Δευτέρα, 01 Φεβρουαρίου 2021 13:01

Eλληνική Επανάσταση: Η Ρωσία του 18ου αιώνα, ο Μεγάλος Πέτρος και η Μεγάλη Αικατερίνη

Γράφτηκε από τον


Ο Μεγάλος Πέτρος στον ρωσο-τουρκικό πόλεμο του 1710-11, που είχε σαν στόχο την έξοδο της Ρωσίας στη Μαύρη θάλασσα και το Αιγαίο, υπολόγιζε σημαντικά στην ταυτόχρονη εξέγερση των οσποδάρων (διοικητών ή ηγεμόνων) των παραδουνάβιων περιοχών της Βλαχίας και της Μολδαβίας και γενικά των χριστιανικών λαών της Βαλκανικής.

Μια τέτοια ταυτόχρονη εξέγερση θα αποδυνάμωνε σημαντικά την Τουρκία και θα εξασφάλιζε τη νίκη των Ρώσων που θα προχωρούσαν στη δημιουργία μιας πανίσχυρης πολυεθνικής αυτοκρατορίας ανάλογης με τη βυζαντινή. Το 1711 καλεί τους Χριστιανούς να τον υποστηρίξουν, στέλνοντάς τους προκήρυξη:
«…δια την λύτρωσίν σας εμπαίνω εις τα βάσανα, και θέλω να με βοηθήσετε, και μετά ταύτα θέλει σας δώσει ο Θεός το πάσα καλό, και θέλετε εύρη εκ μέρους μου τιμήν και ευσπλαχνίαν….».
Οι επιτυχίες του δημιουργούν θαυμασμό και η προκήρυξή του προσδοκίες και ενθουσιασμό. Οι υπόδουλοι Έλληνες περιμένουν τη λευτεριά τους από το ομόδοξο «ξανθό γένος:
«Ακόμα τούτ’ την άνοιξη, ραγιάδες ραγιάδες,
τούτο το καλοκαίρι,
καϋμένη Ρούμελη,
όσο νάρθη ο Μόσκοβος, ραγιάδες ραγιάδες,
να φέρει το σεφέρι
Μοριά και Ρούμελη».
Όμως ταυτόχρονα κανένας δεν ήταν διατεθειμένος να διακινδυνεύσει πριν από το πρώτο αποφασιστικό ρωσικό χτύπημα στους Τούρκους. Στη συνέχεια ο τσάρος έστρεψε το ενδιαφέρον του στο βορρά. Έπρεπε να βρει θαλάσσιες διεξόδους. Το Arkhangelsk, στη Λευκή θάλασσα στα νοτιοδυτικά της θάλασσας Barents, πάγωνε και δεν εξυπηρετούσε τις ανάγκες της ναυσιπλοΐας όλο τον χρόνο. Η Αγία Πετρούπολη έγινε η νέα πρωτεύουσα της ρωσικής αυτοκρατορίας. Μετά την επιτυχία στον βορρά προχώρησε σε ευρεία διοικητική αναμόρφωση και η Ορθόδοξη εκκλησία ενσωματώθηκε στο ρωσικό κράτος. Για να βγει στη Βαλτική όμως έπρεπε να επιτεθεί στην στρατιωτικά πανίσχυρη Σουηδία. Έτσι ξεκίνησε ο Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος. Με συμμάχους τη Δανία, τη Σαξονία και τους Πολωνο-λιθουανούς κατάφερε το 1720 να ολοκληρώσει τα σχέδιά του. Στην σουηδική πόλη Νύσταντ η σουηδική αυτοκρατορία συνθηκολόγησε με το βασίλειο της Ρωσίας στις 30 Αυγούστου 1720.
Το 1725 ο Μεγάλος Πέτρος πέθανε αιφνίδια, από ουρολογικά προβλήματα. Τον διαδέχθηκε η σύζυγός του Αικατερίνη Α΄. Όμως μετά από δυο χρόνια πέθανε κι αυτή. Την διαδέχθηκε τυπικά ο ανήλικος Πέτρος Β΄ ο οποίος όμως πέθανε κι αυτός από ευλογιά το 1730. Στη συνέχεια την αυτοκρατορία ανέλαβε η ανιψιά του Μεγάλου Πέτρου, Άννα Ιβάνοβνα, δούκισσα της Κουρλάνδης (Kurland, στην ακτή της Βαλτικής). Το 1739, η Άννα κατάφερε να προσαρτήσει στην ρωσική αυτοκρατορία και το Αζόφ στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Η έξοδος στη Μεσόγειο φαινόταν τώρα πιο κοντά.
