Δευτέρα, 18 Μαρτίου 2019 13:11

Κάστρα και οχυρά της Μεσσηνίας: Οχυρές θέσεις στην Εξω Μάνη

Γράφτηκε από τον
Στο ισόγειο υπάρχει η “γούβα”, μια σκαμμένη κρύπτη που χρησίμευε σαν φυλακή

Στο ισόγειο υπάρχει η “γούβα”, μια σκαμμένη κρύπτη που χρησίμευε σαν φυλακή

 

Ενας νόμος (1026/24/12/1937) διέσπασε τη γεωγραφική αλλά και την πολιτιστική ενότητα της Μάνης. Το βόρειο τμήμα της Δυτικής Μάνης ή Εξω Μάνη (Αβία, Καρδαμύλη, Λεύκτρο) αποσπάστηκε από την επαρχία Οιτύλου και προσαρτήθηκε στην επαρχία Καλαμάτας.

Κύριος στόχος αυτής της διοικητικής διαίρεσης ήταν η αποδυνάμωση της σκληροτράχηλης κοινωνίας των Μανιατών. Παρά τις διοικητικές διαιρέσεις που έφεραν ένα τμήμα της Μάνης να ανήκει στη Μεσσηνία, στη συνείδηση όλων μας η Μάνη είναι αδιαίρετη. Με αυτές τις αρχές θα συνεχίσουμε με την καταγραφή των κάστρων και των οχυρών της μεσσηνιακής Μάνης.

 

Οι πύργοι των Καπετανάκηδων  στο Αλμυρό και την Τρικότσοβα (Α’ Μέρος)

Μετά τη Βέργα πηγαίνοντας για τη Μάνη, στο Αλμυρό, ο δρόμος διχάζεται. Ο εσωτερικός δρόμος της ενδοχώρας περνάει από τον Κάμπο, την Καρδαμύλη και φθάνει στο Οίτυλο και την Αρεόπολη. Στον παραλιακό δρόμο που οδηγεί στις Κιτριές, λίγο μετά το Αλμυρό αριστερά σους “Μύλους”, στέκεται σε σχετικά καλή κατάσταση, ανάμεσα σε αρκετά σύγχρονα σπίτια, ο πύργος των Καπετανάκηδων.

Ποιοι ήταν όμως οι Καπετανάκηδες; Σ’ ένα ανέκδοτο χειρόγραφο (Γ.Α.Κ. αρχείο Ρήγα Παλαμήδη) αναφέρονται όλοι οι Καπετανάκηδες της εποχής του ξεσηκωμού:

«Εις το Σταυροπήγιον ή Ζαρνάταν: ο Καπετάν Γεωργάκης Καπετανάκης, ηλικιωμένος με τους τρεις υιούς του: τον Χριστόδουλον, τον Βενετζάνον και τον Γιαννιόν, αδελφούς τρεις, τον Γιάννη, τον Πιέρον και τον Παναγιωτάκην· ο Γιάννης δύο υιούς: τον Παναγιωτάκην και τον Αντωνάκην, ο Πιέρος δύο υιούς: τον Παναγιωτάκην και τον Γεωργάκην, ο Παναγιωτάκης έναν υιόν τον Σταυριανόν. Ανίψια τρία, τα Νικολακάτσα: Γιαννάκη, Μιχαήλ και Αθανασούλη και ένα ανίψι, το Δημητρακάκη, λεγόμενον και αυτό Παναγιωτάκης.

Ο Πιέρος αποβίωσε καθ’ οδόν εις τον Αγιον Φλώρον μετά την πτώσιν της Τριπολιτσάς. Ο Μιχαήλ όταν εχτυπήθησαν εις το Σούρπη, εκτύπησε τον πόδα του και εκ τούτου αποβίωσεν. Ο Παναγιωτάκης του Δημητράκη Καπετανάκη, έπεσε μαχόμενος εις το Κουτζοπόδι του Αργους εις τον εμβασμόν του Δράμαλη. Ο Αθανασούλης Ν. Καπετανάκης έπεσε μαχόμενος εις το Μανιάκη με τον αρχιμανδρίτην Δικαίον Φλέσα και λοιπούς επί Ιμβραήμ».

Ο καπετάν Γεωργάκης Καπετανάκης πήρε μέρος στην απελευθέρωση της Καλαμάτας στις 23 Μαρτίου 1821 σαν επικεφαλής της καπετανίας του Σταυροπηγίου και διορίστηκε “φρούραρχος” της Καλαμάτας και μέλος της Μεσσηνιακής Γερουσίας. Ετσι σε αυτόν παραδόθηκαν οι Τούρκοι της μόλις απελευθερωμένης πόλης. Πέθανε στο τέλος του 1821, σε ηλικία 64 ετών. Ο Γιάννης Καπετανάκης αδελφός του Γεωργάκη πέθανε το 1824. Το 1825, στη μάχη της Σφακτηρίας πήρε μέρος και ο Παναγιωτάκης Καπετανάκης γιος του Γιάννη. Αυτός μάλιστα πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ.

