Κυριακή, 11 Μαρτίου 2018 08:52

Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης μιλά στην "Ε": Ο πατέρας του Αμλετ μονολογεί και ο Χρήστος του δίνει φωνή...

“πολύ φοβάμαι ότι η χειραγώγηση είναι το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας”

“πολύ φοβάμαι ότι η χειραγώγηση είναι το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας”

 

Μέχρι τώρα γνωρίζαμε τον πατέρα του Αμλετ κυρίως ως ένα ακριβοθώρητο φάντασμα, στο σαιξπηρικό έργο. Ομως ο μεγάλος Μάνος Ελευθερίου τον επαναφέρει από τον κόσμο των νεκρών για να τον ανεβάσει στη σκηνή, ως φορέα μιας σοφίας που αποκτήθηκε αργά.

Στο εγχείρημα αυτό, με τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Θοδωρή Γκόνη, ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης προσφέρει τη σωματική και υποκριτική του ύπαρξη - σε μια παράσταση κι έναν ρόλο πολύ διαφορετικά απ’ όσα τον έχει συνηθίσει το ευρύ κοινό. Ο γνωστός ηθοποιός αρθρώνει εδώ έναν λόγο δυναμικό, ποιητικό, προτρεπτικό και εξομολογητικό, και μας προσκαλεί αυτό το Σαββατοκύριακο σε μια εμπειρία κάθαρσης... για μυημένους και μη.

- Ο ήρωας του έργου μιλά στον γιο του τον Αμλετ, αλλά και στον Αμλετ του καθενός μας, μέσα μας. Για ποιες δυσκολίες μάς τείνει χείρα βοηθείας; Για την υπεραναλυτική μας αναποφασιστικότητα, ίσως - μα και τι άλλο;

«O πατέρας του Αμλετ (Αμλετ λέγεται κι αυτός) προσπαθεί πράγματι να μιλήσει στο "μέσα μας”, όπως λες, χωρίς ακριβώς να τείνει χείρα βοηθείας. Κατακεραυνώνει την αναποφασιστικότητά μας, τη μαλθακή -ναρκισσιστική σχεδόν- ενδοσκόπηση. ”Σκύψε και σκέψου, σκέψου και μπες στη φωτιά. Αρκεί ο στοχασμός”, λέει σε μια στιγμή. Ο Μάνος Ελευθερίου έγραψε ένα σπουδαίο κείμενο...».

- Αυτή η πατρική φιγούρα που αναστοχάζεται με σοφία την ανθρώπινη ύπαρξη μοιάζει να λείπει από τον σημερινό, χειραφετημένο κόσμο;

«Ναι, πράγματι, πιθανόν λείπει. Αλλά μην ξεχνάτε, ο ο ήρωας που υποδύομαι έρχεται από τον άλλο κόσμο με μια σοφία και μια γνώση που δεν κατάφερε να αποκτήσει όσο ζούσε. Κι έπειτα, πιστεύετε αλήθεια ότι αυτό που χαρακτηρίζει τον σημερινό κόσμο είναι η χειραφέτηση; Πολύ φοβάμαι ότι η χειραγώγηση είναι το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας». 

- Ο πυκνός αυτός μονόλογος είναι κυρίως ποιητικός, φιλοσοφικός, υπαρξιακός, πολιτικός...;

«Είναι όλα αυτά: ένας ποιητικός, υπαρξιακός, φιλοσοφικός και βαθιά πολιτικός μονόλογος, όπως όλα τα έργα του Μάνου Ελευθερίου - και όλα τα μεγάλα ποιητικά κείμενα».

- Σας έδωσε ο συγκεκριμένος ρόλος την ευκαιρία να δοκιμάσετε καλλιτεχνικά κάτι εντελώς καινούργιο για τα δικά σας δεδομένα - και αν ναι, πώς το ορίζετε;

«Το κείμενο αυτό πράγματι μου έδωσε την ευκαιρία -και κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας αλλά και σε κάθε παράσταση- να αναμετρηθώ με τον εαυτό μου και με τα εκφραστικά μου μέσα. Είναι ένα κείμενο που απαιτεί απόλυτη συγκέντρωση και καλή φυσική κατάσταση, ενώ θέτει διαρκώς πολλά υποκριτικά ερωτήματα. Είναι ένα πολύ πυκνό κείμενο, αλλά αν τα καταφέρεις, σου δίνει την ευκαιρία να ανοίξεις γέφυρες μεγάλης συγκίνησης με το κοινό. Τώρα και για μένα, κάθε βράδυ αυτό είναι το στοίχημα».