Μετά το θάνατό της το 1740, επικράτησε πολιτική αστάθεια που έληξε με την ανάρρηση στον θρόνο της κόρης του Μεγάλου Πέτρου, Ελισάβετ Πετρόβνα. Τότε η Ρωσία κατάφερε να αποσπάσει τη νότια Φινλανδία ενώ με τη συνθήκη του Άαχεν απομονώθηκε η αντίπαλός της Πρωσία. Ταυτόχρονα η Ρωσία και απέκτησε δεσμούς με την Αγγλία και την Αυστρία. Τότε συντελέστηκε και η πολιτιστική άνθιση της Ρωσίας. Τα χειμερινά ανάκτορα (Ερμιτάζ) στην Αγία Πετρούπολη, το πανεπιστήμιο της Μόσχας, η Ακαδημία Καλών Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης ήταν έργα της Ελισάβετ.
Την πρωτοχρονιά του 1762, στη Ρωσία, αφού πέθανε η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πετρόβνα, την διαδέχθηκε ο τριαντατριάχρονος Γερμανός ανιψιός της Πέτρος ΙΙΙ. Αυτός ήταν ο δούκας του Holstein, Karl Peter Ulrich, εγγονός του Μεγάλου Πέτρου και βέβαια διάδοχος του ρωσικού θρόνου. Γι’ αυτό ο Karl Peter Ulrich είχε βαπτισθεί ορθόδοξος με το όνομα Πέτρος Φιοντόροβιτς. Έμεινε στην ιστορία ως ανώριμος και αλκοολικός, κυρίως από τη συκοφαντική προπαγάνδα της συζύγου του Αικατερίνης, της κατοπινής «Μεγάλης».
Η αντιπαλότητα των δυο συζύγων είχε τη βάση της κυρίως στην αχαλίνωτη ηθική της Αικατερίνης αλλά και στα διαφορετικά συμφέροντα που οι δυο «σύζυγοι» εξυπηρετούσαν. Η Αικατερίνη ήταν κι αυτή Γερμανίδα, κόρη του Πρώσου στρατηγού Christian-August, πρίγκιπα του Anhelt-Zerbst και το όνομά της ήταν Σοφία-Αυγούστα-Φρειδερίκη. Αφού παντρεύτηκε τον Πέτρο ΙΙΙ, βαπτίσθηκε ορθόδοξη και πήρε το όνομα Αικατερίνη Αλεξέγεβνα. Όμως η αρχιδούκισσα, έγινε και μυστική πράκτορας της Αγγλίας με πλούσιες απολαβές από την αγγλική πρεσβεία. Αντίθετα ο Πέτρος ήταν πράκτορας του Φρειδερίκου ΙΙ της Πρωσίας. Ο γάμος ήταν συμβατικός και οι δυο σύζυγοι ζούσαν χωριστά διατηρώντας εξωσυζυγικές σχέσεις. Ο Πέτρος με την Ελισάβετ Βοροντσώφ και η Αικατερίνη με πολλούς και διάφορους εραστές. Για να δικαιολογήσει τον ανήθικο βίο της αλλά και για να μειώσει το σύζυγό της η Αικατερίνη άρχισε να διαδίδει ότι αυτός ήταν ανίκανος και ότι τουλάχιστον για επτά χρόνια δεν είχε σχέσεις μαζί του.