Στις 11 Απριλίου του 1795, ο πρώτος ξένος περιηγητής που τόλμησε να ταξιδέψει στα νότια παράλια της Μάνης, ο John Bacon Sawrey Morritt σε ηλικία 22 ετών, φθάνει από την Καλαμάτα στο Αλμυρό και περιγράφει:

«Γρήγορα φθάσαμε στις Αλμυρές πηγές που χωρίζουν την επαρχία της Καλαμάτας από τη Μάνη. Πήγαμε σ’ έναν τετράγωνο πέτρινο πύργο που ήταν κοντά στους Μύλους και χρησίμευε για κατοικία ενός Μανιάτη Καπετάνιου. Ο Καπετάνιος μας υποδέχθηκε, μας κάλεσε στο σπίτι του και μας έκανε το τραπέζι στο οποίο κάθησε κι’ αυτός σαν εκδήλωση της φιλοξενίας αλλά και σαν εγγύηση της ασφάλειας»…

(Κυριάκου Σιμόπουλου: “Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα”)

Αυτός ο πύργος που περιγράφεται από τον Morritt το 1795, σώζεται και σήμερα σε σχετικά καλή κατάσταση. Εχει τετράγωνη κάτοψη, ύψος είκοσι περίπου μέτρα, πλάτος επτά μέτρα και είναι τετραώροφος. Ο πύργος έχει επάλξεις. Οι ανατολικές είναι ψηλότερες για να προστατεύουν την έξοδο στο δώμα και τις επάλξεις. Στις τέσσερις επάνω γωνίες του πύργου εξέχουν ισάριθμοι κυλινδρικοί πυργίσκοι. Αυτοί στηρίζονται σε βάσεις ανεστραμμένου κώνου, που η κορυφή του καταλήγει σε μια ακμή του τετράπλευρου πύργου. Στις βάσεις του πυργίσκου υπάρχουν δυο πολεμίστρες, μία προς κάθε πλευρά του πύργου. Στη βόρεια πλευρά του πύργου υπάρχει η κύρια είσοδός του ενώ υπάρχει ακόμα μια μικρότερη είσοδος στο ύψος του δευτέρου ορόφου. Για να φθάσει κανείς σ’ αυτήν, αφού περάσει την κύρια είσοδο, πρέπει να ανεβεί από μια πέτρινη σκάλα που οδηγεί μόνο μέχρι τον δεύτερο όροφο. Πάνω από αυτή τη δεύτερη πόρτα προεξέχει για την ασφάλεια της εισόδου μια ζεματίστρα, ο “πετρομάχος” ή “φονιάς” των πύργων της Μάνης. Από εκεί οι αμυνόμενοι εντός από τα ζεματιστά υγρά έριχναν και πέτρες. Στο ισόγειο του πύργου υπάρχει η “γούβα”, μια σκαμμένη υπόγεια κρύπτη, που χρησίμευε σαν φυλακή. Στη βορειοανατολική πλευρά του πύργου προσκολλήθηκε αργότερα ένα επίμηκες κτήριο που χρησίμευε σαν επίσημη διώροφη κατοικία των Καπετανάκηδων. Στο ισόγειο του πύργου υπάρχει επίσης εστία θέρμανσης (τζάκι). Οι τοίχοι του έχουν εξαιρετικά μεγάλο πάχος (1 μέτρο και σαράντα εκατοστά), πράγμα που κάνει τον εσωτερικό ωφέλιμο χώρο, να έχει μέγιστη πλευρά τέσσερα περίπου μέτρα, ενώ η εξωτερική πλευρά είναι επτά μέτρα.

Στην ίδια περιοχή στους Μύλους, υπήρχε παλιότερα και άλλος πύργος που όμως είχε ερειπωθεί και κατεδαφίστηκε πριν από περίπου εξήντα χρόνια. Σε έναν από τους δυο πύργους, αναφέρεται ότι είχε αποκλεισθεί από τους Τούρκους το 1770 μετά τα Ορλωφικά, ο Πιέρος Μαυρομιχάλης. Αφού πολεμούσε γενναία, μια εχθρική μπάλα κανονιού κατέστρεψε την μπροστινή πλευρά του πύργου και ο Μαυρομιχάλης, αν και τραυματισμένος κατά την έξοδό του, έπεσε στη θάλασσα και κατάφερε να βγει κολυμπώντας στο χωριό Γιαννιτσάνικα της Καλαμάτας. Σε αυτή την εποχή και ίσως μετά από αυτή την καταστροφή, ο σωζόμενος και σήμερα πύργος επισκευάστηκε και ανακαινίστηκε στη μορφή που φαίνεται σήμερα. Τα ίχνη των παλιότερων τοίχων αλλά και η διαφορά στα αγκωνάρια είναι και σήμερα εμφανής.

Στη Φραγκοκρατία, αυτή η περιοχή των μύλων του Αλμυρού ήταν η βαρονία των Μύλων ή La Molines. Ηταν ένας οικισμός, το casale Armiro, δώρο το 1338 της ηγεμονίδας Catherine II de Valois-Courtenay μαζί με άλλα φέουδά της στη Μεσσηνία και τη Μάνη, στον Φλωρεντίνο τραπεζίτη και εραστή της Niccolò Acciaiuoli. Το χωριό Αλμυρό ή Αρμυρό, το 1391 είχε 40 σπίτια και ανήκε στην οικογένεια Johan ΙΙ Misito όπως προκύπτει από το δεύτερο χωρογραφικό πίνακα του K. Hopf: (La Molines le Vicaire la tient et fu de Johant Misto 40). Αργότερα, την εποχή της αυτοδιοίκησης της Μάνης, χτίστηκαν και εδώ οι χαρακτηριστικοί μανιάτικοι πέτρινοι πύργοι.

Ο πύργος στους Μύλους του Αλμυρού μαζί με το συγκρότημα του Πετροβουνίου της Τρικότσοβας, που ακολουθεί, ήταν οι οχυρές κατοικίες των Καπετανιάνων ή Καπετανάκηδων και αποτελούσαν την έδρα της καπετανίας Σταυροπηγίου-Αλμυρού.