- Εχω την εντύπωση ότι η παράσταση απευθύνεται σε ένα ενημερωμένο κοινό, σε επαρκείς θεατές. Είναι έτσι; Τι απαιτεί από εμάς;

«Ναι, ίσως. Μεγάλη χαρά βέβαια είναι να καταφέρεις να κερδίσεις και τους πιο “άσχετους”. Το κείμενο αυτό είναι, εννοείται, και για μένα κάθε βράδυ ένα καθαρτήριο λουτρό, απ’ όλη τη μαυρίλα και τη σαβούρα που μας γεμίζει η καθημερινότητά μας σήμερα.

Το μόνο που ζητάει το έργο από τον θεατή είναι να καθίσει στην καρέκλα του και να ακούσει, να αισθανθεί, να ταξιδέψει, να συγκινηθεί. Εδώ βεβαίως, παίζει ρόλο ο ηθοποιός και η παράσταση -  για να αναλαμβάνουμε και τις ευθύνες μας, χα χα!».

- Τώρα που συγκατοικείτε επί σκηνής με τον πατέρα, θα θέλατε να έρθετε σε μια ανάλογη επαφή και με τον γιο, με τον Αμλετ;

«Ωραία θα ήταν. Αλλά είμαι πια μεγάλος για να παίξω αυτόν το ρόλο. Πρέπει να έχεις ροζ δέρμα. Εγώ άσπρισα πια!».

- Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Θοδωρή Γκόνη και τον Μάνο Ελευθερίου για αυτό το παράξενο κι ενδιαφέρον εγχείρημα;

«Με τον Θοδωρή είχαμε μια πολύ δημιουργική συνεργασία. Εχουμε κάνει ωραίες δουλειές μαζί, κι αυτή είναι η τρίτη φορά που βρισκόμαστε. Τον ευχαριστώ για την εκτίμησή του και για την πρότασή του - όπως ευχαριστώ και τον Μάνο Ελευθερίου για την αμέριστη εμπιστοσύνη του».

- Τι σας περιμένει επαγγελματικά το επόμενο διάστημα;

«Δυστυχώς δεν είμαι σε θέση να σας μιλήσω για τα επόμενα, για λόγους ηθικής. Πρέπει πρώτα να γίνει επίσημα η ανακοίνωση. Νομίζω πάντως ότι θα έχει ενδιαφέρον και το καλοκαίρι και ο χειμώνας. Πρώτα ο Θεός».

- Πού θα κάνετε Πάσχα; Μήπως εδώ στη Μεσσηνία, στο κτήμα σας;

«Ναι, μάλλον εδώ θα κάνουμε Πάσχα. Εγώ βέβαια φέτος απόλαυσα τη Μεσσηνία πολύ καιρό, λόγω του ότι δεν είχα καθημερινές παραστάσεις. Ηταν ένα πολύ ωραίο δώρο στον εαυτό μου - γιατί είχα να κάνω διακοπές 3 χρόνια».

- Και κάτι τελευταίο: Αφού έτσι κι αλλιώς περνάτε εδώ τόσο χρόνο, θα σκεφτόσαστε ν’ ανοίξετε μια τακτική συνεργασία, για παράδειγμα με το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας;

«Ξέρετε, ο λόγος που πρωτοήρθα στην Καλαμάτα κάπου στη δεκαετία του ‘80 ήταν το ΔΗΠΕΘΕ της Καλαμάτας. Μόλις είχε δημιουργηθεί τότε, και θυμάμαι ότι γίνονταν παραστάσεις για τις οποίες μίλαγε όλο το σινάφι - και το κοινό βεβαίως. Δεν έτυχε ποτέ να συνεργαστώ με το ΔΗΠΕΘΕΚ. Μακάρι να έρθει η σωστή στιγμή γα να συνεργαστούμε. Προς το παρόν, ας ευχηθούμε να συνεχίσουν να υπάρχουν τα ΔΗΠΕΘΕ, όσα έχουν επιζήσει. Θα είναι σπουδαίο για όλους.

Χαίρομαι πάντως, και είναι μια ιδιαίτερη στιγμή για μένα αυτές οι παραστάσεις του Σαββατοκύριακου: Παίζω επιτέλους στη σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας, που με έφερε στην Καλαμάτα...