Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, η σύγκρουση ανάμεσα στη λογική των αριθμών και τη λογική της πελατείας καταλήγει πάντα σε ήττα του αυτονόητου. Ουσιαστικά βλέπουμε το ίδιο έργο με διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Κάθε προσπάθεια περιορισμού των ελλειμμάτων σκοντάφτει στις ίδιες χρόνιες παθογένειες του πελατειακού κράτους - ενός κράτους που κινητοποιείται όχι για να υπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον, αλλά για να προστατεύσει το δίκτυο των προνομίων, που συντηρεί τον κρατικοδίαιτο καπιταλισμό.
Στην περίπτωση των ΕΛΤΑ, όσα είδαν το φως της δημοσιότητας για τα “golden boys”, τις αναθέσεις και τις πανάκριβες μελέτες δεν είναι αποκάλυψη, αλλά επιβεβαίωση. Όλοι γνώριζαν, αλλά το σκάνδαλο έγινε θέμα μόνο όταν απειλήθηκε η ακεραιότητα του δικτύου, που συντηρεί την κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Και τότε, δεξιοί και αριστεροί βουλευτές συναγωνίστηκαν σε πλειοδοσία «ευαισθησίας», για να μείνουν ανοιχτά τα καταστήματα που παράγουν ζημιές, ώστε να παραμείνει ζωντανό το σύστημα των διορισμένων διοικήσεων, των επιδοτούμενων μελετών και των ανέλεγκτων αμοιβών. Στο όνομα της «ισότιμης πρόσβασης», η πολιτική τάξη υπερασπίζεται ένα μοντέλο, που δεν εξυπηρετεί πλέον ούτε τις ανάγκες των πολιτών ούτε την πραγματική περιφερειακή συνοχή.
Κανείς δεν συζητά σοβαρά για τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών ούτε για την εξυπηρέτηση των ευάλωτων ομάδων, σύμφωνα με τις ανάγκες που δημιουργεί η νέα δημογραφική πραγματικότητα. Σχεδόν όλοι ενδιαφέρονται αποκλειστικά για τη νομή της εξουσίας και της αγοράς. Κι έτσι, αντί για ένα σχέδιο μεταρρύθμισης της οικονομίας που θα έκλεινε την παραγωγή ελλειμμάτων, ανακυκλώνεται η ίδια νοοτροπία που τα γεννά. Το φιάσκο των ΕΛΤΑ είναι μια πολιτική ομολογία: Ότι στην Ελλάδα η μεταρρύθμιση σταματά πάντα εκεί όπου αρχίζει να απειλεί τις συμμαχίες του συστήματος. Από εκεί και πέρα, όσο η διαχείριση βαφτίζεται μεταρρύθμιση, το κράτος θα παραμένει θυρωρός των αδιεξόδων του.
