Σάββατο, 26 Ιουνίου 2021 22:12

Διεθνής αναγνώριση του κορυφαίου συμπολίτη μας: Ο Μαρκ Μαζάουερ για τον Β. Παναγιωτόπουλο

Γράφτηκε από την
Διεθνής αναγνώριση του κορυφαίου συμπολίτη μας: Ο Μαρκ Μαζάουερ για τον Β. Παναγιωτόπουλο

 

Του Ιωάννη Κ. Θεοδωρόπουλου- Δικηγόρου*

Η συμπλήρωση 200 ετών από την έκρηξη της Επανάστασης του 1821 έδωσε αφορμή σειράς εκδηλώσεων του απανταχού ελληνισμού με προεξάρχουσα, στον τομέα αυτό, τη δράση της Επιτροπής «Ελλάδας 2021», που συνέστησε με συναίσθηση ιστορικού χρέους και ευθύνης ο Πρωθυπουργός της χώρας κος Κυριάκος Μητσοτάκης.

Όπως ήταν ευνόητο το βαρυσήμαντο αυτό γεγονός δεν άφησε ασυγκίνητη την διεθνή ιστορική κοινότητα, μιας και υπήρξε, μέσα στο κλίμα που διαμορφώθηκε στην Ευρώπη από την δημιουργία, το 1815, της Ιεράς Συμμαχίας, από κάθε άποψη ανησυχητικό για τα υπάρχοντα δεδομένα.

Υπ΄ αυτό το πρίσμα η ελληνική εξέγερση υπήρξε ενέργεια μείζονος σπουδαιότητας, με ορατές τις συνέπειές της για το Ευρωπαϊκό status της εποχής. Και τούτο γιατί, καθιστούσε όχι απλά ριψοκίνδυνη, αλλά φάνταζε έως και αδύνατη, οιαδήποτε πράξη που θα συνέτεινε στην ανατροπή της «καθεστηκυίας τάξεως» πραγμάτων.

Επομένως, το κίνητρο, απόλυτα εύλογο, έγκυρων και καταξιωμένων ιστορικών ερευνητών, να ενσκύψουν στην έρευνα της Επανάστασης του ’21 υπήρξε απόλυτα εύλογο.

Με περισσή υπευθυνότητα και εξαντλητική αξιοποίηση των πηγών, διάσημοι και καταξιωμένοι ιστορικοί εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους να προσεγγίσουν υπεύθυνα το τόσο σημαντικό αυτό γεγονός.

Μια τέτοια βαρύνουσα προσέγγιση είναι και αυτή η οποία προήλθε από τον κορυφαίο σύγχρονο ιστορικό, Καθηγητή Μάρκ Μαζάουερ, ο οποίος σε σχετικό άρθρο του, στην εγνωσμένου κύρους Αθηναϊκή Επιθεώρηση του Βιβλίου «The Athens Reveue of books», τεύχος Ιουνίου, σελ. 16- επ., παρουσιάζει, σε σχετικό άρθρο υπό τον τίτλο «Σκέψεις για την Επανάσταση» και υπότιτλο «Η Ελληνική Ανεξαρτησία του 1821 και η ρητορική», διεισδυτικές, και γόνιμες στον ιστορικό διάλογο, απόψεις.

Στο περιεχόμενο του άρθρου αυτού γίνεται μνεία, και ειδική αναφορά, σε σπουδαίους Ελληνες ιστορικούς, οι οποίοι με το έργο τους έχουν συμβάλει, ουσιαστικά, στην έρευνα και τα εξ αυτής προκύπτοντα συμπεράσματα, που σχετίζονται με την περίοδο της  Ελληνικής Εθνεγερσίας.

Προέχουσα θέση, στην μελέτη αυτή του κορυφαίου Άγγλου ιστορικού, που υπηρετεί ως Καθηγητής της Ιστορίας στο φημισμένο Πανεπιστήμιο Κολούμπια των Η.Π.Α., έχει η παρουσίαση του έργου του εκλεκτού, και διεθνώς καταξιωμένου, συμπολίτη μας, Βασίλη Π. Παναγιωτόπουλου, που, μόλις πρόσφατα, και με αφορμή τον εορτασμό των 200 ετών από την Επανάσταση του 1821, η Ακαδημία Αθηνών, με ομόφωνη απόφασή της, του απένειμε Βραβείο για το σύνολο της προσφοράς του στην ιστορική έρευνα του Ελληνισμού και την προώθηση των ιστορικών σπουδών στη χώρα μας.

Η αναγνώριση του έργου του εκλεκτού συμπολίτη μας από έναν διαπρεπή, διεθνούς κύρους, ιστορικό, περιποιεί ιδιαίτερη τιμή για την πόλη της Μεσσήνης, και επιβεβαιώνει τον αντίκτυπο και την σημασία του συνολικού έργου του Βασίλη Παναγιωτόπουλου σε διεθνές ιστορικό επίπεδο.

