Σάββατο, 29 Αυγούστου 2020 15:50

Μερικές σκέψεις για τις θαμμένες αρχαιότητες της Καλαμάτας…

Μερικές σκέψεις για τις θαμμένες αρχαιότητες της Καλαμάτας…


Του Μάριου Π. Αθανασόπουλου*

Το τελευταίο διάστημα στην πόλη της Καλαμάτας γίνεται μεγάλη συζήτηση για το μέλλον των αρχαιοτήτων που βρίσκονται θαμμένες στην περιοχή της Υπαπαντής και της Φραγκόλιμνας. Πρόκειται για μια υπόθεση που δεν είναι φυσικά καινούργια, και, απ’ ό,τι φαίνεται, θα έχει συνέχεια.
Η ιστορία ξεκινά επίσημα από τη δεκαετία του ’60 με τους ειδικούς της εποχής να μιλούν για ευρήματα που φτάνουν τουλάχιστον στον 4ο π.Χ. αιώνα. Το γεγονός από μόνο του έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για κάθε φιλίστορα πολίτη της Καλαμάτας και πολύ περισσότερο ασφαλώς για τους ειδικούς (αρχαιολόγους, ιστορικούς κ.ο.κ.). Η αποκάλυψη του παρελθόντος της πόλης, μιας πόλης της οποίας το ιστορικό βάθος δεν ξεκινά από τη μεσαιωνική εποχή και τους Βιλλεαρδουίνους αλλά εκτείνεται σε βάθος αρκετών αιώνων, προφανώς συγκινεί και προκαλεί οπωσδήποτε ένα δέος στους πολίτες της Καλαμάτας αλλά και τους Μεσσηνίους εν γένει.
Την πρωτοβουλία αυτή τη φορά έλαβε ο δημοσιογράφος και δεινός ιστοριοδίφης κ. Ηλίας Μπιτσάνης, συγκεντρώνοντας ικανό αριθμό πολιτών της Καλαμάτας που εκφράζουν ένα εύλογο αίτημα για να έρθουν στο φως μετά από 60 ολόκληρα χρόνια οι αρχαιότητες που κρύβει η γη της Καλαμάτας στα σπλάχνα της. Δεν ήταν προφανώς η πρώτη, υπήρξαν κι άλλες αντίστοιχες πρωτοβουλίες, αλλά ίσως το αίτημα να ωρίμασε στην τοπική κοινωνία αυτή τη στιγμή και όχι κάποια άλλη στο παρελθόν.
Οι πολίτες της Καλαμάτας φρονώ ότι θα πρέπει να είναι ευγνώμονες όχι μόνο στον κ. Μπιτσάνη που «βγήκε μπροστά», αλλά και σε μια σειρά ακόμη προσώπων∙ στον πρώην δήμαρχο της πόλης κ. Κουτσούλη που με το αρχικό του άρθρο αναθέρμανε τη συζήτηση για το θέμα, τον μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο ο οποίος με την ξεκάθαρα υποστηρικτική του δήλωση αφαίρεσε και τον τελευταίο μανδύα από όσους δεν επιθυμούσαν την ανακίνηση του θέματος και κρύβονταν πίσω από μια αόριστη «απροθυμία» της τοπικής Εκκλησίας να αποδεχθεί κάτι τέτοιο, και τον καθηγητή κ. Θέμελη, ένα πρόσωπο «ειδικού κύρους» λόγω της ιδιότητάς του και του έργου που αναμφισβήτητα έχει επιτελέσει στην αρχαία Μεσσήνη, ο οποίος με την αρθρογραφία του συνέβαλε ώστε να δοθεί ισχυρή ώθηση στο όλο ζήτημα.
Υπέρ της ανάδειξης των λειψάνων της αρχαίας πόλης έχουν ταχθεί σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο πρώην υπουργός κ. Μπένος, ο Πρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Γουλιάμος, ο παλιός μου καθηγητής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Β. Λαμπρινουδάκης, βουλευτές όπως ο κ. Χαρίτσης (ο οποίος κατέθεσε και σχετική επερώτηση στη Βουλή), τοπικές κομματικές οργανώσεις (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ), ο κ. Π. Λύρας ως πρόεδρος και το Συμβούλιο της Δημοτικής Κοινότητας Καλαμάτας, αρκετοί επικεφαλής δημοτικών ή περιφερειακών παρατάξεων (Αντωνόπουλος, Μάκαρης, Κουζή, Κοσμόπουλος, Τζαμουράνης, Πετράκος), σημαντικές τοπικές προσωπικότητες και θεσμοί (ο πρώην δήμαρχος Καλαμάτας κ. Κουμάντος, ο κ. Θεόδ. Μπρεδήμας, ο κ. Γ. Καραμπάτος, η μάχιμη αρχαιολόγος κ. Μ. Τσουλάκου, ο Δικηγορικός Σύλλογος Καλαμάτας) και πολλοί ακόμη «ων ουκ έστιν αριθμός».
