Εκεί στις αρχές του 14ου αιώνα, το πριγκιπάτο της Αχαΐας το διοικούσε ο Ιωάννης της Γραβίνας, διορίζοντας κάθε ένα ή δύο χρόνια ακατάλληλους βάιλους - με αποτέλεσμα να προκληθούν ταραχές και να ακολουθήσουν ανακατατάξεις στο Μοριά. Το 1324 όμως κατέβηκε ο ίδιος στο Μοριά, εδραίωσε την εξουσία του στην Κεφαλλονιά και τη Ζάκυνθο, και υποχρέωσε σε υποταγή τους βαρόνους της Αχαΐας. Η παραμονή του εντούτοις ήταν πολύ σύντομη και οπωσδήποτε ατελέσφορη. Το μόνο θετικό της παρουσίας του ήταν η εγκατάσταση τότε της εύπορης φλωρεντινής οικογένειας των Ατζαγιόλι (Acciaioli) στο Μοριά, η οποία έμελλε να πρωτοστατήσει στο ιστορικό προσκήνιο της εποχής και να κυβερνήσει τελικά το δουκάτο της Αθήνας.
«Ο ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»
Το 1326 ο Ιωάννης της Γραβίνας βρισκόταν στη Φλωρεντία, ενώ στην Πελοπόννησο είχε αφήσει αντιπρόσωπό του τον Γουλιέλμο Φραντζιπάνι, αρχιεπίσκοπο της Πάτρας. Και μετά το 1333, έπαψε να έχει οποιοδήποτε ενδιαφέρον για το Μοριά και την Ελλάδα γενικότερα.
Το 1331 ο νεαρός τότε, μόλις 21 ετών, Νικολό Ατζαγιόλι, γόνος της ισχυρής οικονομικά και πολιτικά οικογένειας τραπεζιτών από τη Φλωρεντία, που σχετιζόταν με τους Ναπολιτάνους Ανζού (Anjou) και τον βασιλιά Ροβέρτο της Νάπολης (1309-1343), κατάφερε να κερδίσει την εύνοια της επίτιμης αυτοκράτειρας Κατερίνας ντε Βαλουά (de Valois): της όμορφης 30χρονης χήρας του Φιλίππου του Τάραντα.
Ο Νικολό ορίστηκε επίτροπος των γιων της, Ροβέρτου και Φιλίππου, ενώ χρηματοδότησε ο ίδιος την εκστρατεία της Κατερίνας για ανάκτηση του Μοριά το 1338-1341. Ο Ιωάννης της Γραβίνας είχε μεταβιβάσει στον Ροβέρτο το πριγκιπάτο της Αχαΐας, με αντάλλαγμα άλλες κτήσεις στην Ηπειρο, το βασίλειο της Αλβανίας, καθώς και το δουκάτο του Δυρράχιου μαζί με μετρητά.
Ο Νικολό Ατζαγιόλι επισκέφτηκε τότε τον Μοριά. Η τράπεζά του είχε συμφέροντα στην Ελλάδα και ο ίδιος φρόντισε να αποκτήσει κτήματα που τα πολλαπλασίασε σταδιακά με δωρεές της αυτοκράτειρας, προσθέτοντας στη συνέχεια κι άλλα στην Ανδραβίδα, την Καλαμάτα, την Κεφαλλονιά και αλλού. Με δικά του έξοδα έχτισε ένα φρούριο για να υπερασπίζεται την εύφορη κοιλάδα της Καλαμάτας, "τον κήπο της Ελλάδας", όπως τον αποκαλούσαν, ο οποίος ήταν έρημος τότε και λεηλατημένος.
Για τις καλές υπηρεσίες του τού δόθηκαν η βαρονία της Καλαμάτας, το φρούριο της Πιάδας κοντά στην Επίδαυρο και άλλα κτήματα.
«ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ»
Στις 20 Ιανουαρίου 1343 πέθανε ο Ροβέρτος Α' της Νάπολης και τον διαδέχτηκε η εγγονή του Ιωάννα Α'. Το ίδιο έτος ο πάπας Κλήμης ΣΤ´ ίδρυσε την Ιερή Συμμαχία με τη συμμετοχή της Βενετίας, της Κύπρου και των Ιωαννιτών ιπποτών.
Ο Νικολό Ατζαγιόλι ενεργούσε ως μεγάλος Πελοποννήσιος γαιοκτήμονας και ταυτόχρονα αντιπρόσωπος του υποκαταστήματος της Τράπεζας με έδρα τη Γλαρέντζα. Ασκησε ο ίδιος για ένα διάστημα και καθήκοντα βάΙλου.
Το 1341 γύρισε στην Ιταλία, όπου ο γνωστός Φλωρεντινός ουμανιστής Βοκάκιος σε ενθουσιαστικό γράμμα του τον αποκαλεί «δεύτερο Οδυσσέα» που γύρισε στην πατρίδα μετά από περιπλανήσεις, όπως ο ομηρικός ήρωας.
Η ΑΠΕΙΛΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ
Μετά την αναχώρηση του Νικολό Ατζαγιόλι από την Πελοπόννησο, οι Τούρκοι άρχισαν να λεηλατούν τα παράλια του Μοριά. Απεσταλμένοι με επικεφαλής τον Επίσκοπο Κορώνης και τον γασμούλο Σιδερό ζήτησαν από τον Ιωάννη Καντακουζηνό να αναλάβει την ηγεμονία της Αχαΐας. Αυτός και μερίδα Φράγκων αναγνώρισαν τον βασιλιά Ιάκωβο Β΄ της Μαγιόρκας (1324-1349), εγγονό της Κυράς της Άκοβας, ως νόμιμο ηγεμόνα της Αχαΐας. Ο τελευταίος αρκέστηκε να ορίσει τον Eράρντ Γ΄ λε Νουάρ, πρωτοστράτορα της Αχαΐας, πριν χάσει τη ζωή του σε μάχη με τους Αραγονέζους το 1349.
Ο Νικολό Ατζαγιόλι, ζώντας στην Ιταλία, δεν σταμάτησε να ενδιαφέρεται για τις μεγάλες εκτάσεις του στην ηγεμονία της Αχαΐας, όπως το Κάστρο του Βουλκάνου στην Ιθώμη, όπου βρίσκεται το ομώνυμο παλαιό μοναστήρι στη θέση του ιερού του Δία Ιθωμάτα (Εικ.1). Το 1358 πήρε από τον βασιλιά Ροβέρτο του Τάραντα (1346-1364), νέο ηγεμόνα της Αχαΐας, την πόλη και το κάστρο της Κορίνθου μαζί με άλλα 8 μικρά κάστρα.
Ο Νικολό είχε επίσης αναδειχθεί στρατοπεδάρχης της Σικελίας και κόμης της Μάλτας. Αδυνατώντας ο ίδιος να βρίσκεται στην Ελλάδα, είχε διορίσει το 1365 τον εξάδελφό του Δονάτο αντιπρόσωπό στις κτήσεις του στην Αχαΐα, με την εντολή να εξασφαλίζει την ευημερία των υπηκόων του. Πέτυχε μάλιστα από τον Ροβέρτο την παραγραφή των χρεών για όλους τους υπηκόους του στο Μοριά. Ελληνες παρευρίσκονταν σε όλες σχεδόν τις βασιλικές ακροάσεις που λάμβαναν χώρα στα ιταλικά μέγαρά του.
ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΟΚΑΚΙΟ
Ο Βοκάκιος ονομάζει περιφρονητικά Γραικύλους τους Ελληνες του Μοριά - γεγονός που αποδεικνύει ότι ο πρώιμος Φλωρεντινός Ουμανισμός, που εκπροσωπείται από τον ίδιο καθώς και από τον Πετράρχη, ήταν προσανατολισμένος στη γνώση της αρχαιότητας και στη συλλογή αρχαίων κειμηλίων, χωρίς να αναγνωρίζει στους ελληνόφωνους κατοίκους κάποια σχέση με το κλασικό παρελθόν του τόπου τους.
