Την Κυριακή 27 Οκτωβρίου αναδείχθηκε για 4η φορά στην καριέρα του "American Champion Chef 2020" στον δυνατό διαγωνισμό Chef Showdown στο South Beach του Μαϊάμι. Επικράτησε μάλιστα του σεφ Alex Olivier στον τελικό της κατηγορίας "Schrimp" ("Γαρίδες"). Στην προσπάθεια αυτή είχε ως συνοδοιπόρο τον νικητή του Master Chef τo 2018 Τιμολέοντα Διαμαντή.
Τα αδέρφια Δημήτρης και Βασίλης Πυλιώτης διατηρούν το δικό τους εστιατόριο στο Μαϊάμι, το "Poseidon", παρουσιάζοντας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού την ελληνική κουζίνα, χρησιμοποιώντας φυσικά και αρκετά μεσσηνιακά προϊόντα.
- Πότε και πώς άρχισες να μαγειρεύεις επαγγελματικά;
Από το 2012, όταν αποφοίτησα από τη γαλλική σχολή «Le cordon bleu», στο Μαϊάμι. Πριν από τα επαγγελματικά μου, μαγειρεύω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου σαν μικρό παιδί να είμαι πάντα ατρόμητος και να παίζω με τις φωτιές και τα τηγάνια. Το καλοκαίρι στον κήπο που όλες οι ελληνικές οικογένειες είχαν τη δεκαετία του 80', με έβρισκαν εκεί να επιλέγω τις πρώτες ύλες για το επόμενο γεύμα μου. Βλέπετε ήμουν πάντα με όρεξη, από μικρός, και ανυπόμονος, οπότε επέλεγα να μαγειρέψω για τον εαυτό μου ό,τι ήθελα και όποτε ήθελα. Θυμάμαι μάλιστα την πρώτη αγαπημένη μου συνταγή. Ηταν καγιανάς, που την έφτιαχνα με υλικά που έβρισκα άφθονα στον κήπο (φρέσκια ντομάτα, αυγά δικά μας κ.ά.) και με πολλές παραλλαγές.
Δεν την άφησα εκεί την μαγειρική όμως, στα παιδικά μου χρόνια, αλλά ούτε και αυτή με άφησε. Με ακολούθησε στα φοιτητικά μου χρόνια όταν μαγείρευα για όλη την παρέα με Mystery Box: ό,τι έχει ένα ντουλάπι ενός φοιτητή, με τη βασική όμως προϋπόθεση να... καθαρίσουν οι άλλοι τα πιάτα. Με ακολούθησε στα πρώτα νεανικά ραντεβού με κοπέλες, όταν προσπαθούσα να εντυπωσιάσω μαγειρεύοντας - και πιστέψτε, με τις περισσότερες φορές... έπιανε. Με ακολούθησε και στα στρατιωτικά μου χρόνια, όταν σε απομακρυσμένο φυλάκιο της Χίου στο οποίο δεν υπήρχε μάγειρας επιλέχτηκα από το λοχαγό να είμαι αυτός που θα μαγειρεύει για τους στρατιώτες, και κατέληξαν στο τέλος να τρώνε από εμένα όλοι οι αξιωματικοί κι όχι στα σπίτια τους.
- Πότε έγινε η μαγειρική πάθος και σκοπός της ζωής σου;
Πάθος είναι μια λέξη με δύο όψεις. Η μια είναι πως αγαπάς κάτι πολύ και ζεις κι αναπνέεις γι' αυτό, και η άλλη είναι ό,τι σε κάνει να υποφέρεις. Η μαγειρική συνδυάζει και τις δύο όψεις. Θυμάμαι όταν άνοιξα το "Poseidon Greek" το 2013, δούλευα τα πρώτα 4 χρόνια 14 ώρες την ημέρα, 7 μέρες την εβδομάδα, χωρίς ρεπό και χωρίς ολοκληρωμένο ύπνο. Είχα ξεχάσει τον εαυτό μου και νόμιζα πως γεννήθηκα μέσα στην κουζίνα. Tότε πραγματικά μπορώ να πω ότι η μαγειρική έγινε το πάθος μου, αφού πρώτα είχε γίνει σκοπός μου όταν γράφτηκα στη σχολή μου. Τότε άνοιξε για μένα ένας καινούργιος κόσμος μπροστά μου, ανεξερεύνητος, μια πόρτα που με οδήγησε σε μια καινούργια ζωή, μια ζωή του επαγγελματία πλέον chef.
