Κυριακή, 31 Μαρτίου 2019 09:24

Τάκης Κατσουλίδης: Ζωγραφίζει, χαράζει και σχεδιάζει γραμματοσειρές

Γράφτηκε από την

Μια μεγάλη πορεία, ένας σπουδαίος καλλιτέχνης και μια σημαντική κληρονομιά για την πόλη της Μεσσήνης… Το Μουσείο Χαρακτικής «Τάκη Κατσουλίδη»,  16 - 17 χρόνια απ’ όταν άνοιξε τις πόρτες του, συνεχίζει να αναδεικνύει μια άλλη πλευρά της πόλης, εκείνη του πολιτισμού. Όταν όμως είναι ανοικτό!

Το Μουσείο, στο ιστορικό κτήριο του παλιού δημαρχείου της Μεσσήνης, δεν έχει μόνιμο υπάλληλο και συχνά οι επισκέπτες βρίσκουν την πόρτα κλειστή, γεγονός που πικραίνει και τον ίδιο τον καλλιτέχνη, ο οποίος καλείται να μας απαντήσει στο ερώτημα «γιατί οι πόρτες του μουσείου είναι συχνά κλειστές» αλλά και ο ίδιος αναζητά απαντήσεις, για τα όποια προφανώς εμπόδια χρειάζεται να αρθούν, είτε λόγω νομοθεσίας, είτε λόγω έλλειψης πόρων για την εξασφάλισης ενός μόνιμου υπαλλήλου.

Ο Τάκης Κατσουλίδης θυμάται πώς επί δημαρχοντίας Παύλου Πτωχού, σε μια επίσκεψή του στη Μεσσήνη μαζί με τον Στέφανο Ληναίο και μέλη του συλλόγου του Παμίσου, στην συζήτηση για τις καλοκαιρινές εκδηλώσεις του δήμου, ο αείμνηστος δήμαρχος του είπε: «Βάζουμε το κτήριο, βάζεις τα έργα για να σου κάνουμε ένα μουσείο;». Όπως λέει: «Δεν το περίμενα από τη Μεσσήνη να μου κάνουν τέτοια τιμή. Δέχτηκα γιατί ήθελα να βοηθήσω. Το δέχτηκα και ξεκινήσαμε». Η αρχή έγινε το 2000 και τα εγκαίνια τον Μάρτιο του 2003, ενώ λίγους μήνες νωρίτερα είχε φύγει από τη ζωή ο Παύλος Πτωχός, αφού το είδε να δημιουργείται.

«Και τώρα! Προσπαθούμε να το διατηρήσουμε. Έχουν περάσει 3 – 4 δήμαρχοι και κάθε φορά πρέπει να εξηγούμε τι είναι το Μουσείο. Δεν γνωρίζουν τι είναι. Είναι εστία πολιτισμού, που δεν την καταλαβαίνουν, ενώ υπάρχουν και πολλοί αντίθετοι σε αυτό» σχολιάζει ο κ. Κατσουλίδης.

Το μουσείο επιχορηγείται από τον δήμο, αλλά η κρίση έχει μειώσει σημαντικά το ποσό που διατίθεται.

Ο κ. Κατσουλίδης όμως,  όπως και ο Σύλλογος Φίλων του Μουσείου «Τάκη Κατσουλίδη», επιμένουν και δημιουργούν δράσεις για να παραμείνει ενεργό το Μουσείο, έστω και πίσω από… κλειστές πόρτες συχνά. Σημαντικές εκθέσεις φιλοξενούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα, παράλληλα με τα έργα του καλλιτέχνη, ενώ γίνονται κι εκδηλώσεις.

Όσον αφορά στην ανταπόκριση του κόσμου, ένα μέρος της τοπικής κοινωνίας έχει αγκαλιάσει αυτή την προσπάθεια κι επιπλέον πολλά παιδιά έχουν επισκεφθεί τους χώρους, ή έχουν συμμετάσχει στα σεμινάρια που γίνονταν κατά το παρελθόν. Σήμερα ο ίδιος έχει κουραστεί, αν και πιστεύει πως αν είχε έναν βοηθό θα γινόταν σπουδαία δουλειά με μεγάλη συμμετοχή στα σεμινάρια. «Αν διαβάσετε το λεύκωμα με τα λόγια των επισκεπτών θα καταλάβετε …» λέει συγκινημένος ο κ. Κατσουλίδης για την αγάπη του κόσμου. Θυμάται όταν άνοιξε το μουσείο, 2 ηλικιωμένοι που στέκονταν έξω από  το κτήριο τον φίλησαν στα μαλλιά και τον ευχαρίστησαν γι’ αυτό που έκανε στην πόλη. Θυμάται αρκετές ακόμα ανάλογες στιγμές, τις οποίες χαρακτηρίζει ως την καλύτερη ανταμοιβή για τον ίδιο.

