Η κατοχή της Ελλάδας στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1941 με την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στην ελληνική επικράτεια. Πίσω τους στις 20 Απριλίου ακολουθούσαν οι Βούλγαροι που μπήκαν και κατέλαβαν την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη. Σύνορό τους ήταν ο Στρυμόνας. Μια μόνο ζώνη στον Έβρο, την κράτησαν οι Γερμανοί. Η βουλγαρική κατοχή ήταν εξίσου σκληρή με αυτή των Γερμανών και των Ιταλών συμμάχων τους. Δολοφονίες, βιασμοί, εξανδραποδισμοί μπήκαν στην καθημερινότητα των υπόδουλων Ελλήνων. Η Αθήνα κατακτήθηκε από τους Γερμανούς στις 27 Απριλίου 1941. Μέχρι τα τέλη του Μαΐου είχε κατακτηθεί ολόκληρη η Ελλάδα. Η κατοχή ήταν σκληρή με βιαιότητες και θηριωδίες. Κι ενώ η σκληρότητα μεγάλωνε ήρθε ο ναυτικός αποκλεισμός που εφάρμοσαν οι Άγγλοι σύμμαχοι και που οδήγησε τελικά στον μεγάλο λιμό του χειμώνα του 1941-42. Ο δοκιμαζόμενος από την τριπλή κατοχή ελληνικός λαός άρχισε να αναζητεί τρόπους αντίστασης. Αρχικά, κυρίως σε προσφυγικές γειτονιές Μικρασιατών συγκροτήθηκαν πυρήνες αντίστασης. Στις 11 Σεπτέμβρη του 1941 ιδρύθηκε ο ΕΔΕΣ (Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος) και στις 27 του ίδιου μήνα το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) με τη συνεργασία του κομμουνιστικού, του σοσιαλιστικού, του αγροτικού κόμματος και της ένωσης λαϊκής δημοκρατίας.
Το καλοκαίρι του 1943 οι Βούλγαροι θέλησαν να προχωρήσουν με «επέκταση» της κατοχής τους και «πέραν του Στρυμόνος», καταλαμβάνοντας ολόκληρη τη Μακεδονία. Ο ελληνικός λαός αντέδρασε αυθόρμητα. Οι κινητοποιήσεις κατά της σχεδιαζόμενης βουλγαρικής επέκτασης κορυφώθηκαν στην Αθήνα. Στις 13 Ιουλίου ο ΕΔΕΣ κήρυξε «λευκή απεργία» με καθολική συμμετοχή, αφού έκλεισαν τόσον οι υπηρεσίες όσο και τα μαγαζιά. Την επόμενη ημέρα οι Γερμανοί έβγαλαν ανακοίνωση δικαιολογώντας τη βουλγαρική «επέκταση» ως βοήθεια εναντίον των ανταρτών.
Στις 22 Ιουλίου 1943 οργανώθηκε η μαζικότερη απ’ όλες τις διαδηλώσεις που είχε γνωρίσει ως τότε η κατεχόμενη πρωτεύουσα. Χιλιάδες κόσμου αψηφώντας τις απαγορεύσεις συνέρρεαν στο κέντρο της Αθήνας. Αυτή η μεγάλη και μαχητική διαδήλωση προετοιμάστηκε από το ΕΑΜ. Τετρακόσιες χιλιάδες λαού, με μεγάλη ανησυχία αλλά και αποφασιστικότητα συγκεντρώθηκαν για να διαδηλώσουν την αντίθεσή τους στη βουλγαρική «επέκταση». Οι προσυγκεντρώσεις οδηγούνταν στο κέντρο, στην οδό Πανεπιστημίου. Άνθρωποι αποφασιστικοί, ξαναμμένοι, κραδαίνοντας σημαίες, πλημμύρισαν τον μεγάλο δρόμο κραυγάζοντας συνθήματα για τη Μακεδονία και τη Θράκη.
Και ξαφνικά, στη διασταύρωση της Πανεπιστημίου με την Ομήρου, μέσα στη βουή και τις κραυγές εμφανίζεται ένα γερμανικό τανκ. Η μουσούδα του πολυβόλου του στράφηκε στο πλήθος και άρχισε να σκορπάει το θάνατο. Τότε μέσα από το έκπληκτο και σαστισμένο πλήθος των διαδηλωτών πετάγεται μια κοπέλα, ένα νεαρό κορίτσι και στέκεται μπροστά στο τανκ φωνάζοντας και χειρονομώντας. Ο Γερμανός οδηγός του άρματος μάχης δεν λυπήθηκε τα νιάτα της. Την παρέσυρε και τη σκότωσε. Έτσι άοπλη. Φοβήθηκε φαίνεται τα χέρια της που έσκιζαν με οργή τον αέρα. Ήταν η δεκαεπτάχρονη επονίτισσα Παναγιώτα Σταθοπούλου. Μέσα στην αναταραχή, μια άλλη, επίσης άοπλη, κοπέλα πήδηξε πάνω στο τανκ προσπαθώντας να το σταματήσει χτυπώντας τον Γερμανό οδηγό με το …τακούνι του παπουτσιού της. Αυτός την θέρισε με το πολυβόλο του. Ήταν η δεκαεννιάχρονη Κούλα Λίλη. Μαζί με τα δυο κορίτσια περίπου δεκαπέντε διαδηλωτές έπεσαν νεκροί στο κέντρο της Αθήνας στη μεγάλη πανεθνική διαδήλωση της 22 Ιουλίου 1943.
Αθάνατοι!