Εμεινε εδώ από τη Β’ δημοτικού μέχρι τη Γ’ γυμνασίου, σε ένα σπίτι στην οδό Λυκούργου. Αυτές τις μέρες όμως θα έρθει στην πόλη στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Θεατρικοί Βηματισμοί», για να ανέβει στη σκηνή του ΔΗΠΕΘΕΚ ως... "Απολυμένη". Σε μια ανοιχτή συζήτηση που είχαμε, μας εξήγησε πώς αποφάσισε φέτος να υπηρετήσει αυτό το έργο με τη διεισδυτική ματιά και το άφθονο χιούμορ - ενώ μοιράστηκε μαζί μας αναμνήσεις αλλά και προβληματισμούς.
- Πρόσφατα η "Απολυμένη" έριξε αυλαία στο Θέατρο "Βρετάνια" και τώρα επισκέπτεται την Καλαμάτα. Πόσο ηχηρό είναι το σκάσιμο των ψευδαισθήσεών της και πώς το αντιμετωπίζει;
«Για την ακρίβεια στο "Βρετάνια", λόγω της απήχησης που είχε το έργο φέτος στο κοινό, θα υπάρξει και δεύτερη σεζόν. Και χαίρομαι πολύ που το ανακοινώνω, γιατί το "Βρετάνια" φιλοξένησε ξανά -μετά την "Πόρνη από πάνω"- ένα ανήσυχο έργο. Εγινε πάλι μια ανήσυχη γωνιά... παρότι είναι ένα mainstream θέατρο.
Η Μαριέττα λοιπόν, η "Απολυμένη", παθαίνει ισχυρό σοκ, γιατί εκτός από την απόλυση αντιμετωπίζει και την άμεση εγκατάλειψη από αυτούς που υποτίθεται ότι ήταν φίλοι της όσο ήταν ισχυρή, όσο την είχαν ανάγκη για να μπαίνουν στη στήλη της. Αυτοί εν μία νυκτί εξαφανίζονται - και μάλιστα με τον χειρότερο τρόπο. Αισθάνεται λοιπόν και προδομένη, εκτός από απολυμένη. Στην αρχή πιστεύει ότι όλα θα λυθούν πάρα πολύ γρήγορα... Μετά καταλαβαίνει ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα και χρειάζεται να μπει στη διαδικασία μιας ενδοσκόπησης, ώστε να κάνει μέσα της πρώτα μια μεγάλη ανατροπή. Κι έτσι, κάνοντας την ανατροπή μέσα της, η Μαριέττα κατά τη διάρκεια του έργου κατορθώνει να ανατρέψει και την κατάσταση, την απόλυση τέλος πάντων, τη γενικότερη απόλυση».
- Καθώς μιλούσαμε νωρίτερα, μου λέγατε ότι η παράσταση δεν αντιμετωπίζει το θέμα αυτό "διδακτικά", αλλά με χιούμορ...
«Α, ναι! Αυτό οφείλεται και στον Αντώνη Τσιπιανίτη ο οποίος έχει πολύ ωραία γραφή - το απέδειξε άλλωστε ήδη με την "Πόρνη από πάνω", όπου κατόρθωσε να γράψει ένα έργο σχεδόν κλασικό, το οποίο απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες, σε όλους τους τύπους των ανθρώπων, είτε έχουν μόρφωση είτε όχι. Κι αυτό είναι ο ορισμός του κλασικού: να απευθύνεται κάτι σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και για όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο. Γι' αυτό άλλωστε αποφάσισα κι εγώ, μετά από 5 χρόνια που έκανα έναν πολύ πετυχημένο μονόλογο, να κάνω πάλι έναν μονόλογο, του ίδιου συγγραφέα... Δεν είναι και η πιο προφανής απόφαση αυτή. Ομως πάλι με τράβηξε πολύ η γραφή του, που δεν έχει καθόλου διδακτικό χαρακτήρα, έχει πάρα πολύ χιούμορ, κατορθώνει όμως μέσα από το χιούμορ να βγάζει και πολλή ουσία. Ο Αντώνης στα έργα του δίνει μηνύματα ηχηρά, βαθιά πολιτικά όχι κομματικά - και η "Απολυμένη" έχει ακόμα περισσότερο χιούμορ κι από την "Πόρνη από πάνω". Είναι μια διαφορετική εντελώς ηρωίδα κι έτσι το είδα σαν μια καινούργια πρόκληση, που θα με πήγαινε κι αυτή σε νέα ερμηνευτικά μονοπάτια».