Κάθετη είναι η διαφωνία σε οποιασδήποτε μορφής ανάδειξη της αρχαίας πόλης που είναι θαμμένη στην περιοχή νοτίως του κάστρου της πόλης, της αρμόδιας υπουργού κ. Μενδώνη και του Περιφερειάρχη Πελοποννήσου κ. Νίκα, εσχάτως δε του δημάρχου Καλαμάτας κ. Βασιλόπουλου και των συμβούλων της δημοτικής πλειοψηφίας.
Τα επιχειρήματα της πλευράς που αντιτίθεται στην έναρξη ανασκαφών στην περιοχή της Υπαπαντής εδράζονται κυρίως σε δύο άξονες: ο πρώτος εκφράζεται δια στόματος της κ. υπουργού και επισημαίνει πως είναι προτιμότερη η κατάχωση των αρχαιοτήτων και η μη περαιτέρω ανάδειξή τους (ευτυχώς που ο νεοσουλτάνος της Τουρκίας δεν παρακολουθεί τα τοπικά μας κανάλια, διότι θα μας υπενθύμιζε ότι το ίδιο ακριβώς που δήλωσε η κ. υπουργός για την αρχαία Καλαμάτα έπραξε στην Αγια-Σοφιά και σε λίγο στη Μονή της Χώρας, «θάβοντας» τις θαυμάσιες τοιχογραφίες πίσω από τις κουρτίνες). Το επιχείρημα δεν μπορεί να μη θυμώσει κάθε νουνεχή άνθρωπο, καθώς αν αυτή η θέση ήταν θέση και των προκατόχων της, τότε ούτε η Βεργίνα θα είχε ανασκαφεί, ούτε η αρχαία Μεσσήνη, ούτε η αρχαία Θουρία, ούτε κάθε μικρή ή μεγάλη γωνιά της χώρας μας.
Ο δεύτερος άξονας στηρίζεται σε ένα λογικό επιχείρημα και αφορά την οικονομική πλευρά του θέματος. Εκφράζεται κυρίως από τον Περιφερειάρχη κ. Π. Νίκα. Σύμφωνα με αυτό, η ανάπλαση της πλατείας Υπαπαντής έχει ενταχθεί σε ένα συγκεκριμένο και χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα αναπλάσεων, το οποίο αν δεν πραγματοποιηθεί, θα πρέπει να ανακατευθυνθεί αλλού. Το αποτέλεσμα θα είναι να χαθούν τα ποσά της ανάπλασης για την πόλη της Καλαμάτας. Θεωρώ εύλογο το επιχείρημα, αλλά θα ήθελα να θυμίσω σε όσους το στηρίζουν, να μην το κάνουν με φανατισμό, διότι ακόμη κι αν χαθεί αυτή η χρηματοδότηση, θα είναι πολύ δύσκολο για μια κυβέρνηση να αγνοήσει ένα αίτημα για αντίστοιχη χρηματοδότηση ανάδειξης των αρχαιολογικών θησαυρών της αρχαίας Καλαμάτας εάν αυτό είναι παλλαϊκό και διαπαραταξιακό. Υπάρχουν πάμπολλα τέτοια παραδείγματα τα οποία εάν τα απαριθμήσουμε δεν θα μας φτάσουν πολλές σελίδες της έγκριτης εφημερίδας που φιλοξενεί αυτό το άρθρο.
Το επιχείρημα το οποίο κυκλοφορεί εσχάτως και το οποίο καλεί οποιονδήποτε έχει νεώτερα στοιχεία για τις αρχαιότητες να το καταθέσει αρμοδίως, το θεωρώ τουλάχιστον αφελές και ανάξιο συζητήσεως, καθώς είναι προφανές ακόμη και σε πνευματικά υπολειπόμενα άτομα ότι για να υπάρξει οποιοδήποτε νέο στοιχείο για το θέμα, θα πρέπει να προηγηθεί ανασκαφή στον χώρο.
