«ΛΟΥΣΗΡΟΣ», ένα μυθιστόρημα γεμάτο μυστήριο, πάθος, ένταση και με μια πλοκή που συναρπάζει τον αναγνώστη χάρη στην άψογη τεχνική του, με την οποία ο συγγραφέας καταφέρνει να συνδυάσει την έκφραση μιας μυστικής και βιωματικής εμπειρίας με τις εικόνες ενός κόσμου που αλλάζει με ποικίλους τρόπους. Οι ήρωές του – ο Αντώνης, η Σάρα, ο Στέφανος, η Ραλλού – είναι πρόσωπα που διακρίνονται είτε για έναν αφελή ενθουσιασμό, αλλά και με μία απέραντη αγάπη για τους άλλους, είτε είναι πρόσωπα-αρχέτυπα, με στοιχεία ανώτερης συμπεριφοράς, τα οποία προσωποποιούν τη νοσταλγική ανάγκη του ανθρώπου για έναν ουσιαστικό, πρωτόγονο τρόπο ζωής. Από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου διακρίνει κανείς την προσπάθεια να εκφραστούν τα ανθρώπινα πάθη, οι εφιάλτες και οι φόβοι, οι κλειστοφοβικού τύπου περιορισμοί και οι συγκρούσεις χαρακτήρων. Ωστόσο, εκείνο που μένει ως εντύπωση και κυρίαρχη εικόνα είναι τα λυτρωτικά όνειρα και οράματα, καθώς και οι υπεραισθητές εμπειρίες που αποτυπώνουν με τρόπο σχολαστικό την παθιασμένη αγάπη για τον άνθρωπο.
"Μερικών ωραίων ανθρώπων οι ζωές είναι δύσκολα αινίγματα.
Κουβέντιαζαν για τον γιατρο-Νικόλα πως είχε παραξενέψει, δυστρόπησε έλεγαν, δεν ήθελε παρτίδες με ανθρώπους, μόνο η παρέα του ρόχθου των κυμάτων τον γαλήνευε και οι στοχασμοί του τον μελαγχολούσαν. Ακόμα και αυτό είχε ακουστεί. πως ήταν σαλεμένος. οι υπερβολές του κόσμου στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν το ασυνήθιστα όμορφο, το διαφορετικά ελκυστικό, το κάλλος.
Αν τους ρωτούσες, όμως, να σου πουν, γιατί δυο-τρεις φορές το χρόνο έσχιζαν τις θάλασσες ψάχνοντας σε γνωστά απάνεμα μέρη να τον βρουν για να χειρουργήσει έκτακτο περιστατικό, δεν θα ’ξεραν τι να πουν. Πόσες φορές, όταν ο διορισμένος χειρουργός έμενε αμανάτι στην Αθήνα ή στο γειτονικό νησί ένεκα κακοκαιρίας, ο γιατρο-Νικόλας έσωζε κόσμο!
Αυτός ο άνθρωπος με τα χρόνια και με τον ανέξοδο τρόπο της ζωής του είχε καταφέρει να χτίσει γύρω από το όνομά του ένα θρύλο συνώνυμο της φιλαργυρίας. Δεν τον πείραζε όμως. Μέσα στη φυλακή του ο καθένας βλέπει τους άλλους πίσω από τα κάγκελα. Άλλωστε το δόγμα του ήταν «η ζωή και η πολιτική είναι η μάχη της ανήθικης πρόκλησης με την ηθική». Εκείνος ζούσε με την εξαίσια προσδοκία.
Στην αρχή αρχή, όταν ήλθε ο Νικόλαος Γαληνός στον τόπο του, φτασμένος γιατρός, επίκουρος καθηγητής χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, προκάλεσε την περιέργεια του πνευματικού κόσμου του νησιού. «πώς τέτοιου κύρους επιστήμονας εγκαταλείπει την ακαδημαϊκή καριέρα και επιστρέφει για να ζήσει στο μικρό ξερονήσι;»
– Τι λέτε βρε; κορόιδο είμαι ’γώ; έλεγε συχνά όταν τον ρωτούσαν και διευκρίνιζε πως ήθελε μια ήσυχη ζωή. Τον ενοχλούσε η πολυκοσμία και η απουσία ελεύθερου χρόνου.
Ο φθόνος άρχισε νωρίς. Όμορφος άντρας! Γιατρός και πλούσιος! Άρα περιζήτητος γαμπρός.
Έμοιαζε σαν λιοντάρι. Κανονικός στο ανάστημα, γεροδεμένος, με καθαρό πρόσωπο αλλά μέτωπο χαραγμένο, ζωγραφισμένο από βαθιές ρυτίδες που αφήνουν οι σκέψεις και του ήλιου το χάραγμα.