- Το έργο αυτό είναι πολύ επίκαιρο - όμως πολλοί απολυμένοι και άνεργοι δυσκολεύονται πραγματικά να επιβιώσουν. Πώς θα μπορούσαμε, ως κοινωνία, ν' αλλάξουμε σελίδα;
«Πιστεύω ότι ο καθένας μας πρέπει να κάνει αυτό που ξέρει, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Δεν είναι σχήμα λόγου: Το πιστεύω αυτό που σας λέω. Αν ο καθένας από εμάς σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες, στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε, κάνει αυτό που ξέρει με τον καλύτερο τρόπο, αλλάζει κάτι, κομμάτι κομμάτι. Είναι σαν να έχουμε ένα μεγάλο παζλ που χρειάζεται να το γυρίσουμε από την άλλη μεριά, και γυρίζουμε ένα ένα τα κομμάτια για να φτιάξουμε μια καινούργια εικόνα. Πώς να σας το πω, με απλά πράγματα, π.χ. μην πετώντας ένα σκουπίδι αλλά μαζεύοντας ένα σκουπίδι, βάζουμε ένα μικρό κομματάκι σ’ αυτό το καινούργιο παζλ. Δεν σας το λέω από θέσεως ισχύος, γιατί έχω υπάρξει άνεργη. Και έχω φύγει κι από δουλειές για λόγους που δεν έχουν σημασία αυτή τη στιγμή... δεν μιλάω πάντως από θέση ισχύος. Το μόνο που έκανα πάντα ήταν ν' αρχίζω από την επόμενη στιγμή -όχι από την επόμενη μέρα, από την επόμενη στιγμή- να ψάχνω για άλλη δουλειά, με τη σιγουριά ότι υπάρχει η σωστή δουλειά που περιμένει για μένα».
- Εχοντας ζήσει κάποια παιδικά σας χρόνια στην Καλαμάτα, τι αναμνήσεις έχετε από την πόλη και τη γύρω περιοχή;
«Εχω πολύ ωραίες αναμνήσεις, μα πάρα πολύ ωραίες όμως! Θα μου μείνουν αξέχαστες οι βόλτες με τα ποδήλατα στην παραλία... Την κενή ώρα που είχαμε στο σχολείο παίρναμε τα ποδήλατα ως γυμνασιάκια τότε και βολτάραμε. Μάλιστα, επειδή ήμουν απουσιολόγος της τάξης, είχα πάντα το μεγαλύτερο άγχος, γιατί όλοι οι υπόλοιποι λέγανε "στο κάτω κάτω εγώ θα πω ότι είμαι με την απουσιολόγο, και τι έγινε;". Θυμάμαι λοιπόν ότι είχα έντονη την αίσθηση της ευθύνης παρότι ήμασταν όλοι συνομήλικοι. Θυμάμαι βέβαια και τις ατελείωτες κουβέντες που κάναμε, που αλλάζαμε τον κόσμο - και συζητώντας εγώ αργούσα πάντα γυρίζοντας απ’ το σχολείο ή απ’ τα Αγγλικά. Κι ακόμα, τα υπέροχα μπάνια μόλις άνοιγε ο καιρός, όπου πηγαίναμε πάλι με τα ποδήλατα, με τον πατέρα και με τη μάνα μας...».
- Η Καλαμάτα προκρίθηκε στην τελική φάση επιλογής ως υποψήφια Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2021. Τι θα θέλατε να της πείτε για τη συμμετοχή της στον θεσμό αυτό;
«Καταρχάς το αξίζει, γιατί είναι μια φροντισμένη πόλη η Καλαμάτα - κι αξίζει ένα μεγάλο "μπράβο" τόσο στους κατοίκους που την προσέχουν όσο και στους δημάρχους. Θέλω λοιπόν να της ευχηθώ δύναμη και να της πω συγχαρητήρια, βεβαίως, γιατί είναι πολύ κοντά στο να προκριθεί. Και φυσικά, αν κάτι χρειαστεί, εγώ είμαι πάντα κοντά στην Καλαμάτα, για να τη βοηθήσω εάν περνάει κάτι από το χέρι μου».
