Ανέτρεψε τον Μακάριο και εγκατέστησε τη δικτατορική κυβέρνηση του Σαμψών, της ΕΟΚΑ Β' και των ακροδεξιών συμμοριών, ανοίγοντας έτσι το δρόμο στους Τούρκους εθνικιστές να προχωρήσουν στην εισβολή ως δήθεν “εγγυήτρια δύναμη”. Η Χούντα και η κυβέρνηση των Τούρκων εθνικιστών στήριζαν τον ιμπεριαλιστικό σχεδιασμό που ήθελε την Κύπρο προγεφύρωμα για τους σχεδιασμούς ΗΠΑ-ΝΑΤΟ για το γεωπολιτικό έλεγχο της Αν. Μεσογείου και της Μ. Ανατολής.
Εδώ και 42 χρόνια οι ελληνικές και κυπριακές κυβερνήσεις παζαρεύουν με τους ιμπεριαλιστές και ουσιαστικά ανταλλάσσουν τη διαιώνιση του κατοχικού καθεστώτος με τη διασφάλιση μιας συμμαχίας για τη στήριξη της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας του κεφαλαίου. Αυτή η στάση οδήγησε και στο λεγόμενο “σχέδιο Ανάν” που θα έκανε την Κύπρο ένα προτεκτοράτο των ιμπεριαλιστών με αντάλλαγμα της ένταξη στην ΕΕ που ευνοούσε τα συμφέροντα της κυπριακής άρχουσας τάξης.
Η Κύπρος βρίσκεται μπροστά σ’ ένα εξαιρετικά δύσκολο και κρίσιμο σταυροδρόμι. Τα προβλήματα και οι προκλήσεις που εγείρονται ενώπιον του λαού και της χώρας είναι πολλά. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν δύο, των οποίων η εξέλιξη θα καθορίσει το παρόν και το μέλλον του τόπου.
Το πρώτο πρόβλημα είναι η κατοχή μεγάλου μέρους του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας και η ντε φάκτο διαίρεση που η Τουρκία επέβαλε με τη δύναμη των όπλων το 1974. Η παράνομη παρουσία της Τουρκίας στην Κύπρο, η κατοχή και η διαίρεση εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους για την πατρίδα μας. Σαράντα χρόνια από το προδοτικό πραξικόπημα της χούντας των Αθηνών και της ΕΟΚΑ Β’ και από τη βάρβαρη τουρκική εισβολή με την παρέλευση του χρόνου να παγιώνει τα τετελεσμένα της εισβολής και της κατοχής, η επίτευξη λύσης αποτελεί αδήριτη ανάγκη.
Η διασφάλιση ενός ειρηνικού μέλλοντος έχει ως προαπαιτούμενο την επίτευξη λύσης στο Κυπριακό. Λύση η οποία θα προνοεί τερματισμό της τουρκικής κατοχής και του εποικισμού, καθώς και την επανένωση του τόπου και του λαού. Λύση που να αποκαθιστά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των Κυπρίων σε μια αποστρατιωτικοποιημένη κοινή πατρίδα. Συνεπείς με τη θέση μας, αλλά και με την πάγια θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς για λύση που να προνοεί για αποστρατιωτικοποίηση, εναντιωνόμαστε στην πρόθεση της κυβέρνησης για ένταξη στο ΝΑΤΟ και τα παρακλάδια του, όπως είναι ο Συνεταιρισμός για την Ειρήνη. Όραμα μας να μπορούν Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, Μαρωνίτες, Αρμένιοι και Λατίνοι χωρίς έξωθεν επεμβάσεις να δημιουργούν το κοινό τους μέλλον σε συνθήκες μόνιμης ειρήνης και ασφάλειας.
Η επίτευξη μιας τέτοιας λύσης επιβάλλει αφοσίωση και συνέπεια στα περί Κύπρου ψηφίσματα του ΟΗΕ –που προνοούν για λύση δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως την ερμηνεύουν τα Ηνωμένα Έθνη- στις συμφωνίες υψηλού επιπέδου του 1977 και ‘79 και στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο. Επιβάλλει απαρέγκλιτη συνέπεια στις αρχές λύσης, αλλά και ρεαλισμό στη διαμόρφωση και άσκηση πολιτικής.
Ο δρόμος μέχρι την επίτευξη λύσης δεν θα είναι εύκολος ούτε και απλός. Στη διαπραγμάτευση οι δυσκολίες θα είναι πολλές. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιβάλλεται σ’ αυτή τη διαδικασία να υπερασπίζεται αρχές. Επιβάλλεται να προωθήσει τη συλλογικότητα στα πλαίσια του Εθνικού Συμβουλίου, να ενημερώνει και να διαβουλεύεται συνεχώς με τις πολιτικές δυνάμεις. Επιβάλλεται να εμπλέκει τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας στο πλαίσιο μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.