Προσωπικά έχω ταχθεί ανεπιφύλακτα υπέρ της λύσης που υποστηρίζει η πλειοψηφία του καλαματιανού λαού, για μια σειρά από λόγους τους οποίους θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικούς.
Πρώτ’ απ’ όλα, θεωρώ αυτονόητη την υποστήριξη σε ένα τέτοιο αίτημα κάθε νοήμονος πολίτη της Καλαμάτας, καθώς η ανάδειξη του απώτερου παρελθόντος της πόλης μας, μόνο καλό μπορεί να κάνει σ’ αυτήν. Και δεν αναφέρομαι στο θέμα μόνο με όρους στενά επιστημονικούς για το πόσο θα ωφελήσει μια τέτοια ενέργεια (εκπόνηση πτυχιακών και μεταπτυχιακών εργασιών, διδακτορικών διατριβών, δημοσίευση πλήθους επιστημονικών εργασιών, έκδοση βιβλίων για την ιστορία και την αρχαιολογία της πόλης κ.ά.), αλλά κυρίως οικονομικούς∙ διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις δηλώσεις του Προέδρου της Τοπικής Κοινότητας Καλαμάτας κ. Παν. Λύρα σχετικά με την οικονομική ανάπτυξη που θα φέρει πρωτίστως για την περιοχή της παλιάς πόλης αλλά και ολόκληρης της Καλαμάτας η ολοκλήρωση και ανάδειξη ενός αρχαιολογικού χώρου στο επίμαχο σημείο της πλατείας Υπαπαντής και όπου αλλού βρεθούν αρχαιότητες στην περιοχή και συμφωνώ απόλυτα μαζί του. Ας φανταστούμε τον χώρο μετά την ολοκλήρωση των ανασκαφών, με τους δεκάδες επισκέπτες να περπατούν επάνω στο προστατευτικό τζάμι, παρατηρώντας προσεκτικά τις νέες ανακαλύψεις, αλλά και την οικονομική δραστηριότητα που θα προκύψει στους πέριξ της πλατείας χώρους (αναψυκτήρια, πωλητήρια λαϊκών ή τοπικών προϊόντων κ.ά.). Η ζωή θα επιστρέψει αναντίρρητα στην περιοχή, η οποία θα πάψει να αποτελεί ένα «προβληματικό» σημείο της πόλης, ιδιαίτερα τις νυκτερινές ώρες.
Θα ήθελα λοιπόν, μέσω της «Ελευθερίας», να απευθύνω έκκληση:
- Πρώτον, στην πολιτεία, να αντιληφθεί το δίκαιο του αιτήματος και να υποστηρίξει την έναρξη των εργασιών στην περιοχή που είναι αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Σε αυτό μπορεί να συμβάλει η κινητοποίηση προσωπικοτήτων όπως του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Πρ. Παυλόπουλου ή του πρώην Πρωθυπουργού κ. Αντ. Σαμαρά. Εάν κάποιος από τους δύο θέσει επί τάπητος το ζήτημα, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιον ότι θα έχουμε αίσια κατάληξη. Όσοι λοιπόν έχουν παρρησία στα δύο αυτά πρόσωπα, δεν έχουν παρά να κινητοποιηθούν προς αυτή την κατεύθυνση.
- Δεύτερον, στον Περιφερειάρχη Πελοποννήσου κ. Π. Νίκα να κατανοήσει ότι η πολιτική οικονομικής πίεσης που ασκεί για την πραγματοποίηση του έργου ανάπλασης της πλατείας Υπαπαντής είναι αδιέξοδη, επιτείνοντας το πρόβλημα και όχι επιλύοντάς το. Είναι κρίμα να θέσει εν κινδύνω την υστεροφημία του ως ενός από τους πλέον επιτυχημένους δημάρχους Καλαμάτας για ένα θέμα για το οποίο η θέση του είναι εκ προοιμίου εσφαλμένη. Είναι κατανοητό και εύλογο το ενδιαφέρον του για όσα διαμείβονται στον Δήμο Καλαμάτας, αλλά τα νέα του καθήκοντα είναι ασφαλώς σημαντικότερα και πιεστικότερα.