Ο άνθρωπος που ξεκίνησε να σχεδιάζει γράμματα για επιγραφές καταστημάτων της Μεσσήνης, όταν ήταν παιδί, που συνέχισε αφήνοντας το σημάδι του στην εκπαίδευση των νέων , τα έργα  του οποίου μπήκαν και θαυμάστηκαν σε σπουδαίες γκαλερί πέρα από τα σύνορα της χώρας μας, που του αρέσει να γράφει, να σχεδιάζει, να ζωγραφίζει…

Μέχρι τώρα έχει γράψει τρία βιβλία: «Ο παπά – Μιχάλης», αυτοβιογραφικό από τα παιδικά του χρόνια δίπλα στον πατέρα του,  από το 1940 έως το 1944, το οποίο έχει πάρει το 1ο βραβείο βιογραφίας, το «Τραίνο» που διηγείται τη ζωή του από το 1944 έως το 1970 και ένα ακόμα το οποίο διηγείται τη ζωή του μέχρι σήμερα, με αναφορές σε γεγονότα από εκθέσεις μέχρι… τσακωμούς.

 «Ζωγραφίζω, χαράζω ή σχεδιάζω γράμματα» λέει περιγράφοντας με τόση συντομία το σπουδαίο έργο του από το 1960 –οπότε λέει πως ξεκίνησε η επαγγελματική του δραστηριότητα- έως σήμερα. Με καμάρι μιλά για τις 10 γραμματοσειρές που έχει σχεδιάσει και τις έχει διαθέσει στην εταιρεία Cannibal, η οποία ανήκει σε μαθητή του. Ήταν ο πρώτος που σχεδίασε ελληνικές γραμματοσειρές και είναι υπερήφανος γι΄αυτό, αφού ξεκίνησε να σχεδιάζει γράμματα από το γυμνάσιο, για λόγους βιοποριστικούς τότε. Μέλος οικογένειας με 7 παιδιά…  Φυσικά δε μπορούσε να φανταστεί την εξέλιξη που θα είχε. Θυμάται όμως πως σε μια ταμπέλα σε τοπικό μαγαζί, η υπογραφή του ήταν τόσο μεγάλη, που ο ιδιοκτήτης του είπε… «καλά, συνέταιροι είμαστε;». Ακόμα έγραφε στις πλάκες των τάφων ονόματα και χρονολογίες, ενώ είχε γράψει ακόμα και κατ΄εντολή του γυμνασιάρχη του , στο παλιό γυμνάσιο. Σήμερα λέει πως ίσως ακόμα να υπάρχει μια ταμπέλα από εκείνα τα παλιά του έργα, η οποία έγραφε «Καφενείον το Κέντρον» στο Αχλαδοχώρι.

Με συγκίνηση θυμάται τότε στο Γυμνάσιο πώς τον ενθάρρυνε να ζωγραφίζει ο καθηγητής του των τεχνικών, ο Φώτης Στυλιανόπουλος. Όπως διηγείται, ήταν εκείνος που αναγνώρισε το ταλέντο του και τον εμψύχωνε, τον ενθάρρυνε να συνεχίσει. «Έχεις πολύ ομορφιά μέσα σου. Να τη βγάλεις!» του έλεγε.

Όταν τελείωσε το σχολείο και πήγε στην Αθήνα, στάθηκε τυχερός λέει, γιατί επέλεξε τη χαρακτική στην Καλών Τεχνών, η φοίτηση στην οποία ήταν απόγευμα, κι έτσι μπορούσε να δουλεύει το πρωί σε λιθογραφείο. Δούλευε στη ρετουσιέρα, με 4χρωμίες, στο ίδιο φιλμ, το οποίο έπλεναν κάθε φορά για να κάνουν οικονομία, αφού το ΄52 - ΄53 το μεροκάματο ήταν πιο φθηνό από το φιλμ.