Το δεύτερο πρόβλημα που επιβάλλεται να αντιμετωπίσουμε είναι η οικονομική κρίση που ταλανίζει τη χώρα μας. Η Κύπρος είναι θύμα της συστημικής κρίσης του καπιταλισμού, που έχει πλήξει με ιδιαίτερη δριμύτητα την Ευρωζώνη, αλλά και της κρίσης του τραπεζικού συστήματος στη χώρα. Η συμφωνία του Γιούρογκρουπ με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη για το κούρεμα καταθέσεων έχει καταστρέψει την οικονομία μας και την έχει ρίξει σε ένα φαύλο κύκλο ανατροφοδοτούμενης και επιδεινούμενης ύφεσης.
Αμαρτίες παππούδων παιδεύουν εγγόνια
Ο αντικομμουνισμός και η μισαλλοδοξία, το μίσος κατά των αλλόθρησκων, ο εθνικισμός και άλλες μισητές ιδεοληψίες (που λήγουν σε –ισμός), ήταν ο θανατηφόρος ιός που εξαπλώθηκε ως επιδημία μέσα στην ακροδεξιά και τις θύελλες που έσπειρε τις θερίσαμε όλοι δυστυχώς. Και Δεξιοί και Αριστεροί και εθνικιστές και αντικομμουνιστές γιατί η φωτιά που έπεσε πάνω στην Κύπρο δεν έκανε διακρίσεις. Διακρίσεις έκαναν μόνο οι χουντοφασίστες και τα πρωτοπαλλήκαρα της ΕΟΚΑ Β’ που ακόμα και ζωντανούς τραυματίες έθαβαν στο κοιμητήριο της Λευκωσίας Κωνσταντίνου και Ελένης ή σε πρόχειρους τάφους εκεί κάπου στον Παρισινό με μπουλντόζες να σκεπάζουν αμούστακα παιδιά γιατί δήθεν αυτοί αποτελούσαν τον κίνδυνο για την πατρίδα και τον εθνικό κορμό που πρέσβευαν τα φασιστοειδή μισθοφόρα ογλάνια της Χούντας των Αθηνών.
Δεν είναι δική μας δουλειά να κρίνουμε την ψυχοσύνθεση του τυφλωμένου από μίσος παππού που φανατίζει τον τρίχρονο εγγονό του με πιστόλι και να τον παρακινεί να σκοτώνει νοερά κομμουνιστές και Τούρκους σε εκείνο το κατάπτυστο βίντεο κλιπ που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο. Όταν ένας ενήλικας αποκαλεί ένα αθώο και άκακο νήπιο «ελληναρά μου» και αυτόν τον χαρακτηρισμό τον συνδέει με φονικά εναντίον συγκεκριμένων ομάδων, είναι αρρωστημένο και ξεπερνά κάθε όριο ανοχής και επιείκειας. Το νήπιο δυστύχησε να γεννηθεί σε μια Κύπρο ημικατεχόμενη χωρίς να συνειδητοποιεί η αθώα ψυχούλα του τι σημαίνει κατοχή και ποιοι κουβάλησαν τις μισητές ορδές του Αττίλα στα κυπριακά εδάφη.
Ο παππούς, νοσταλγός της Χούντας που καμαρώνει για το ψοφοπούλι της 21ης Απριλίου -τον μυθικό Φοίνικα ο οποίος αναγεννάται από τις στάχτες του- έζησε σίγουρα τα γεγονότα της διπλής συνωμοσίας του 1974 και έγινε μάρτυρας των σκηνών της βιβλικής καταστροφής της Κύπρου. Θα άκουσε σίγουρα για τους χιλιάδες νεκρούς, τους ρακένδυτους πρόσφυγες που για μήνες ζούσαν κάτω από τις χαρουπιές και τις ελιές κυνηγημένοι από τα πατρικά τους σπίτια. Θα άκουσε και για το δράμα των αγνοουμένων και για τόσα άλλα δεινά καθότι ο εν λόγω κύριος έχει και υψηλή θέση στην υπηρεσία της Πολιτικής μας Άμυνας. Εκείνο το διπλό κτύπημα με τις εκατόμβες νεκρών με το χαμό δικαίων και αδίκων, γιατί οι βομβαρδισμοί των Τούρκων δεν ξεχώριζαν δεξιό ή κομμουνιστή, φασίστα ή δημοκρατικό. Οι σφαίρες και τα κανόνια σημάδευαν όλους μας αδιάκριτα και το κλάμα της μάνας ήταν το ίδιο πικρό και σπαρακτικό.
42 χρόνια μετά το διπλό κτύπημα, το ψοφοπούλι της Χούντας των Συνταγματαρχών κείται αναίσθητο και μόνο οι στάχτες της καμένης μας πατρίδας όταν ατενίζουμε τον Πενταδάκτυλο μάς θυμίζουν το πέρασμά του.
Ο φασισμός βρικολακιάζει και είναι καιρός τα εντεταλμένα όργανα της πολιτείας και του κράτους να μην προσπεράσουν και αυτό το απαράδεκτο τεκμήριο αναβίωσης φαινομένων που στο παρελθόν μάς προκάλεσαν την μεγαλύτερη τραγωδία.