- Πού πιστεύετε ότι θα πρέπει να εστιάσει ως υποψήφια πόλη;
«Δεν υπάρχει περίπτωση να μην αναφερθώ στο θέατρο, αλλά και στην ποίηση. Εχουμε ποιητές που αξίζουν χρυσάφι. Υπάρχει για παράδειγμα η Κική Δημουλά η οποία κατάγεται από εκεί - έχω κι εγώ παρουσιάσει Δημουλά στην Καλαμάτα. Εχουμε λοιπόν τέχνη, η οποία πιστεύω ότι είναι το κυριότερο προϊόν μας».
- Εκτός από το σανίδι, η παρουσία σας «γράφει» έντονα στο γυαλί αλλά και στη μεγάλη οθόνη. Ποιο μέσο δοκιμάζει περισσότερο τις αντοχές σας και ποιο είναι πιο γενναιόδωρο μαζί σας;
«Ολα τα μέσα απαιτούν το ίδιο δόσιμο, και τα τρία. Η τεχνική διαφέρει μόνο. Το σινεμά έχει ένα "καλό" κι ένα "κακό": Οταν φτάνεις σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, αυτό μένει. Η διαδρομή όμως που έκανες για να φτάσεις στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα δεν είναι συνήθως πολύ μεγάλη - ανάλογα και με τις οικονομικές συνθήκες. Δεν έχεις τη δυνατότητα να κάνεις δύο μήνες πρόβα στο σινεμά. Κάνεις μια-δυο βδομάδες· κι όταν αρχίζουν τα γυρίσματα έχεις στη διάθεσή σου μερικές ώρες, κι έπειτα το αποτέλεσμα αυτού που κάνεις, μένει. Οταν είναι τέλειο, μένει τέλειο. Οταν είναι λιγότερο τέλειο, μένει λιγότερο τέλειο.
Στην τηλεόραση, που την αγαπώ επίσης, λόγω οικονομικών συνθηκών έχεις ακόμα λιγότερο χρόνο να κάνεις πρόβα - οπότε όσα μένουν εκεί και είναι καλά, με κάνουν πολύ περήφανη.
Οσον αφορά το θέατρο, έχει κι αυτό ένα "καλό" κι ένα "κακό": Εκεί έχεις καταρχάς την άνεση του χρόνου, να αναπτύξεις αυτό που κάνεις και να το κάνεις εξαιρετικά καλά με τον καιρό. Από την άλλη, είναι αυτές οι μικρές άτυχες στιγμές... που μπορεί να έχεις κάνει τέλεια ένα πράγμα 100 φορές και να υπάρξει μία φορά επάνω στη σκηνή που δεν σου βγαίνει, όμως ο θεατής σε κρίνει από αυτό που είδε εκείνη τη στιγμή. Βέβαια νιώθω πολύ τυχερή γιατί μεγαλώνοντας υπάρχει ένα πλαφόν κάτω από το οποίο δεν πέφτω. Αλλωστε, το τι φέρεις στη σκηνή είναι αποτέλεσμα χρόνων εσωτερικού διαλόγου. Κι όταν είσαι αληθινός σε αυτό που κάνεις, όταν το αγαπάς πολύ, αυτό βγαίνει και δεν σου αντιστέκεται εύκολα ο άλλος».
