Μέσα από το βιβλίο αυτό, ο αναγνώστης δεν έρχεται απλά σε επαφή με τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου της Ιπποτοκρατίας, αλλά σχεδόν… τα βιώνει, έχοντας οδηγό το τολμηρό γλωσσικό ιδίωμα του συγγραφέα, καθώς και το πλούσιο φωτογραφικό του υλικό. Μέσα από τις σελίδες του γνωρίζει ένα προς ένα τα μεσαιωνικά μνημεία σχεδόν όλης της Πελοποννήσου και βρίσκεται αντιμέτωπος με ερωτήματα όπως: “ποια ήταν η δράση των θρυλικών Ναϊτών ιπποτών”; “Που βρίσκονται τα πιο καλοδιατηρημένα ιπποτικά κάστρα”; “Σε ποιο λησμονημένο σήμερα μέρος βρισκόταν πιθανώς η έδρα των Τευτόνων ιπποτών”; “Τι θα μπορούσε να είναι το ιερό κειμήλιο που απέσπασαν (από μια σχεδόν άγνωστη σήμερα) γοτθική εκκλησιά της Μεσσηνίας οι Ναϊτες στα 1237 και γιατί αντέδρασαν εντόνως σε αυτή την κίνηση οι Τεύτονες”; Ο συγγραφέας ασχολείται εκτενώς με το μυστήριο του αόρατου πλέον μαυσωλείου των τριών πριγκίπων του Μοριά, των Βιλλεαρδουίνων στην άλλοτε πρωτεύουσα των Φράγκων Ανδραβίδα, ενώ παράλληλα δίνει και στοιχεία γύρω από ανασκαφές των αρχών του περασμένου αιώνα, οι οποίες έφεραν στο φως ευρήματα όπως έναν… «γιγάντιο σκελετό Ναϊτου ιππότου» (φράση του μεγάλου ιστορικού της Φραγκοκρατίας Γουίλιαμ Μίλλερ).
Οπως σχολιάζει ο κ. Τσαπόγας: “για τους περισσότερους κατοίκους της χώρας, η χερσόνησος της Πελοποννήσου, ο Μοριάς, βαστά πολύ καλά κρυμμένο ένα κομμάτι της ιστορίας, διάρκειας πολλών ετών, το οποίο ξυπνά από το λήθαργο, μόλις ο ταξιδευτής “συναντηθεί” με κάποια από τα μεσαιωνικά απομεινάρια του τόπου. Κάποια κτίσματα δηλαδή, τα οποία δίκαια ονομάζονται και «Ιπποτικά». Αιτία που δίνουμε τον χαρακτηρισμό δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι πράγματι, υπήρξαν και αφέντεψαν τον Μοριά ιππότες, οι οποίοι δεν θα είχαν να ζηλέψουν σε τίποτα τους σύγχρονους κινηματογραφικούς σιδερόφρακτους καβαλάρηδες της Δύσης. Η Ιπποτοκρατία στον Μοριά, ξεκινά λίγο μετά την Αλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, το 1204”.
Μαζί με όλα τα παραπάνω, το βιβλίο δίνει τη δυνατότητα να έρθει κανείς σε επαφή με θρύλους ζοφερούς, όπως με το μανιάτικο ακριτικό τραγούδι για την μονομαχία του αντρειωμένου Μαυροειδή με τον Χάρο στο βυζαντινό κάστρο “Τηγάνι” του Μεζάπου, ή για τον πόλεμο των καστρινών του μεσαιωνικού φρουρίου του Γερακίου στη Λακωνία έναντι στους τρομαχτικούς «Σκυλοκέφαλους». Ακόμη, θα “ταξιδέψει” για να συναντήσει μια εκκλησία της νοτιανατολικής Λακωνίας που πιθανότατα οικοδομήθηκε από τους Ιππότες του Αγίου Ιωάννη, καθώς ένα καστράκι στα Βάτικα της ίδιας περιοχής, που κατά τον συγγραφέα συνδέεται επίσης και αυτό με το συγκεκριμένο ιπποτικό τάγμα.