- Ποιος ήταν ο λόγος που σε οδήγησε στο Μαϊάμι;
Στο Μαϊάμι βρέθηκα για διακοπές λόγω του αδερφού μου Βασίλη που σπούδαζε εκεί. Αρχές του 2011 βρισκόμουν λοιπόν για ολιγοήμερες διακοπές και βρήκα τον αδερφό μου να αντιμετωπίζει μια εργασιακή δυσκολία σε ένα μικρό pizza place το οποίο διατηρούσε συνεταιρικά με άλλα άτομα. Οπως πάντα η μαγειρική με ακολουθούσε σε κάθε βήμα της ζωής μου. Ετσι πήρα την απόφαση να καθίσω λίγες μέρες παραπάνω ώστε να βοηθήσω μαγειρικά, με τις όποιες γνώσεις είχα τότε, μέχρι να βρεθεί ένας αντικαταστάτης. Οι λίγες μέρες έγιναν μήνες, οι μήνες έγιναν 2 χρόνια, και το 2013 μετά την αποφοίτηση μου από τη σχολή αποφασίσαμε με το Βασίλη να ανοίξουμε το πολύ επιτυχημένο μέχρι στιγμής "Poseidon Greek" στην παραλία του Μαϊάμι.
- Επισκέπτεσαι τη Μεσσηνία στον ελεύθερο χρόνο σου;
Από το 2016 ανελλιπώς. Κάθε καλοκαίρι, και πολλές φορές μάλιστα και 2 φορές το χρόνο.
- Εάν κάποιος έρθει στο "Poseidon" για ένα και μόνο πιάτο, ποιο θα του συνιστούσες και γιατί;
Φυσικά το χταπόδι. Αυτό με βοήθησε στο πρώτο μου βραβείο το 2014, ενώ το χρησιμοποιώ σε ένα πιάτο που είναι από τα αγαπημένα των θαμώνων. Το ονομάζουμε "Change life octopus" γιατί πολλοί έρχονται αποφεύγοντας το χταπόδι σαν φαγητό, αλλά αφού δοκιμάσουν το δικό μας φεύγουν και είναι το αγαπημένο τους. Μαγειρευτό στα κάρβουνα, σερβίρεται με συνδυασμό από ρεβίθια, φασόλια, μανταρίνι, πέστο και μεσσηνιακή σταφίδα, αφού πρώτα έχει μαριναριστεί σε πορτοκάλι, δεντρολίβανο και κρασί.
- Ποιο συστατικό θεωρείς ότι συμπυκνώνει την πεμπτουσία της ελληνικής κουζίνας;
Θα ήμουν αφελής αν έλεγα οποιοδήποτε άλλο υλικό εκτός από το ελληνικό λάδι και φυσικά το καλαματιανό. Το ονομάζω ενισχυτικό γεύσης και το βάζω σχεδόν παντού, σε όλα τα πιάτα μου. Το προσωπικό μου πολλές φορές αστειεύεται, λέγοντας ότι ο chef βάζει ελαιόλαδο ακόμα και στον... καφέ του.
Από όπου και να πιάσεις το λάδι και την ελιά θα σου θυμίσει Ελλάδα, ακόμα και οι ολυμπιονίκες στεφάνι από ελιά είχαν. Οταν με ρωτάνε αν ξέρω από καλό λάδι, τους απαντάω με χιούμορ πως, αν δεν ξέρουμε εμείς οι Ελληνες που είμαστε "βαπτισμένοι" στο ελαιόλαδο, τότε ποιος ξέρει;
- Πιστεύεις ότι η μεσσηνιακή κουζίνα μπορεί να διεκδικήσει τη δική της ξεχωριστή θέση στον γαστρονομικό χάρτη;
Πιστεύω πάρα πολύ στη μεσσηνιακή κουζίνα και στα μεσσηνιακά προϊόντα. Μάλιστα, μιλάω γι' αυτή στους πελάτες μου ως "Southern Greek Cuisine" που βάση έχει το ελαιόλαδο, τα εσπεριδοειδή, τους ξηρούς καρπούς, τα φρούτα και γενικά υλικά τα οποία τα συναντάει κανείς σε γκουρμέ -όπως τα λέει ο κόσμος- και... εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας, όπως τα λέω εγώ.
- Αν σου γινόταν κάποια πρόταση να παρουσιάσεις εκπομπή μαγειρικής θα το σκεφτόσουν;
Φυσικά και θα έλεγα ναι. Η τηλεόραση είναι μια πρόκληση να μεταδώσεις τις γνώσεις σου με απλό τρόπο στον κόσμο και να τους δώσεις το κίνητρο να μαγειρέψουν για την οικογένειά τους, για τον ή την σύντροφό τους και τους φίλους τους. Αλλωστε με τη μαγειρική φέρνεις τον κόσμο πιο κοντά, και είναι αυτό που μας λείπει τη σημερινή εποχή.