Δούλευε το πρωί και το απόγευμα σπούδαζε στο Πολυτεχνείο με τον Γιάννη Κεφαλληνό δάσκαλο, έναν από τους σπουδαιότερους έλληνες χαράκτες.

Ακολούθησε η δική του πορεία ως δάσκαλος στη σχολή Δοξιάδη, πάνω στον σχεδιασμό γραμμάτων. Τότε διαπίστωσε τις αδυναμίες που υπήρχαν, όταν διαπίστωνε πως οι μαθητές του χρησιμοποιούσαν γράμματα λατινικά  στις αφίσες τους –τότε ήταν τα «λετρασέτ»-, γιατί όπως έλεγαν… ήταν πιο όμορφα.

Ακολούθησε το Παρίσι, όπου πέρα από τη Σχολή Καλών Τεχνών παρακολούθησε μαθήματα σχεδιασμού γραμμάτων στη φημισμένη Estienne, όπου διδάχτηκε από τον  Adrian Frutiger. Εκεί έμαθε να σχεδιάζει οικογένειες γραμμάτων και κατανόησε την ανάγκη να σχεδιαστούν ελληνικά γράμματα.

Στη Σχολή Δοξιάδη δίδασκε μαζί με τον χαράκτη Α. Τάσσο, που είχε τη διεύθυνση του Τμήματος Γραφικών Τεχνών της Σχολής από το 1959, ενώ είχε συνυπάρξει και με τον Παπανούτσο.

Ο Τάκης Κατσουλίδης, το 1967 και το 1969 έκανε δύο εκθέσεις στο Παρίσι, με τους «κύκλους». Θυμάται μάλιστα μια περίπτωση το 1969 –ενώ είχε σημειώσει μεγάλη επιτυχία η έκθεση- θέλησε να αγοράσει ένα έργο μια κυρία εκπρόσωπος του μουσείου μοντέρνας τέχνης. Η δουλειά όμως… χάλασε, όταν οι αγοραστές ρώτησαν που έχει το εργαστήριό του στο Παρίσι ο καλλιτέχνης. Όπως λέει, αυτή η παραγγελία ακυρώθηκε, επειδή δεν έμενε στο Παρίσι.

Στην γκαλερί «Souzanne de Coninck» η οποία είχε αναδείξει σημαντικούς καλλιτέχνες κατά το παρελθόν, πέρασαν πολλοί σπουδαίοι Γάλλοι και όχι μόνο. Ο Τάκης Κατσουλίδης είναι μεταξύ των λίγων Ελλήνων έργα των οποίων έχουν εκτεθεί  σ΄αυτόν τον χώρο.

Εργα χαρακτικής του καλλιτέχνη έχει αγοράσει το Bibliothèque Nationale, το μουσείο χαρακτικής της Γαλλίας, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι οι Γάλλοι έχουν βάλει το όνομά του στο λεξικό των Γάλλων καλλιτεχνών.

Όπως λέει ο κ. Κατσουλίδης, ήταν μια σημαντική παρουσία του στην Ευρώπη. Στη συνέχεια, αντί για «κύκλους» έκανε «φωτεινά». Τέχνη που οι κριτικοί στην Ελλάδα δε γνώριζαν. Στη Διεθνή έκθεση της Οστάνδης το 1976 το έργο του αναγνωρίστηκε και δυο έργα του πήραν μετάλλιο, Το έργο του πουλήθηκε και οι εκεί εφημερίδες τον ανέφεραν ως έναν από τους καλύτερους ζωγράφους της έκθεσης. Στην Ελλάδα μόνο μια αναφορά έγινε από τον μόνο άνθρωπο που κατάλαβε πως αυτή η ζωγραφική ήταν κάτι παραπέρα… χρησιμοποιούσε το φως. Όπως επισημαίνει: «Στηρίχτηκα στον Αριστοτέλη, ο οποίος έλεγε «χρώμα χωρίς φως δεν υπάρχει».

