Ο Γιάννης Καλπούζος μιλώντας μας για το νέο του βιβλίο, μας είπε ότι το βλέπει "ως αισιόδοξη πνευματική πτήση κόντρα στη μιζέρια, κόντρα στη συναισθηματική πτώση των ημερών μας".
- Γιατί επιλέξατε να αναφερθείτε στο πρόσφατο παρελθόν των δεκαετιών '60 - '90;
"Θέλησα να γράψω για τα δικά μου χρόνια, μέσα από μια ερωτική περιπέτεια η οποία αναδεικνύει τον έρωτα και τον υψώνει ως κορυφαίο συναίσθημα και ομορφιά της ζωής. Συνάμα να μιλήσω για τις παθογένειες της σύγχρονης Ελλάδας, τις νοοτροπίες, όσα φυλακίζουν, αποχρωματίζουν και καταδυναστεύουν τη ζωή μας σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, αλλά και για τόσα άλλα θέματα που πραγματεύεται το μυθιστόρημα, πολλά από τα οποία αποτελούν και μέρος των αιτιών που μας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση. Κοντολογίς για να καταθέσω τη δική μου άποψη για τη σύγχρονη πραγματικότητα".
- Πρόκειται για ένα αμιγώς ερωτικό μυθιστόρημα;
"Πραγματεύεται το μεγαλείο του έρωτα, ο οποίος μεταβολίζεται στο κείμενο σε λογοτεχνικό καρπό, όμως συγχρόνως μέσα από τα πρόσωπα και την πολυπλοκότητα των σχέσεων απεικονίζεται η σύγχρονη Ελλάδα, συνήθως με παιγνιώδες και έντονα σαρκαστικό ύφος, ενώ στις τελευταίες σελίδες αποδεικνύεται ότι πολλά από όσα συμβαίνουν στο βιβλίο κτίζουν σαν κομμάτια του παζλ μια αλληγορία για τις επιπτώσεις του εμφυλίου σπαραγμού στον τόπο μας. Παράλληλα το μυθιστόρημα ασχολείται με θέματα όπως: οι τόσο ξεχωριστές για τον καθένα πορείες των ανθρώπων την ίδια στιγμή, η αξία της ατομικής καλλιέργειας της ψυχής και του πνεύματος, πόσο το συναίσθημα επηρεάζει τη λογική και τις αποφάσεις μας, πόσο τα κρίματα των προηγούμενων γενιών βασανίζουν τις επόμενες. Μιλά και για τις τόσες παθογένειες της Ελλάδας: την ασυδοσία, τον χαβαλέ, τη μη σοβαρότητα, τη ρεμούλα, τον λαϊκισμό, την πολιτική της συνθηματολογίας, την απουσία από τις αντιδράσεις μας της περίσκεψης και της νηφαλιότητας. Επίσης για τα κατάλοιπα παλαιότερων εποχών, όπως η ουσιαστική απαξίωση της γυναίκας, και για νοοτροπίες όπως αυτή που ισχύει επί δεκαετίες στον τόπο μας και θέτει διαχωριστικές γραμμές: Ή είσαι μαζί μας ή είσαι με τους άλλους".
- "Ο,τι αγαπώ είναι δικό σου και το 'χεις πάρει μακριά..." πασίγνωστο τραγούδι σε στίχους δικούς σας. Τι σας έκανε να μετατρέψετε τον στίχο σε τίτλο;
"Ο τίτλος ήρθε ως συνέχεια του περιεχομένου του μυθιστορήματος και όσων προσδοκώ να κοινωνήσει στους αναγνώστες. Μεταξύ άλλων πραγματεύεται τον έρωτα και την αγάπη, που, μέσα σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο εγωκεντρισμός και η ιδιοτέλεια, έρχονται να μεταβολίσουν το "δικό μου" και το κάνουν "δικό σου". Ή όπως έγραφα στην ποιητική συλλογή μου "Ερωτας νυν και αεί": '''Έρωτας, όταν οι αντωνυμίες συμφωνούν στην ανταλλαγή αιχμαλώτων''. Να γίνει, δηλαδή το "μου", "σου" και το αντίστροφο. Επικεντρώνοντας την προσοχή μου σ' αυτή την πτυχή του βιβλίου, αναζητούσα μία φράση η οποία θα συμπύκνωνε το εν λόγω νόημα. Έχοντας δε γράψει πριν από δώδεκα χρόνια ο ίδιος τους στίχους του τραγουδιού, θεώρησα ως πλέον κατάλληλη και χρησιμοποίησα ως τίτλο την πρώτη φράση του ρεφρέν. Επιπλέον χρωστώ σ' αυτό το τραγούδι την ιδέα της πολυεπίπεδης γραφής. Ηταν ένα τραγούδι που μπορούσες να το ακούσεις στις καλύτερες μουσικές σκηνές, αλλά και σε οποιοδήποτε λαϊκό κέντρο, ακριβώς επειδή επιδέχεται πολλαπλές ακροάσεις-αναγνώσεις. Εχει ύφος λαϊκότροπο και συγχρόνως ποιητικό λόγο και υψηλής αισθητικής ερμηνεία και μελωδία. Απευθυνόταν, αν ολίγοις, στον διανοούμενο και στον λαϊκό άνθρωπο. Με αφορμή αυτές τις διαπιστώσεις έγραψα με την ίδια στρατηγική το βιβλίο "Ο,τι αγαπώ είναι δικό σου", έτσι ώστε να μπορεί να μείνει ο αναγνώστης μόνο στην ερωτική περιπέτεια, στην αστυνομική χροιά του και γενικότερα στη μυθοπλασία ή να ψάξει όσα κρύβονται κάτω από αυτή με σύμβολα, συνδυαστικές σκέψεις και κώδικες".
