Δευτέρα, 05 Δεκεμβρίου 2011 21:22

"Αρνητικό 13" της Μαίρης Γεωργίου: Τίτλος που ξενίζει, κείμενο που σε κερδίζει

"Αρνητικό 13" της Μαίρης Γεωργίου: Τίτλος που ξενίζει, κείμενο που σε κερδίζει

Ενας τίτλος που ξενίζει αρχικά, ένα κείμενο που σε κερδίζει από την αρχή. Ετσι θα μπορούσε να περιγράψει κάποιος με λίγες λέξεις το δεύτερο βιβλίο της Μαίρης Γεωργίου (Γεωργιοπούλου), η οποία κατάγεται από τη Μεσσήνη. Το βιβλίο της "Αρνητικό 13" το οποίο έγραψε μαζί με τη Στέργια Κάββαλου, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις "Τετράγωνο" του Νίκου Μουρατίδη και παρουσιάστηκε και επίσημα στην Καλαμάτα, πριν λίγες μέρες.
Δύο ηρωίδες αλλιώτικες από τις συνηθισμένες, συνομιλούν μέσω email. Εκεί, χτυπώντας -άλλοτε βίαια και άλλοτε πιο απαλά- τα πλήκτρα του υπολογιστή, ξεδιπλώνουν τους φόβους, το παρελθόν, τα ανείπωτά τους.
Αυτό το βιβλίο, θα έπρεπε να έρχεται με οδηγίες χρήσης. "Τοξικά αληθινό. Οσοι δε μπορούν να διαχειριστούν την αλήθεια, να μην το ξεφυλλίσουν…".

- "Νηπενθές" - "Αρνητικό 13". Δύο βιβλία, τα πρώτα σου και όμως από έναν σημαντικό και άκρως εναλλακτικό εκδοτικό οίκο. Πώς αισθάνεσαι για αυτό; Πριν γίνει αυτό, τι αντιδράσεις είχες από τους άλλους εκδότες; Ηταν εύκολο να σε εμπιστευθούν;
"Η αλήθεια είναι πως δεν έχω εμπειρία από αντιδράσεις άλλων εκδοτών. Η συνεργασία με τον εκδοτικό μου οίκο, "Τετράγωνο", ήρθε αβίαστα. Δεν ψάχτηκα πριν. Prima vista. Γνώριζα ότι ο Νίκος Μουρατίδης είχε κάνει αυτή την απόπειρα στο χώρο του βιβλίου. Μου ταίριαξε. Τύπος που αγαπά το λίγο διαφορετικό, το πιο... kinky. ''Εδώ είμαστε'', είπα. Του έστειλα το "Νηπενθές". Η απάντηση θετική και συνεχίσαμε. Και νιώθω άνετα εδώ. Γιατί κι εγώ του εναλλακτικού, τέκνο είμαι. Της αλλαγής και της εναλλαγής".
- Η γραφή φάνηκε για σένα πως είναι μια λύτρωση. Νιώθεις διαφορετικό τον εαυτό σου, μετά τη συγγραφή των δύο βιβλίων σου;
"Η γραφή είναι η αναγκαιότητά μου. Ξέσπασμα και διέξοδος. Φορτώνω σε άσπρες κόλλες θλίψεις και χαρές. Που δεν ξέρω πώς να τις κουμαντάρω. Κι αυτές δεν παραπονιούνται. Τη "χρησιμοποιώ" υπολογιστικά... για το καλό μου. Κάνω "ουφ" ανακουφισμένη βαθιά ανάσα, στο τέλος. Γιατί, όταν βρεις τρόπο και τα καυτηριάζεις τα μέσα σου, η λύτρωση αυτόματη. Και μετά τη συγγραφή, ο ίδιος εαυτός. Αλλος εαυτός. Πιο ήρεμος, ίσως. Πιο ελεύθερος σίγουρα. Γιατί έχει φύγει το βάρος. Εγώ την φοβόμουν, την φοβάμαι την έκθεση. Είμαι κλειστό παράθυρο. Με βοήθησε. Να είμαι και εκτεθειμένη. Ανοιχτό σχεδόν βιβλίο".

- Είναι αλήθεια πως με την έτερη συγγραφέα του βιβλίου, Στέργια Κάββαλου, δεν γνωριζόσασταν από πριν;
"Με τη Στέργια γνωριστήκαμε τον περσινό Ιούλιο. Το "Νηπενθές" δεν είχε ακόμη κυκλοφορήσει. Το "Αλτσχάιμερ trance" όμως, το πρώτο βιβλίο της Στέργιας ήταν στα χέρια μου. Από το εξώφυλλο είχα σκαλώσει... Της έστειλα mail να πω πως ρουφώντας τα διηγήματά της, τέρμα τα γκάζια στην καρδιά. Στο κόκκινο τα μάτια. Αυτό ήταν η αρχή. Το starting gun. ''Ξεκίνα να γράφεις μου λέει". Ετσι απλά. Γιατί έπρεπε εκείνο το καλοκαίρι να το "φάμε". Και βρέθηκε δρόμος ανακούφισης. Βρήκαμε τρόπο αποθεραπείας. Δικό μας".