Τον πρώτο καιρό σκεφτόταν να ανοίξει κλινική. είχε την οικονομική δυνατότητα, μια και είχε βρει περιουσία, αφού ο πατέρας του αλώνιζε για δεκαετίες, μοναδικός παιδίατρος στο νησί. Τελικά αποφάσισε να διοριστεί στο δημόσιο. Ποτέ δεν απαίτησε φακελάκι αλλά και ουδέποτε αρνήθηκε να πάρει όταν του το πρόσφεραν. Αν καμιά φορά τύχαινε και του ’φερναν κανένα πεσκέσι έλεγε: «Φράγκα βρε παιδιά. Τι να τα κάνω τα πεσκέσια; Οικογενειάρχης είμαι;»
Του άρεσε τόσο να συσσωρεύει πλούτο που σαν «γύφτος» –όπως τον αποκαλούσαν οι συνάδελφοί του, όχι και άδικα– έτρωγε τα μεσημέρια μέσα στο νοσοκομείο –κάτι που απαγορευόταν αν δεν ήσουν σε εφημερία– γιατί δεν ήθελε να ξοδέψει.
Δεν τον έλεγαν από την αρχή γιατρο-Νικόλα. «Ο Καθηγητής!» Έτσι τον προσφωνούσαν συνάδελφοι και ασθενείς. Καπετάν γιατρο-Νικόλα τον ονόμασαν δυο χρόνια μετά, όταν παρέλαβε το στιβαρό σκάφος που παρήγγειλε στη γειτονική Τουρκία.
Από τότε τις Κυριακές εξαφανιζόταν για ψάρεμα κουμαντάροντας μια πιλοτίνα με τρία κρεβάτια και πανίσχυρη μηχανή. Ακόμα φαμίλια δεν είχε κάνει, πάλι από τη τσιγκουνιά του, όπως ψιθύριζαν – μια και φοβόντουσαν μην έρθει στιγμή να χρειαστούν το νυστέρι του.
Τον τελευταίο χρόνο πριν βγει στη σύνταξη ρωτούσε επίμονα να συγκεντρώσει πληροφορίες για διάφορες οικογένειες και νόμισαν πως σκέφτεται τώρα στα γεράματα να παντρευτεί.
Και μια «ωραία πρωία» ήλθε η ώρα να αποχωριστεί τα χειρουργεία. Λίγες μέρες αργότερα προχώρησε σε μια πράξη που τιμά το ανθρώπινο είδος. Κάλεσε έναν δικηγόρο και του έκανε πληρεξούσιο με εντολή να μεταβιβάσει τα σαράντα δύο ακίνητα που είχε στην κατοχή του σε συγκεκριμένες πολύτεκνες οικογένειες που υπέδειξε ο ίδιος και δεν είχαν στον ήλιο μοίρα. Όσο για το πατρικό του σπίτι, αυτό δωρίθηκε σε μια τριαντάχρονη μάνα με δύο παιδιά που έχασε τον σύζυγό της μετά από πενταετή μάχη με την επάρατο. Επίσης, φρόντισε να πληρωθούν οι φόροι και το υποθηκοφυλακείο για τις μεταβιβάσεις. Δεν έμεινε όμως εκεί, προχώρησε και στο μοίρασμα σχεδόν όλων των καταθέσεών του σε άπορους φοιτητές.
Σάλος δημιουργήθηκε στο νησί με την απροσδόκητη ενέργειά του που επιβάλλει να μεριάσουμε σκύβοντας το κεφάλι.
Ποτέ κανείς δεν κατάφερε να διχάσει και να συγχύσει τόσο πολύ τους χαρακτηρισμούς, από τρελό μέχρι άγιο έφτασαν να τον ονομάζουν. Δεν συνηθίζεται ένας άθρησκος, που δεν πάτησε το πόδι του στην εκκλησία, να ακολουθεί κατά γράμμα την Αγία Γραφή, να πουλά τα υπάρχοντά του και να τα μοιράζει στους φτωχούς. Αυτό! ακριβώς αυτό έκανε ο γιατρο-Νικόλας.
Κάποιοι συγγενείς που τον περιτριγύριζαν σαν πεινασμένα όρνεα όλα αυτά τα χρόνια, τώρα τον απέφευγαν κι εκείνος γελούσε με τη μικρότητά τους. Για εκείνον ήταν σοβαρό λάθος, εξαιτίας της συγγένειας, να κληροδοτήσει την περιουσία του σ’ αυτούς που δεν είχαν την παραμικρή ανάγκη. Πίστευε πως πρέπει να ξεφεύγεις από τα καθιερωμένα όταν αυτά είναι σφαλερά και αυτό εφάρμοσε.
Όταν ολοκληρώθηκαν όλες οι διαδικασίες όπως τις είχε οραματιστεί ο ευλογημένος, αγόρασε προμήθειες, μερικές αλλαξιές –είδη ψαρικής πάντα είχε– και ανοίχτηκε στο πέλαγος. Έκανε σπίτι του το σκάφος και στέγη του τον ουρανό.
Ο αρχαίος είχε πει: «φτώχια δεν είναι να έχεις λίγα, αλλά να λαχταράς περισσότερα».
Ψάρευε, έβγαινε σε διάφορες στεριές και μαγείρευε, μελετούσε και προπαντός στοχαζόταν.
Εμ, είναι να μην τον πουν τρελό; Μόνο αν πάσχεις από ψυχική νόσο ή έχεις βρει το νόημα της ζωής μπορείς να τολμήσεις το εγχείρημα του γιατρο-Νικόλα."