- Είναι μια δουλειά κόντρα στη "συναισθηματική πτώση των καιρών";
"Αυτή ήταν η πρόθεσή μου. Να λειτουργήσει ως αισιόδοξη πνευματική πτήση κόντρα στη μιζέρια, κόντρα στη συναισθηματική πτώση των ημερών μας. Θέλησα να μην φορτώσω κι άλλο με αρνητικά συναισθήματα τον αναγνώστη. Πλέον χαίρομαι που πολλοί αναγνώστες έρχονται και μου λένε ότι βγήκαν από αυτό το βιβλίο με αίσθηση αισιοδοξίας ή τουλάχιστον, πολλοί λιγότεροι, με αίσθηση χαρμολύπης".
- Διάβασα γνώμες συναδέλφων σας συγγραφέων (Μ. Ελευθερίου, Γ. Ξανθούλης) που το χαρακτηρίζουν ως το καλύτερό σας μυθιστόρημα. Σας βρίσκουν σύμφωνο;
"Δεν μπαίνω στη σκέψη να διαχωρίσω τα έργα μου. Για μένα το σημαντικό είναι κάθε βιβλίο μου να προσεγγίζει με τον καλύτερο τρόπο τα θέματα που πραγματεύεται και την απεικόνιση της εκάστοτε εποχής, ενώ βασικό και κύριο μέλημά μου παραμένει πάντα η γλώσσα. Εάν ξεχωρίζω για κάτι το "Ο,τι αγαπώ είναι δικό σου" είναι το γεγονός ότι μιλά για τα δικά μου χρόνια, με τα οποία είμαι και συναισθηματικά περισσότερο δεμένος. Είναι πιο οικείες και ζωντανές οι εικόνες, πιο έντονα ζωγραφισμένα στη μνήμη μου τα πρόσωπα, πιο έντονα χαραγμένες μέσα μου οι νοοτροπίες και οι συμπεριφορές. Επίσης για το αισιόδοξο μήνυμα που μεταφέρει".
- Ως πνεύμα συγγραφικά ανήσυχο, έχετε ήδη σκεφτεί (ή ξεκινήσει) και το επόμενο μυθιστόρημα;
"Εδώ και καιρό πραγματοποιώ έρευνα για ένα μυθιστόρημα, το οποίο ως ιστορικό και λαογραφικό υπόβαθρο θα έχει τον Πόντο και τους Ποντίους. Ομως όλα μπορούν ν' αλλάξουν στην πορεία, οπότε είναι πολύ νωρίς να ανακοινώσω περισσότερα. Κι αυτό γιατί μια από τις πολλές ομορφιές της γραφής είναι για μένα το απροσδόκητο. Αναμένω να εκπλαγώ, να βρεθώ μπροστά στο αναπάντεχο κάλεσμα της έμπνευσης, στην ιδέα που θα με συνεπάρει και θα με καθηλώσει στο γραφείο μου επί μακρόν. Εκείνο που μπορώ να υποσχεθώ με σιγουριά, ανεξάρτητα απ' το θέμα του νέου βιβλίου, είναι ότι θα μοχθήσω με όσες δυνάμεις διαθέτω για το καλύτερο αποτέλεσμα.
Άλλωστε προς το παρόν συνεχίζω τις παρουσιάσεις του "Ο,τι αγαπώ είναι δικό σου" σε όλη την Ελλάδα και δεν μου μένει χρόνος να ξεκινήσω νέα γραφή, η οποία με θέλει απόλυτα αφιερωμένο και έγκλειστο κατ' οίκον. Στο πλαίσιο των παρουσιάσεων θα βρίσκομαι και στην Καλαμάτα την 31η Ιουλίου με το βιβλιοπωλείο "Βιβλιόπολις" της Δήμητρας Δημοπούλου. Επίσης στην Κυπαρισσία την 1η Αυγούστου με το βιβλιοπωλείο "Αρχονταρίκι" του Δημήτρη Αβδάλα, όπου στην ιδιαίτερη αυτή εκδήλωση η Ελένη Πέτα θα ερμηνεύσει τραγούδια σε δικούς μου στίχους, αλλά και τραγούδια των δεκαετιών 1970-1990 που απηχούν στην ατμόσφαιρα του βιβλίου, ενώ ανάμεσα θα διαβάζονται αποσπάσματα".