- Ο τίτλος του βιβλίου πώς προέκυψε;
"Αρχικά αποφασίστηκε ο αριθμός των επιστολών. 13. Του θανάτου και της ζωής. Αριθμοσοφικά... ο ευεργέτης θάνατος, που τα πάντα ανανεώνει και τα πάντα απομορφοποιεί. Θάνατος, όχι ως τέλος, μα ως αλλαγή. Λέξη κλειδί. Σύμβολο. Η μεταμόρφωση. Εκατσε δίπλα του αυθόρμητα το αρνητικό. Να σπάσει ο πάγος. Και στη λογοτεχνία δύο αρνήσεις μαζί δίνουν κατάφαση. Κι ο τίτλος αισιόδοξος, τελικά".

- Οι ηρωίδες του βιβλίου θα "πρωταγωνιστήσουν" και σε ένα επόμενο βιβλίο; Εχουμε αγωνία να δούμε τι θα κάνουν με τις ζωές τους! Εσύ πώς τις φαντάζεσαι;
"Μακάρι. Κι εγώ έχω περιέργεια να δω τη συνέχειά τους. Τις φαντάζομαι να ανοίγουν νέους λογαριασμούς. Να κλείνουν τους παλιούς. Να πολεμάνε τις μέρες. Να πολεμάνε με τους εαυτούς τους. Να παραπατάνε σε δρόμους. Να ισορροπούν. Θηλυκά ζόμπι. Κοκέτες γυναίκες. Σαν κανονικά. Σαν μην κανονικά παιδιά. Να ψυχορραγούν, μετά να ανατέλλουν".

- Γράφεις κάτι νέο αυτόν τον καιρό;
"Εχω ξεκινήσει μια σειρά διηγημάτων. Δεν έχω ολοκληρώσει κανένα. Οπως δεν μπορώ να τελειώσω κι ό,τι αρχίζω σε προσωπικό επίπεδο αυτόν τον καιρό. Σήμερα μπορεί να συμπληρώσω μια παράγραφο στο πρώτο διήγημα κι αύριο δύο στο πέμπτο. Ολα μισοτελειωμένα είναι. Ενα βήμα τη φορά. Θα δείξει…".

- Τι απαντάς στο -σύνηθες φαντάζομαι - σχόλιο πως "η γραφή σου είναι απαισιόδοξη, dark, ακραία";
"Τέτοιο είναι το mood. Από προδιάθεση. Από επιρροές. Αναγνώσματα και μουσικές. Από ερεθίσματα. Πώς το βρίσκεις το μέτρο; Δεν κατέχω. Το όριο είναι ιερό. Αλλά και το ακραίο άγιο, όταν δεν αντέχεις τη μεσότητα. Και με τα ημίμετρα φρικάρεις. Και τη σκοτεινή πλευρά άμα τη φέρεις τούμπα, θα σκάσει μύτη η φωτεινή. Κι είναι όμορφες και οι δύο. Μα το the dark side of the moon είναι το πιο ωραίο... Κι ο απαισιόδος από άποψη πέφτει και ξανασηκώνεται. Θέλει όσο τίποτε άλλο να ξαναπέσει και να ξανασηκωθεί... Κι αυτό για μένα είναι η υπέρμετρη, η αισιοδοξία".

- Τα πρόσωπα και τα συναισθήματα που περιγράφονται στο βιβλίο, έχουν μια δικιά τους δυναμική. Ετυχε ποτέ να έρθουν άνθρωποι εντελώς έξω από την εικόνα των ηρωίδων και να σου πουν ότι ταυτίστηκαν σε μεγάλο βαθμό;
"Δε νιώθω πως υπάρχουν άνθρωποι εντελώς έξω από την εικόνα των ηρωίδων. Δεν μπορεί να υπάρχουν. Με τρομάζουν οι απόλυτα τακτικοί και ψύχραιμοι τύποι. Οι ψυχρά λογικοί και ισορροπημένοι κάτι κρύβουν. Με ψιλοσοκάρουν. Δεν μπορείς να τα 'χεις όλα στρωμένα σε τάξη μέσα σου. Μου έχουν μουρμουρίσει άνθρωποι που φαίνονται εντελώς "έξω" από μένα πως... "σ' εκείνο το κομμάτι νόμιζα μιλούσα εγώ". Κι η παραδοχή αυτή είναι δώρο".

- Πώς αισθάνθηκες κατά την παρουσίαση του βιβλίου στην Καλαμάτα, την πόλη που πήγες σχολείο και έζησες την εφηβεία σου;
"Οι επιστροφές είναι γλυκιές. Εδώ τα αθώα παιδικά. Εδώ και τα ζόρικα εφηβικά. Τα χρόνια. Οικεία και αμήχανη η φάση. Στη γαλαρία φάτσες από το λύκειο που είχα να δω 16 χρόνια. Πιο πέρα η πρώτη κυρία του δημοτικού. Και η φιλόλογος που έχει στοιχειώσει μέσα μου. Αυτή που από το "να Λόλα ένα μήλο" με έμαθε πώς περνάς στην ανάλυση. Της σονάτας, του σεληνόφωτος. Η φωνή ήθελε να σπάσει. Ηθελα να σπάσω. Η μαμά όρθια. Σαν έτοιμη να με μαλώσει. Από έξαψη κι αγάπη. Η αδελφή, επί της υποδοχής. Ο μπαμπάς ο πιο cool; Παλιοί φίλοι. Εκεί. Από αυτούς που όσα χρόνια κι αν περάσουν τους βλέπεις και συνεχίζεις την κουβέντα σαν να την αφήσατε στη μέση από χθες. Κι ήταν η αγκαλιά σφιχτή. Κι η νύχτα στραβοκατάπινε. Το ύδωρ, το αμίλητο".

 


Συνέντευξη
στη Γιούλα Σαρδέλη