Κυριακή, 06 Σεπτεμβρίου 2020 08:22

Ελση Δημουλά: “Η μητέρα μου ζητούσε επίμονα τον τελευταίο χρόνο να την φέρω μια βόλτα στην πατρίδα»

Γράφτηκε από την

Tη δυσκολία της να διαχειριστεί τη λύπη για το θάνατο της μητέρας της σε μια βραδιά όπου ήταν αφιερωμένη στην ίδια επισήμανε η κόρη της Κικής Δημουλά, Ελση, την περασμένη Τετάρτη στο Κάστρο Καλαμάτας.

"Έμεινα πολύ κοντά της σε κάθε φάση της ζωής, με πάθος. Καλύτερα θα έλεγα πως οι ζωές μας «έντυναν» η μία την άλλη… Με μεγάλωσε κι εγώ μετά μεγάλωνα βήμα-βήμα την πολύτιμη για μένα παρουσία της". Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια που έχει ετοιμάσει να πει η Ελση Δημουλά στο κοινό, χωρίς ωστόσο να τα καταφέρει μιας και ο χαμηλός φωτισμός δεν επέτρεψε την ανάγνωση τους. Ακολουθεί ο λόγος της έτσι όπως τον απέστειλε στην "Ε": "Πήρα από κείνη τόσα δώρα κι έμαθα τόσα πολλά, που η ζωή δεν χωράει την απαρίθμησή τους. Ένα απ αυτά: η μεγάλη τιμή να με χρήσει δια παντός «αντ αυτής». Ιδιαίτερα τα τελευταία δύσκολα χρόνια που ο «εξουσιαστής χρόνος» όπως τον έλεγε, περνούσε όλο και πιο ανάλγητα γρήγορα και της έλεγε τόσα πολλά «όχι». «Παραλάμβανα» τις διακρίσεις της, ήμουν παρούσα σε κάθε εκδήλωση κλέβοντας έτσι κι εγώ ένα μερίδιο από τις μεγάλες τιμές και σηκώνοντας μαζί της τις βαριές ευθύνες που αυτές επισύρουν. Ωστόσο σήμερα, το έργο μου είναι πρωτόγνωρα διαφορετικό. Λείπει. Λείπει και καλούμαι εγώ να μιλώ για κείνη χωρίς εκείνη, καλούμαι να βρω ένα τέχνασμα για να της παραδώσω στο ακέραιο, όπως έκανα πάντα όταν γύριζα κοντά της. Για μένα θα κρατήσω την τιμή να είμαι μια συμπατρώτισσά σας που ευτύχησε μόνο χαρά να έχει πάρει από αυτόν τον ευλογημένο τόπο. Φανατική της ύπαρξης και αρνούμενη να συνθηκολογήσει με το «δεν μπορώ» η μάνα μου, μου ζητούσε επίμονα τον τελευταίο πολύ δύσκολο χρόνο να την φέρω μια βόλτα στην πατρίδα. Έτσι ακριβώς το έλεγε. Δεν της αρνιόμουν, μα δείλιαζα… μήπως και το μπαουλάκι του οξυγόνου, η βραδινή υποστηρίκτρια μάσκα της αναπνοής της, το μηχάνημα εισπνοών της, δεν θα ήταν πειθαρχημένοι συνταξιδιώτες. Λυπάμαι τώρα για τη δειλία μου. Σας μεταφέρω την ευγνωμοσύνη της, μαζί και τη δική μου, που δίνετε την ευκαιρία στην ποίησή της να έρχεται εδώ και που αλλάζετε τόσο συχνά το νερό στη μνήμης της… Σ’ ένα ανέκδοτο ποίημά της με αποδέκτη τον πατέρα μου, τον πολυαγαπημένο της Άθω που βρήκα πριν λίγες μέρες, έγραφε: «μη φοβάσαι, γερνάει μόνο αυτό που πάψαμε να είμαστε». Μ αυτή την ελπίδα σας χαιρετώ και σας ευχαριστώ θερμά. Κι εκείνη κι εγώ που ταξιδεύετε την ποίησή της και «αλλάζετε το νερό στη μνήμη της».