Οι Δυτικοί Ευρωπαίοι θεωρούσαν δυστυχώς τότε πιο αποκρουστικούς τους Ελληνες σχισματικούς από τους ίδιους τους Τούρκους. Ο Πετράρχης μάλιστα έγραφε χαρακτηριστικά ότι «οι Τούρκοι είναι εχθροί. Οι Ελληνες είναι σχισματικοί και χειρότεροι από τους εχθρούς»!
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
Ο Νικολό Ατζαγιόλι πέθανε το 1365 και ενταφιάστηκε στην Certoza κοντά στη Φλωρεντία, όπου είχε κατασκευάσει το μαυσωλείο του με πλούσια λάφυρα από την Ελλάδα. Στη διαθήκη του, καταγράφεται το μεγαλύτερο μέρος του Μοριά ως ιδιοκτησία του.
Το 1364 είχε πεθάνει και ο αυτοκράτορας Ροβέρτος του Τάραντα, γιος της Αικατερίνης ντε Βαλουά, χωρίς παιδιά, με αποτέλεσμα να δεινοπαθήσει και πάλι ο Μοριάς με τις διαμάχες για τη διαδοχή στη διακυβέρνηση του πριγκιπάτου.
Η χήρα του Ροβέρτου Μαρία των Βουρβόνων (Marie de Bourbon), η οποία μεταξύ άλλων είχε στην ιδιοκτησία της και το Κάστρο των Βιλλεαρδουίνων στην Καλαμάτα, επιχείρησε για χάρη του γιου της από προηγούμενο γάμο, να καταλάβει βίαια με στρατό την ηγεμονία το 1366, αλλά απωθήθηκε. Μετά από διαπραγματεύσεις, βάιλος της Αχαΐας ορίστηκε ο ικανότατος στα στρατιωτικά Βενετσιάνος Κάρλο Ζένο, ιερέας της Πάτρας. Η Μαρία των Βουρβόνων κράτησε την Καλαμάτα και παραχώρησε, το 1370, τις βαρονίες της Βοστίτζας και του Nivelet (Γερακίου) στον αδελφό του Ροβέρτου τον Φίλιππο Β´, επίτιμο Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος πέθανε το 1373 χωρίς να έχει πατήσει ποτέ το πόδι του στις ελληνικές κτήσεις του. Αφησε τον τίτλο του Λατίνου αυτοκράτορα στον ανεψιό του Ιάκωβο ντε Μπω (de Baux) και το πριγκιπάτο της Αχαΐας στην Ιωάννα Α΄ βασίλισσα της Νάπολης.
Ο Nicolo Ατζαγιόλι είχε μοιράσει με διαθήκη την περιουσία που όριζε στην Ελλάδα, στον μεγαλύτερο γιο του Αγγελο και στον θετό του γιο Ραϊνέριο ή Νέριο. Στον τελευταίο άφησε το κάστρο του Βουλκάνου στην Ιθώμη και όλα τα υποστατικά, τα δικαιώματα και τους υποτελείς του στη βαρονία της Καλαμάτας.
ΦΛΩΡΕΝΤΙΝΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΦΡΑΓΚΩΝ ΚΑΙ ΝΑΠΟΛΙΤΑΝΩΝ
Ο Αγγελος ήταν πολύ απασχολημένος με τις κτήσεις και τα συμφέροντά του στην Ιταλία και όρισε επίτροπο φρούραρχο της Κορίνθου στη θέση του τον Νέριο Ατζαγιόλι. Ο ικανότατος αυτός νέος, μεταξύ άλλων, αγόρασε από τη Μαρία των Βουρβόνων τις βαρονίες Βοστίτζας και Νιβελέ (Γερακίου), καθώς και όλες τις κτήσεις του Αγγέλου στην Πελοπόννησο. Πολλοί Φλωρεντινοί αποίκησαν τότε την Πελοπόννησο, αναπληρώνοντας τα κενά που είχαν αφήσει φεύγοντας οι Φράγκοι έποικοι και οι Ναπολιτάνοι τυχοδιώκτες.