- Για ποιον διάσημο/η (είτε εν ζωή είτε όχι) θα ήθελες να μαγειρέψεις και τι θα του έφτιαχνες;
Δεν έχω κάποιο απωθημένο για διάσημο, αφού από τα χέρια μου έχει φάει όλη η elite της showbiz της Αμερικής, του ΝΒΑ και του Hollywood. Ενδεικτικά θα αναφέρω κάποια ονόματα όπως η Kim Kardashian, η Jenifer Lopez, ο Drake, ο Fat Joe, ο Mark Antony, ο Ricky Martin, πάρα πολλοί ΝΒΑ players και πολλοί άλλοι, είτε στο “Poseidon” είτε στη Vip Zone NBA for Miami Heat - μιας και μαγειρεύω εκεί ελληνικά πιάτα για επιλεγμένα παιχνίδια, ως ένας από τουs κορυφαίοus chefs του Miami. Αλλά για να απαντήσω στην ερώτησή σας, θα έλεγα στον Ντιέγκο Μαραντόνα. Ηταν ο αγαπημένος μου ποδοσφαιρικός ήρωας και το παρατσούκλι μου στην παιδική μου ηλικία, αφού ακόμα και οι δάσκαλοί μου με θυμούνται και με φωνάζουν έτσι, λόγω ταλέντου και εμφάνισης. Θυμάμαι στον τελικό του 1990, όταν έχασε η Αργεντινή από τη Δυτική Γερμανία στον τελικό με κάλπικο πέναλτι, έκλαιγα με λυγμούς.
- Aναδείχθηκες για 4η φορά στην καριέρα σου "American Champion Chef". Πόσο δύσκολο είναι να κρατηθεί ένας chef στην κορυφή;
Σε έναν τέτοιο κορυφαίο διαγωνισμό μαγειρικής, που λαμβάνουν μέρος παγκόσμιας κλάσης chef, η συμμετοχή μόνο και μόνο στον τελικό είναι μεγάλη επιτυχία. Πόσο μάλλον να έχεις κερδίσει και 4 φορές. Η επιτυχία είναι αφάνταστη και δεν την φανταζόμουν ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα, όταν ξεκίνησα επαγγελματικά. Η ζωή με πάει σαν rolling coaster ride, θα έλεγα, που το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να απολαύσεις το ταξίδι και όπου σε φτάσει. Αλλωστε το μότο μου είναι "Sky is the limit" (Ο ουρανός είναι το όριο). Το μυστικό για να κρατηθείς σε αυτό το επίπεδο είναι να αισθάνεσαι πως δεν έχεις καταφέρει ακόμα τίποτα. Σε κάθε τελικό πάω χωρίς άγχος, χωρίς να φοβάμαι την ήττα και χωρίς να φουσκώνω μέσα μου ότι είμαι πρωταθλητής. Σέβομαι τους αντιπάλους chefs αλλά δεν τους φοβάμαι, ό,τι βιογραφικό κι αν έχουν και όπου κι αν έχουν δουλέψει. Ξέρω πολύ καλά πως έχω να κάνω με μεγαθήρια, γι' αυτό προσπαθώ να δείξω ό,τι καλύτερο μπορώ.
- Τι είναι αυτό που ξεχωρίζουν οι κριτές ώστε να αναδείξουν τον νικητή;
Ο νικητής βγαίνει από το συμψηφισμό βαθμολογίας κόσμου και κριτών. Αυτός είναι και ο λόγος ο οποίος επιλέχθηκε ως ο καλύτερος διαγωνισμός στη χώρα από το "Travel Channel". 1500 άτομα βρέθηκαν στο Goya Culinary Pavilion φέτος, με εισιτήριο 500 δολαρίων, ώστε να δοκιμάσουν και να ψηφίσουν το καλύτερο πιάτο. Στη συνέχεια οι chefs ανεβαίνουν στη σκηνή box to box, και μέσα σε 15 λεπτά καλούνται να φτιάξουν το πιάτο, το οποίο κρίνεται από τους κριτές για τη δημιουργικότητα, την παρουσίαση και τη γεύση. Οι κριτές είναι 6 και είναι διακεκριμένοι chefs του χώρου και της τηλεόρασης, από όλη την Αμερική.
- Πώς ήταν η συνεργασία σου με τον Τιμολέοντα Διαμαντή;
Αψογη. Πρόκειται για έναν ταλαντούχο chef με πολλές γνώσεις πάνω στη μαγειρική, αλλά και ένα εξαιρετικό παιδί. Εκτός από έναν σύμμαχο στην προσπάθεια για τη νίκη, απέκτησα και έναν καλό φίλο.
- Επιδιώκεις να αποκτήσεις ένα αστέρι Michelin στο μέλλον;
Γιατί όχι, όλα είναι πιθανά, αλλά όλα καλό είναι να γίνονται στην ώρα τους. Προς το παρόν απολαμβάνω την αγάπη και τη στήριξη του κόσμου στην προσπάθειά μας να κάνουμε γνωστή την ελληνική κουζίνα, όχι μόνο στην Αμερική, αλλά σε όλη τη γη, αφού το Miami Beach προσελκύει κόσμο από κάθε γωνιά του πλανήτη.