- Τρίτον, στον Δήμαρχο Καλαμάτας κ. Αθ. Βασιλόπουλο, υπενθυμίζοντάς του πως επιτυχημένοι δήμαρχοι της πόλης καταγράφηκαν στην ιστορία όχι οι άψογοι οικονομικοί διαχειριστές, ούτε οι ικανοί αποκομιστές απορριμμάτων (αυτά θεωρούνται αυτονόητα σήμερα), αλλά εκείνοι που επέδειξαν ωριμότητα και ανεξαρτησία και οραματίστηκαν μια πόλη διαφορετική, δίνοντάς της νέα πνοή «ἔργῳ». Η ανάδειξη της αρχαίας Καλαμάτας φρονώ πως είναι ένα τέτοιο έργο πνοής για την πόλη που θα τον κατατάξει στην επιθυμητή χορεία των ικανών δημάρχων.
- Τέταρτον, στους φορείς της πόλης που δεν έχουν λάβει ακόμη θέση πάνω στο ζήτημα (Επιμελητήριο, Εργατικό Κέντρο, επαγγελματικοί και επιστημονικοί φορείς, προσωπικότητες κ.λπ.) να δραστηριοποιηθούν, ώστε να δημιουργηθεί ένα κίνημα από κάτω προς τα πάνω, το οποίο ουσιαστικά θα οδηγήσει τα πράγματα στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
Εκείνο το οποίο οφείλουμε να εμπεδώσουμε εν τέλει, είναι ότι το θέμα δεν αφορά μόνο μια ευκαιριακή πλειοψηφία που μπορεί να ψηφίζει ή να καταψηφίζει την ανάδειξη ή μη των αρχαιοτήτων της πόλης στην οποία όλοι μας ζούμε. Αφορά το σύνολο των πολιτών και ως εκ τούτου όσοι τάσσονται απέναντι στη συντριπτική πλειοψηφία των Καλαματιανών οφείλουν τουλάχιστον να αφουγκραστούν την αγωνία και τις επιθυμίες τους και να απόσχουν από μικροπολιτικές σκοπιμότητες που επιθυμούν την πόλη δέσμια πολιτικών του προ-περασμένου αιώνα. Φρονώ ότι εάν όλοι όσοι διαθέτουμε φίλους ή γνωστούς ή είμαστε απλοί ψηφοφόροι δημοτικών συμβούλων, τους στείλουμε σαφέστατο μήνυμα ότι θα εξαρτήσουμε τη (μελλοντική) ψήφο μας από τη θέση που θα λάβουν στο επίμαχο ζήτημα, τότε θα συμβούν πολλές (επιθυμητές) μεταστροφές απόψεων. Γιατί καλή η υποχωρητικότητα σε διάφορες πιέσεις «άνωθεν», αλλά πολύ καλύτερο το ένστικτο της (πολιτικής) αυτοσυντήρησης όταν πιέζεται κανείς «κάτωθεν»…

Υ.Γ. 1: Φοβούμαι ότι υφέρπει μια λανθάνουσα αντιπαράθεση, πολιτικού ή ακόμη χειρότερα, κομματικού χαρακτήρα. Όσοι τη διακινούν (οι οποίοι επιπλέον προσπαθούν με γελοίο τρόπο να εκμεταλλευτούν το θρησκευτικό συναίσθημα του μεσσηνιακού λαού και την αγάπη όλων μας για την Παναγία και τον περικαλλή ναό της που δεσπόζει στην πόλη μας) το μόνο που θα πετύχουν είναι να οδηγήσουν την αντιπαράθεση στα άκρα και να απολέσουν δημοσκοπικά τα πλέον δυναμικά και προοδευτικά τμήματα των κατοίκων (και ψηφοφόρων) της πόλης.
Υ.Γ. 2: Επειδή ορισμένοι (άσχετοι προφανώς με το αντικείμενο) αναφέρονται υποτιμητικά σε όσες αρχαιότητες κρύβονται ως τώρα στη γη της Καλαμάτας, μιλώντας για «όχι μεγάλης αξίας αρχαία», θα ήθελα να αναφερθώ, ολοκληρώνοντας τις σκέψεις μου, στην περίφημη παραβολή των «ταλάντων», σύμφωνα με την οποία οι δύο πρώτοι δούλοι που έλαβαν από πέντε και από δύο τάλαντα αντίστοιχα, κέρδισαν τη «Βασιλεία των Ουρανών» χάρη στην αξιοποίηση των ταλάντων που τους έδωσε ο Κύριός τους. Αντίθετα ο τρίτος που είχε να διαχειριστεί μόνο ένα, έχασε τα πάντα, επειδή το έθαψε…
Και «ὁ νοῶν νοείτω»!

* Ο Μάριος Π. Αθανασόπουλος είναι μέλος ΕΔΙΠ στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.