- Εχετε σπουδάσει και δουλέψει όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό. Πώς ισορροπείτε τελευταία πάνω στο «χάσμα» που μοιάζει να 'χει ανοίξει ανάμεσα στη χώρα και τους εταίρους της στη Δύση;
«Πράγματι πάλι φέτος θα παίξω στο Λονδίνο, αλλά και στο Βέλγιο. Λόγω και του ότι με καλούν συχνά ως κριτική επιτροπή σε φεστιβάλ κινηματογράφου, βλέπω τον αντίκτυπο. Βλέπω πάντως κι εκεί μια βαθιά κρίση, έναν φόβο που έχει εξαπλωθεί· ίσως και γιατί η πολυπολιτισμικότητα ξέφυγε απ’ όλων μας τις προβλέψεις. Στο Λονδίνο π.χ., υπάρχουν γειτονιές όπου δεν πλησιάζουν πια Αγγλοι εδώ και χρόνια. Στο Βέλγιο πάλι, πολλοί μουσουλμάνοι αν μια γυναίκα φοράει κολάν ή μίνι τη βρίζουν δημοσίως άσχημα. Είμαι πολύ ανοιχτή και καθόλου ρατσίστρια, και βλέπω ξαφνικά να δημιουργούνται γκέτο που τα πληρώνουν πολύ ακριβά και οι υπόλοιποι κάτοικοι της πόλης. Για διάφορους λόγους λοιπόν βλέπω και στην Ευρώπη ένα μούδιασμα, έναν φόβο, ο οποίος εξαπλώνεται συνεχώς κι είναι πολύ κακό συναίσθημα. Δεν είναι δημιουργικό το να φοβάσαι. Είναι φοβερό αυτό το πράγμα - και πρέπει να του αντισταθούμε.
Εμείς τώρα, ανήκουμε στη Δύση, ως γνωστόν. Και πιστεύω ότι δεν υπάρχει θέμα ασυνεννοησίας: Είναι έλλειψη αγάπης γενικότερη. Δεν είμαι πολιτική αναλύτρια, όμως έχω την αίσθηση ότι όλη αυτή η κρίση η περίφημη είναι κατασκευασμένη. Οσο για τη διαφθορά, δεν είναι μόνο των πολιτικών, αλλά και των πολιτών, του καθενός ξεχωριστά. Εμένα για παράδειγμα ο πατέρας μου υπηρετούσε στα διοικητικά δικαστήρια όπου επιλύονται οι διαφορές κράτους και πολιτών. Ε, δεν δέχτηκε ποτέ του μίζα. Πήγαινε να κάνει αξιολόγηση ενός οικοπέδου και του πρότειναν χρήματα για να αλλάξει τις αποφάσεις, αλλά εκείνος αρνιόταν - και μας ρωτούσε μάλιστα, παρότι ήμασταν πολύ μικρά παιδιά, αν μας πειράζει αυτό... Είναι πάντα και θέμα επιλογών, ρε παιδί μου! Μας έλεγε "το κράτος δεν θα το κλέβετε, γιατί θα έρθει ώρα που δεν θα έχει να πληρώσει μισθούς". Τώρα τον σκέφτομαι που μας τα έλεγε όλα αυτά και τον κοιτάζαμε σαν χάνοι... και λέω, κοίταξε πόσο προφητικά ήταν».
- Κάθε τέλος, μια αρχή. Ποιος είναι όμως ο επόμενος δικός σας καλλιτεχνικός σταθμός, τώρα που κλείνει για φέτος ο κύκλος της «Απολυμένης»;
«Μετά την Καλαμάτα, τον Ιούνιο, θα κάνω μια πολύ ωραία παρουσίαση του Μουσείου της Ελεύθερνας, στην Αρχαία Νεκρόπολη που είναι έξω απ’ το Ρέθυμνο στην Κρήτη. Θα απαγγείλω από τους "Κρήτες", μια μισοτελειωμένη τραγωδία του Ευριπίδη, στη μεγάλη εκδήλωση του ανοίγματος - κάτι που περιμένω με πολλή χαρά. Ανυπομονώ επίσης να πάω στο Βέλγιο, γιατί την προηγούμενη φορά έπαιξα εκεί σε βελγική παραγωγή, μα τώρα πάω με την "Απολυμένη", η οποία θα έχει και υπέρτιτλους - οπότε είμαι πολύ χαρούμενη που θα δείξω ένα νέο ελληνικό έργο.
Με αυτή την ευκαιρία, σκέφτομαι πολύ σοβαρά να δώσω για μετάφραση την "Απολυμένη". Και είναι πολλά ακόμη αυτά που έρχονται - για τα οποία όμως δεν λέω τίποτα ακόμα, όσο δεν είναι εντελώς σίγουρα. Τα αφήνω να έρθουν πρώτα...».