Οι βαρόνοι της Αχαΐας αποτελούσαν τότε μείγμα από διάφορες εθνότητες (Φλωρεντινούς, Γενοβέζους, Μαρκεζάνους, Ελληνες). Οι παλιές οικογένειες των κατακτητών είχαν σβήσει. Μόνο ο Εράρντ λε Νουάρ ήταν Γάλλος. Ορισμένοι Ελληνες γαιοκτήμονες και άλλοι είχαν ασπασθεί τον καθολικισμό. Μια επιτύμβια επιγραφή που βρέθηκε στην Καλαμάτα και χρονολογείται στα 1354 ανήκε σε Ελληνα που είχε γίνει καθολικός.
Βάιλος της Αχαίας ήταν αυτό τον καιρό ο κόμης του Κονβερσάνο. Η Μεθώνη και η Κορώνη εξακολουθούσαν να βρίσκονται πάντα στα χέρια της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας.
ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ... ΥΠΟΘΗΚΗ ΣΤΟΥΣ ΙΩΑΝΝΙΤΕΣ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ
Οι βαρόνοι του Μοριά πρόσφεραν το 1374 στην Ιωάννα Α´ βασίλισσα της Νάπολης, όπως σημειώσαμε παραπάνω, το ηγεμονικό αξίωμα της Αχαΐας με τον όρο να τους αφήσει ήσυχους. Ο βάιλος όμως που έστειλε η Ιωάννα να διοικήσει στο όνομα της δημιούργησε προβλήματα στην Πελοπόννησο, με αποτέλεσμα η κτήση να της γίνει ενοχλητική. Ετσι, το 1376 παραχώρησε στον τέταρτο σύζυγό της, τον Οθωνα της Βρουνσβίκης (Brunswick) το πριγκιπάτο του Μοριά, ενώ το 1377 το υποθήκευσε στους Ιππότες του Αγίου Ιωάννη της Ρόδου για 5 χρόνια, αντί του ποσού των 4.000 δουκάτων.
Ο Ντομινίκ Ντ' Αλεμάνι Dominique d’Allemagne ανέλαβε την επιτροπεία του πριγκιπάτου για λογαριασμό των Ιωαννιτών ιπποτών μέχρι το 1381, αφού δέχτηκε τους όρους υποτέλειας από τους βαρόνους. Μεγάλος Μαγίστρος των Ιπποτών ήταν τότε ο παράτολμος Ισπανός Χουάν Φερνάντες δε Ερέδια (Juan Fernandez de Heredia), ο οποίος είχε διαδεχθεί το 1377 τον Ρομπέρ Ντε Ζουιγύ (Robert de Juilly).
Τα τορνέζια της μνήμης
Στα χρόνια της βασιλείας του Ροβέρτου σταμάτησε να λειτουργεί το νομισματοκοπείο της Γλαρέντζας. Η μνήμη πάντως της μακροχρόνιας χρήσης του γαλλικού τορνέζιου στην Ελλάδα παρέμεινε για αιώνες ζωντανή.
Μια ζακυνθινή παροιμία που διέσωσε ο Παύλος Λάμπρος έχει ως εξής: Των κουμέσσων τα τορνέζια, της μαμμής, του μυλωνά, και των σταροπουλητάδων είν᾽ αράχνη και κλωνά.
Ο Αναστἀσιος Τζαμαλής (ο γνωστός νομισματολόγος) άκουσε το 1981 στη Χίο να λένε τα εξής στο κόψιμο της πρωτοχρονιάτικης βασιλόπιτας: Το τουρνέσι, το τουρνέσι, για να δούμε πού θα πέσει.