Έτσι όταν άρχισε η βασιλεία του τσάρου Πέτρου ΙΙΙ οι σχέσεις των δυο συζύγων ήταν όχι μόνο ανύπαρκτες αλλά και εχθρικές. Η διοίκηση του Πέτρου ΙΙΙ ήταν αμφιλεγόμενη. Ουσιαστικά προχώρησε σε τολμηρά φιλολαϊκά μέτρα μειώνοντας τους φόρους. Όμως προφανώς λόγω της γερμανικής καταγωγής του, σταμάτησε αμέσως τον εξαετή, νικηφόρο μέχρι τότε για τη Ρωσία πόλεμο με την Πρωσία, προσπαθώντας δήθεν να ομαλοποιήσει τις διεθνείς σχέσεις της Ρωσίας. Βέβαια αυτή η φιλογερμανική θέση ήταν αναμφισβήτητα και ένα σοβαρό φιλειρηνικό βήμα αφού οι νεκροί του ρωσο-πρωσικού πολέμου είχαν ξεπεράσει τις εκατό χιλιάδες. Και σαν να μην έφθανε η διακοπή αυτού του πολέμου, ο Πέτρος ΙΙΙ προσπάθησε να «εκγερμανίσει» τον ρωσικό στρατό με την αλλαγή της εμφάνισης και της στολής του αλλά και με την τοποθέτηση του θείου του ως επικεφαλής της τσαρικής φρουράς. Και ενώ στη μόλις εξάμηνη βασιλεία του προώθησε σημαντικά φιλολαϊκά μέτρα, αυτά δημιούργησαν μεγάλη αναστάτωση στους ευγενείς της Ρωσίας. Έτσι με βασικό επιχείρημα της αριστοκρατίας τη «φιλογερμανική» στάση του τσάρου Πέτρου ΙΙΙ, ξεκίνησε η προσπάθεια για την ανατροπή του. Τότε επιστρατεύθηκε και η προπαγάνδα για τη δήθεν ανικανότητά του, που είχε ξεκινήσει η Αικατερίνη για να δικαιολογήσει τον έκφυλο βίο της, και άρχισαν να υποκινούνται εξεγέρσεις εναντίον του.
Ο Πέτρος ΙΙΙ βέβαια, λόγω της γνωστής ανυπαρξίας σχέσεων με την Αικατερίνη, δεν μπορούσε να πιστεύει ότι ο οκτάχρονος γιος της Παύλος, ήταν γνήσιο παιδί του. Έτσι στις άμεσες σκέψεις του ήταν η αποκλήρωση του παιδιού και ο εγκλεισμός της Αικατερίνης σε μοναστήρι, αφού είχαν αρχίσει να γίνονται γνωστές οι πολλές ερωτικές ατασθαλίες της. Αυτή όμως τον πρόλαβε. Μετά από ένα υποκινούμενο, από τον τότε εραστή της Γρηγόριο Ορλώφ, «εθνικιστικό» πραξικόπημα και μεγάλες κοινωνικές αναστατώσεις και άγριες συμπλοκές, ο αδύναμος τσάρος ανατράπηκε και η Αικατερίνη, έχοντας την κηδεμονία του νόμιμου διαδόχου του Παύλου, στις 28 Ιουνίου 1762, έγινε πανίσχυρη αυτοκράτειρα «πασών των Ρωσιών».
Οκτώ μέρες μετά την ανάρρησή της και αφού όπως λέγεται, έπεισε τον τότε εραστή της και πατέρα του τρίτου “νόθου” παιδιού της, Γρηγόριο Ορλώφ για την εξόντωση του Πέτρου ΙΙΙ, στις 6 Ιουλίου ο φυλακισμένος τσάρος βρέθηκε νεκρός. Οι συνωμότες τον στραγγάλισαν με τον ιμάντα ενός μουσκέτου (τουφεκιού) ή τον έπνιξαν με μαξιλάρια. Φυσικός αυτουργός και οργανωτής της δολοφονίας του Πέτρου ήταν ο Αλέξιος Ορλώφ, αδελφός του τότε εραστή της Αικατερίνης. Στον στραγγαλισμό του τσάρου ήταν παρών και ο μετέπειτα εραστής της Αικατερίνης και πρωθυπουργός της Ρωσίας, ο «υπέροχος δούκας της Ταυρίδας», Γκριγκόρι Ποτέμκιν.
Επίσημα ανακοινώθηκε ότι ο θάνατος του Πέτρου οφειλόταν σε εγκεφαλική αιμορραγία. Παρά την αχαλίνωτη ηθική της και τους εικοσιένα συνολικά εραστές της, η Αικατερίνη έδειξε μεγάλη αποφασιστικότητα και εξαιρετικές διοικητικές ικανότητες, αφού προσπάθησε και κατάφερε να αναπλάσει το αχανές ρωσικό κράτος πάνω στα οράματα του Μεγάλου Πέτρου αλλά και τις αρχές του φιλελεύθερου διαφωτισμού.