Το μνημονεθέν άρθρο του Μαρκ Μαζάουερ περιέχει βαθυστόχαστες εκτιμήσεις, αποτέλεσμα μακράς, επίπονης και αποδοτικής έρευνας του συγγραφέα, με αναφορές σε πτυχές της σύγχρονης και νεώτερης ιστορίας του τόπου μας, που νομίζω ότι αξίζει, για την πληρότητα του κειμένου μου, να παρατεθούν αυτούσιες.

Γράφει ο Μαρκ Μαζάουερ, περί της Φιλικής Εταιρείας, την μυστική συνωμοτική οργάνωση που συγκροτήθηκες την Οδησσό το 1814, ότι είναι εκείνη που έθεσε τα θεμέλια της Επανάστασης. Και συνεχίζει: « ….Δεν ήταν η μεγαλύτερη από τις μυστικές οργανώσεις που ανησυχούσαν τη ιερή Συμμαχία εκείνα τα χρόνια, αλλά ήταν σίγουρα η πιο επιτυχημένη. Θα μπορούσαν άλλες οργανώσεις να ισχυριστούν ότι κέρδισαν μια εθνική ανεξαρτησία; Οι λόγιοι ιστορικοί της Ελλάδας, για τους οποίους η νεωτερικότητα ήταν συνώνυμη με τον Διαφωτισμό, άλλοτε επικεντρώνονταν στις υψηλές προσωπικότητες, κυρίως τους γηραιότερους Έλληνες σοφούς που έγραψαν σοβαρά κείμενα και ήταν σε στενή επαφή με τους ομολόγους τους μεταξύ των φιλοσόφων του Παρισίου, του Λονδίνου και του Γκέτινγκεν. Η νέα έρευνα επικεντρώνεται στους νεώτερους άνδρες στην πρώτη γραμμή των μαχών, στις «δευτερεύουσες» μορφές (όπως τους περιγράφουν δύο μελετητές) που υπηρέτησαν την Επανάσταση ως «γραφιάδες», συντάσσοντας διακηρύξεις και ενεργώντας ως κρίσιμοι διαμεσολαβητές μεταξύ των τοπικών αγωνιστών και της διεθνούς σκηνής. Οι μεγάλες ιδέες παραχωρούν την θέση τους στην ισχύ των δικτύων που ήταν η συνταγή για την επαναστατική επιτυχία των Ελλήνων».

Ως προς τον Βασίλη Παναγιωτόπουλο, και την συνεισφορά του στην έρευνα για τα γεγονότα της περιόδου της Επανάστασης, τονίζει, επιγραμματικά, τα παρακάτω, που από μόνα τους αποτελούν αψευδή μαρτυρία του εύρους, αλλά και της εγκυρότητας, των ιστορικών πονημάτων του Βασίλη Παναγιωτόπουλου:

«Ένα από τα καλύτερα έργα αυτού του είδους είναι η μελέτη του Βασίλη Παναγιωτόπουλου (2019), για μια σχετικά άγνωστη προσωπικότητα που ονομάζεται Κωνσταντίνος Καντιώτης.  Ο συγγραφέας, τώρα σχεδόν στα ενενήντα του χρόνια, ανήκει στην γενιά των αριστερών που αναμόρφωσαν το επάγγελμα του ιστορικού στην Ελλάδα μετά το 1974 και μετέτρεψαν την χώρα σε αυτό που είναι σήμερα- σίγουρα μια από τις κορυφαίες παραγωγούς ποιοτικά υψηλής κατά κεφαλήν ακαδημαϊκής ιστορίας. Έχοντας επιμεληθεί την δημοσίευση των αρχείων του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, ένα εξαιρετικά περίπλοκο εγχείρημα, ο Παναγιωτόπουλος έστρεψε πρώτα την προσοχή του σε δύο Φαναριώτες πρίγκιπες που ενεπλάκησαν στην Εταιρεία, και στην συνέχεια στον Καντιώτη, ένα είδος φιγούρας σαν τον Ζέλιγκ, που περιβάλλεται από μυστήριο. Πως μπορεί να εξηγηθεί η παρουσία αυτού του άνδρα, βοηθού του Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Καποδίστρια- που υποτίθεται ότι ήταν ορκισμένος εχθρός της Εταιρείας- στην ίδια την Εταιρεία, και έπειτα όχι μόνο στην ίδια την Εταιρεία αλλά στην αντιπροσωπεία που αυτή έστειλε στον Μοριά το καλοκαίρι του 1821 για να αναλάβει την εκεί εξέγερση; Ο βίος του «ελάσσονος» Καντιώτη αποκαλύπτεται τελικά ότι έχει κάποια σημασία, ενώ ο αναγνώστης, καθοδηγούμενος διακριτικά από τον συγγραφέα, προσπαθεί να συμπληρώσει κενά στην ιστορική αφήγηση».   

  

* Ο Ιωάννης Κ. Θεοδωρόπουλος είναι πτυχιούχος του Ινστιτούτου Ανωτάτων Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.


NEWSLETTER