«Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κι οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε».
Κ.Π Καβάφη, Θερμοπύλες
Στις 28 Οκτωβρίου 1940 η Ιταλία του Μπενίτο Μουσολίνι κηρύσσει επίσημα τον πόλεμο στην Ελλάδα του Ιωάννη Μεταξά. Οι όποιες συμπάθειες μεταξύ των δύο καθεστώτων υποχωρούν μονομιάς μπροστά στις γεωπολιτικές στρατηγικές και η αναμέτρηση προμηνύεται σκληρή.
Οι επιτιθέμενοι Ιταλοί διαθέτουν σαφή υπεροπλία τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και σε τεχνολογίες και εξοπλισμό. Οι αμυνόμενοι Ελληνες στηρίζονται κυρίως στις αξιόλογες αμυντικές προετοιμασίες του καθεστώτος και στην περιορισμένη βρετανική υποστήριξη.
Ετσι, λίγες μέρες αργότερα οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί. Οι υπερόπτες Ιταλοί υποχωρούν εντός του βορειοηπειρωτικού εδάφους της Αλβανίας και οι ελληνικές δυνάμεις προελαύνουν διαρκώς μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού. Η Ελλάδα φαίνεται να κερδίζει τη μάχη για την ελευθερία της.
Ωστόσο, το 1941 θα αποδειχθεί αρνητικό για τους Ελληνες. Ο απρόσμενος θάνατος του Μεταξά αλλά κυρίως η απόφαση του Χίτλερ για άμεση γερμανική εμπλοκή στα Βαλκάνια και την Ελλάδα θα γείρουν αποφασιστικά την πλάστιγγα. Ετσι, παρά την ηρωική αντίσταση των αμυνομένων Ελλήνων στα μέτωπα της Ηπείρου και της Ανατολικής Μακεδονίας αλλά και της Κρήτης, στην τελική φάση, ολόκληρη η Ελλάδα θα τεθεί υπό την κατοχή του Αξονα στις αρχές του καλοκαιριού του 1941.
Ο πόλεμος λοιπόν χάθηκε τότε για τη χώρα μας. Ισως αναπόφευκτα. Κι όμως: η εποχή αυτή θα μείνει ως η ηρωικότερη στη σύγχρονη ιστορία μας μετά την Επανάσταση του 1821. Κατά τραγική ειρωνεία, και αυτή βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, πριν σωθεί από την πρωτοφανή για τα τότε δεδομένα επέμβαση των τριών ισχυρών δυνάμεων κατά του Ιμπραήμ στο Ναυαρίνο τον Οκτώβριο του 1827.
Ετσι, οι εθνικές μας επέτειοι αναδεικνύουν προφανώς τον ηρωισμό και την ενότητα του λαού μας υπέρ της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας μας. Τα αισθήματα αυτά κράτησαν όμως πάντοτε για λίγο. Ο αγώνας του ’21 «πνίγηκε» μέσα στις εμφύλιες διαμάχες για την εξουσία και τη διαχείριση του πενιχρού βρετανικού δανείου, ενώ την ηρωική εποχή του ’40-‘41 τη διαδέχθηκε η τραγωδία του εμφυλίου πολέμου που καθόρισε για πολλές δεκαετίες τη φυσιογνωμία της σύγχρονης Ελλάδας.
Μάλιστα, σε αντίθεση με το ’21 όπου η ιστορία ανέδειξε πολλές ιστορικές φυσιογνωμίες (Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Καραϊσκάκης κλπ), ο αγώνας του ’40-’41 δεν ανέδειξε ιδιαίτερα προσωποποιημένους ήρωες στην εθνική μας μνήμη. Είναι οι ήρωες που προχωρούν στα σκοτεινά, κατά τον διπλωμάτη ποιητή Γιώργο Σεφέρη.
Τι απέμεινε λοιπόν από την «εποποιία» του ’40 ως τις μέρες μας; Ισως αυτή η αίσθηση της ηρωικής συλλογικότητας, του ενθουσιασμού μιας γενιάς με οράματα και αξίες που ενώθηκε προσωρινά μπροστά στον εθνικό κίνδυνο και στην προσβολή του υπερφίαλου αλλά και «φουκαρά» Ντούτσε, όπως τον ονόμασε το δημοφιλές άσμα της εποχής.
Σήμερα, η χώρα μας αντιμετωπίζει ξανά μείζονες εθνικές προκλήσεις. Η οικονομία μας είναι ακόμα καθημαγμένη, το ανθρώπινο δυναμικό μας φθίνει λόγω υπογεννητικότητας και μετανάστευσης, οι εξωτερικές απειλές ειδικά εξ ανατολών έχουν «χτυπήσει κόκκινο».
Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι Ελληνες φαινόμαστε κλεισμένοι στο μικρόκοσμό μας. Σε μια επίπλαστη αυτάρκεια του εαυτού μας που έχουμε δημιουργήσει παρασυρμένοι από το ρεύμα της εποχής.
Ισως έτσι να ένιωθαν και οι πρόγονοί μας, όταν η τεράστια περσική στρατιά επέστρεψε στην Ελλάδα το 480 π.Χ. Τότε ο Λεωνίδας, γνωρίζοντας μάλλον την έκβαση του αγώνα του, είπε το υπερήφανο «Μολών Λαβέ» και θυσιάστηκε ηρωικά με τους άνδρες του στα στενά των Θερμοπυλών. Αλλά και όταν η Επανάσταση του ’21 είχε εκτροχιαστεί, ο Παπαφλέσσας διάλεξε να «πέσει» ηρωικά στο Μανιάκι, κοντράροντας τον πανίσχυρο Ιμπραήμ. Το ίδιο έκαναν και οι ηρωικοί υπερασπιστές του Ρούπελ, της Καλαμάτας και της Κρήτης την άνοιξη του ’41, παρότι ήξεραν την υπεροπλία των στρατιών της Βέρμαχτ.
Αυτό είναι και το βασικό μήνυμα της ηρωικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου. Οτι οι Ελληνες χρειαζόμαστε μάλλον μια προφανή θυσία για να αφυπνιστούμε, να ενωθούμε και δράσουμε.
Βεβαίως, η πολύπλοκη εποχή που ζούμε απαιτεί πρωτίστως οργανωμένο σχέδιο, θεσμική σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη για να σφυρηλατούνται ισχυρά και ενωμένα έθνη. Και πρέπει να εργαστούμε όλοι μας σκληρά γι’αυτό.
Ας μην αποποιηθούμε όμως την κληρονομιά της θυσίας και του ηρωισμού που αντλούμε διαχρονικά από την πολυκύμαντη ιστορία μας. Κι ας ευχηθούμε να υπάρχουν ανάμεσά μας πολλοί που θα ξαναφωνάξουν στον επίδοξο εισβολέα το «Αέρα!» και το «Μολών Λαβέ» στις νέες εθνικές μας Θερμοπύλες, «ποτέ από το χρέος μη κινούντες».
* Ο Νίκος Θεοδώρου είναι Δικηγόρος και Διδάκτωρ Δημοσίου και Ευρωπαϊκού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ludwig-Maximilians του Μονάχου. I Ιστοσελίδα: www.ntheodorou.gr