βαλεριάνα, κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν ήξερε! Οι πανούργοι πολιτικοί, οι κυνικοί γιατροί, οι αιμομίκτες ζηλωτές, οι μοιχοί που καθίστανται τιμητές ηθικής, οι τσαρλατάνοι ιερείς που βουτούν το φακελάκι απ’ τη χαροκαμένη μάνα, οι αυλοκόλακες της τοπικής εξουσίας, οι τοκογλύφοι και οι νοικοκυραίοι, εμφανίζονται ενώπιον μιας δημόσιας εξομολόγησης ως αθώες περιστερές. Στην ουσία όμως είναι εκείνοι που ευθύνονται για το κατάντημα της πόλης τους. Όλοι όμως εφευρίσκουν μεταξύ τους τρόπους να αυτοπροστατεύονται, όπως συνέβαινε και με εκείνα τα πολιτικά κόμματα που χρηματοδοτούσε η Siemens και το ένα κάλυπτε και καλύπτει το άλλο. Αλλά κι εκείνα που ήρθαν με εξυγιαντικές προθέσεις χαθήκαν στη μετάφραση. Έτσι λοιπόν η Μπία Πετρομιχάλη της «αμαρτωλής» Βαλεριάνας, μια πρώην κωφάλαλη που επειδή δεν μπορούσε να μιλήσει και ν’ ακούσει κανείς δεν την φοβόταν, τελικά καθίσταται τιμωρός εκείνων που την επέλεξαν ως αποδιοπομπαίο τράγο. Γιατί απλούστατα έβλεπε τα πάντα. Όμως τη λύση για την ποθούμενη κάθαρση την δίνει η Νάντια της Γιόλακας. Το πώς και γιατί… στο βιβλίο για να μη χαθεί το ενδιαφέρον όσων επιθυμούν να το διαβάσουν»
Το παρακάτω απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Ανάθεμα – η Νάντια της Γιόλακας» είναι ενδεικτικό της γραφής του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου:
«Ο πατέρας Ιερεμίας έβγαλε απ’ την εσωτερική τσέπη του ράσου του ένα μικρό γκάτζετ, πληκτρολόγησε το νούμερο 69, εμφανίστηκε στην οθόνη η φράση «χτύπα με αλύπητα» και χωρίς χρονοτριβή πάτησε enter. Με την εντολή που έδωσε, η καμπάνα του Αγίου Βασιλείου, συνδεδεμένη ηλεκτρονικά, άρχισε να χτυπά με απίστευτη ταχύτητα σαν να πρόκειται περί τραγικού συμβάντος, όπως συμβαίνει μ’ ένα σεισμό, μια πυρκαγιά ή το βομβαρδισμό μιας πόλης. Ήταν το σύνθημα για ν’ αρχίσει η δημόσια εξομολόγηση. Μπλόκαρε όμως ο μηχανισμός και συνέχιζε να κωδωνίζει και μετά την παρέλευση του πενταλέπτου, καταπώς ήταν ρυθμισμένη. Ανήσυχος κι εκνευρισμένος ο ιεροεξεταστής έκανε νεύμα στον Πετρομιχάλη τον καντηλανάφτη, την ορντινάντσα του, να τακτοποιήσει το ζήτημα.
Αυτός τηλεφώνησε απ’ το κινητό του στον Χασάν, έναν πιτσιρικά απ’ το Αφγανιστάν, που είχε ακρωτηριασμένα τα χέρια από τους ώμους. Τον άφηνε να ζητιανεύει τις Κυριακές στα σκαλιά της εκκλησίας και του έπαιρνε μόνο το νόμιμο 10% επί των εισπράξεων, αλλά τον χρησιμοποιούσε και για θελήματα.
«Τσακίσου ν’ ανέβεις στο καμπαναριό να σταματήσεις την καμπάνα!» του είπε ο καντηλανάφτης ουρλιάζοντας.
«Μα πώς; Με τι χέρια;» του απάντησε το δύστυχο παιδί.
«Με τα πόδια, με το κεφάλι, με ό,τι μπορείς, για να μη σε στείλω πίσω στην Καμπούλ» τον απείλησε το τσιράκι του πατέρα Ιερεμία.
Ο υπηρέτης του Πετρομιχάλη πληκτρολόγησε με το καρφωτό πηγούνι του τον αριθμό του κινητού ενός δεκαεξάχρονου Πακιστανού, του Αμπντούλ, που είχε ακρωτηριασμένα τα κάτω άκρα και απαίτησε με έντονο ύφος:
«Γκρεμοτσακίσου να σταματήσεις την καμπάνα του Αγίου Βασιλείου! Έχει φρακάρει ο μηχανισμός. Τώρα αμέσως!»
Ο μικρός ανάπηρος απάντησε φοβισμένος:
«Πώς να πάω, αφού δεν μπορώ να περπατήσω;»
Εκτός εαυτού ο Αφγανός ωρυόταν.
«Έρποντας, βρε τσόγλανε, θα πας, γιατί αλλιώς θα σε στείλω πίσω στο Καράτσι».
Πέρασε ένα τέταρτο για να συνεννοηθούν οι δυο ανάπηροι μέχρι που είδαν κι απόειδαν και αποφάσισαν να πάνε μαζί. Ο Αφγανός έβαλε στην πλάτη του τον Πακιστανό κι ανέβηκαν πάνω στο καμπαναριό όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Ήταν και οι δυο τους χωρίς χαρτιά νόμιμης παραμονής και η ψυχή τους έτρεμε σαν το ψάρι. Ο Αμπντούλ καβάλα πάνω στους ώμους του Χασάν έπιασε το σιδερένιο γλωσσίδι, το σήμαντρο, αλλά η τραγωδία ήταν αναπόφευκτη. Διαρροή ρεύματος από ένα ηλεκτροφόρο καλώδιο μετέδιδε στην καμπάνα τόσο ηλεκτρισμό όσο παράγουν μαζί τα αιολικά πάρκα του Αιγαίου. Ο θάνατός τους υπήρξε ακαριαίος. Σαν ένα θυσιαστήριο έμοιαζε το κωδωνοστάσιο του ναού. Οι δυο νεαροί θαρρείς και αποτελούσαν σφάγια στο βωμό μιας αρχαιοελληνικής ιεροτελεστίας, παρότι είχαν φέρει σε πέρας την αποστολή τους με τίμημα την ίδια τους τη ζωή.
Τα ντιν, νταν σταμάτησαν. Ο καντηλανάφτης έπαψε να βλαστημά κι έκανε το σταυρό του.
Κάπου μακριά στην Ανατολή, σε κάποιο τζαμί ένας ιμάμης με δακρυσμένα μάτια διάβασε απ’ το ιερό του κοράνι: «Ευλογημένος ο Αλλάχ, ο ποιητής του κόσμου!»
Το βιβλίο παρουσιάζεται την Δευτέρα 28 Νοεμβρίου στην Καλαμάτα στο Βιβλιοπωλείο «Βιβλιόπολις» Νικηταρά 3 στις 19:00. Ομιλητές είναι ο δικός μας Ηλίας Μπιτσάνης δημοσιογράφος-συγγραφέας και ο οικονομολόγος Κώστας Γκόνης. Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει ο ηθοποιός Γιώργος Τσαπόγας.