Στα χρόνια που ακολούθησαν καταπιάστηκε με αρκετά. Αφησε για λίγα χρόνια τα “φωτεινά”, επέστρεψε λίγο αργότερα με απεικονίσεις από την Αθήνα και στη συνέχεια δούλεψε σε μουσαμά. Ενδιάμεσα παρεμβάλλονταν οι γραμματοσειρές, πάνω στις οποίες έκανε και μια μεταπτυχιακή δουλειά κάπου το 1985, οπότε  δούλεψε για λίγους μήνες στο Εθνικό Τυπογραφείο της Γαλλίας. Εκεί υπήρχαν μουσειακά γράμματα και Ελληνικά. Ακολούθησε ο σχεδιασμός των δυο δικών του ελληνικών γραμματοσειρών της Απολλώνιας και του Κατσουλίδη. Τη δεύτερη μάλιστα  τη χρησιμοποίησε το 1989 στο λεύκωμα του Ρίτσου.

Ο κ. Κατσουλίδης με τις δυο γραμματοσειρές έτοιμες απευθύνθηκε αρχικά στο υπ. Παιδείας  για να τυπωθούν τα σχολικά βιβλία, αλλά τον έστειλαν στην επιτροπή που… δεν είχε κωδικό. Ακολούθησε το Εθνικό Τυπογραφείο, όπου η απάντηση ήταν επίσης αρνητική, παρότι η εκτύπωση της εφημερίδας της Κυβέρνησης γινόταν εκείνη την εποχή με γράμματα του 1860, σχεδιασμένα από ξένους. Τελικά απευθύνθηκε στην Agfa η οποία αγόρασε τις γραμματοσειρές, αλλά δεν πρόλαβε να τις χρησιμοποιήσει, αφού καταργήθηκε η φωτοσύνθεση και ήρθαν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές.

Να σημειωθεί  πως τότε χρηματοδοτήθηκε από τον πρόεδρο της Alpha Bank Γιάννη Κωστόπουλο η ίδρυση μιας εταιρείας για να περάσει τα ελληνικά γράμματα στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ο κ. Κατσουλίδης εκλήθη να αναλάβει τον σχεδιασμό 4 γραμματοσειρών, οι οποίες σήμερα διατίθενται δωρεάν.

Όλες οι γραμματοσειρές του κ. Κατσουλίδη, και η 11η, η οποία ονομάζεται «Μεσσηνιακά» πλέον διατίθενται μέσω της Cannibal.

Σήμερα απολαμβάνει το έργο του, που με κόπο και κέφι υλοποίησε όλα αυτά τα χρόνια. Παραμένει έντονα δραστήριος και σχεδιάζει ήδη τις επόμενες εκθέσεις του. Από τις 6 έως τις 23 Ιουνίου θα πραγματοποιηθεί έκθεση ζωγραφικής, με έργα της τελευταίας 8ετίας, στο  Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη.

Όσον αφορά στην εκπαιδευτική διαδικασία, με τη μακρά του εμπειρία, στενοχωριέται όταν διαπιστώνει πως  καταργείται η Αριστεία.

Για τον τόπο στον οποίο μεγάλωσε και αγαπά, τη Μεσσήνη, εκτιμά πως υπάρχουν δυνάμεις που πρέπει να αξιοποιηθούν, «με αξιοκρατία και όχι με ρουσφέτι» επισημαίνει, συμπληρώνοντας πως είναι ανάγκη να πάψει το φευγιό των νέων μας στο εξωτερικό.

Καθώς όμως, έχει βάλει στόχο να επιδιώξει να λειτουργεί κανονικά το μουσείο στη Μεσσήνη, τονίζει πως, αν θέλει και η ντόπια κοινωνία και η ηγεσία, ο λαός ακολουθεί.  Πάνω σε αυτό θα επικεντρωθεί το επόμενο διάστημα, παράλληλα με την υπόλοιπη δημιουργική του δραστηριότητα σε κάθε μορφή της τέχνης που αγαπά.

 

* Στη συνέντευξη χρησιμοποιούμε την γραμματοσειρά του Τάκη Κατσουλίδη ,“Μεσσηνιακά, με την οποία μετά από ευγενική παραχώρησή του, στοιχειοθετείται ολόκληρο το Freeday και το Free Weekend. Τον ευχαριστούμε θερμά.