Είναι γνωστό πως την πρωτομαγιά (φέτος από 15 Απρίλη) αρχίζει η αντιπυρική περίοδος, όπου προσδιορίζονται και αναλαμβάνονται συγκεκριμένα μέτρα, ενέργειες, και δράσεις, με στόχο την αποτροπή των πυρκαγιών, στόχος που η μέχρι τώρα πρακτική έχει δείξει πως δεν επιτυγχάνεται, παρά τις καλές προθέσεις, τους σχεδιασμούς και τις διακηρύξεις.
Πριν από την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου οργανώνονται συσκέψεις επί συσκέψεων, σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο, με τη συμμετοχή εκπροσώπων από τον στενό και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, με σκοπό τη διαπίστωση των ενεργειών στο επίπεδο της πρόληψης αλλά και της προετοιμασίας και της ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού. Γνωστό είναι επίσης πως αυτές οι συσκέψεις συνήθως κυριαρχούνται από αυτοεπαίνους, γενικολογίες και διαβεβαιώσεις χωρίς αντίκρισμα, με την παρουσία πάντα των μέσων ενημέρωσης, ώστε οι πολίτες να εφησυχάζουν και να θεωρούν ότι τα πάντα είναι υπό έλεγχο, ότι οι “φύλακες’’ γρηγορούν, ότι το κακό δεν θα συμβεί ή δεν θα ‘’περάσει”. Γίνεται, δηλαδή, καταφανής προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης για τους γνωστούς λόγους.
Όμως, η εμπειρία διδάσκει πως η Ελλάδα πυρπολείται κυριολεκτικά κάθε χρόνο και, ενώ στις συσκέψεις και στις δηλώσεις όλα παρουσιάζονταν ως τέλεια, στην εκδήλωση της πυρκαγιάς διαπιστώνεται πως κάποιες υδατοδεξαμενές δεν έχουν νερό, πως τα πρανή των δρόμων δεν έχουν καθαριστεί, πως οι δασικοί δρόμοι πρόσβασης έχουν γίνει άβατοι, πως στα δάση δεν έχει γίνει αποψίλωση εδώ και δεκαετίες, πως η συνεργασία συναρμοδίων είναι δύσκολη, πως η ΔΕΗ, πως, πως… Και τότε, ο καθένας φροντίζει για τη δική του “κάλυψη’’, επιρρίπτοντας την ευθύνη στον άλλο.
Πέρα από την απόλυτη συγκεκριμενοποίηση της δράσης και της ευθύνης κάθε φορέα, αποτελεί πρωταρχική ανάγκη η επιλογή των πλέον κατάλληλων προσώπων στον τομέα της πολιτικής προστασίας, ικανών να συνεργασθούν, να εισηγηθούν μέτρα πρόληψης, να αντιληφθούν, να δράσουν γρήγορα, να συντονίσουν, να καινοτομήσουν.
Χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω την ικανότητα και την προσφορά κανενός, επιθυμώ να αναφερθώ ονομαστικά στην πολύχρονη και πανθομολογούμενη προσφορά στα θέματα πολιτικής προστασίας του κ. Βασίλη Χαντζή, δασικού υπαλλήλου, με διδακτορικό και πληθώρα ουσιαστικών προσόντων.
΄Ετσι, στο δήμο Καλαμάτας, ως γενικός γραμματέας πάνω από δέκα χρόνια, συνέβαλε καθοριστικά, ώστε ο δήμος σήμερα να διαθέτει τη δεύτερη σε δυνατότητα υπηρεσία πυρόσβεσης στο νομό, με εκπαίδευση των υπαλλήλων, στόλο 20 οχημάτων, δεξαμενές πυρόσβεσης και δωρεάν προμήθεια και φύτευση χιλιάδων δέντρων από δασικά φυτώρια. Εξάλλου, ως συντονιστής πολιτικής προστασίας στην περιφέρεια, οργάνωσε τη δημιουργία πέντε κέντρων πολιτικής προστασίας, με όλα τα αναγκαία υλικά, πρότεινε (και έγινε) την αγορά βαρέων οχημάτων για την αποψίλωση πρανών, μελέτησε και προώθησε την κατασκευή δεκάδων δεξαμενών πυρόσβεσης, συνεργάσθηκε και εισηγήθηκε τη στήριξη σε μέσα των εθελοντικών οργανώσεων, συνέταξε μελέτες για την κατασκευή ή τη συντήρηση δασικών δρόμων, καθοδήγησε, συνεργάσθηκε, ήταν πάντα παρών, όπου χρειάσθηκε, κερδίζοντας την αναγνώριση και την εμπιστοσύνη όλων των εμπλεκομένων στη διαδικασία πρόληψης και πυρόσβεσης. Κι όλα αυτά και πολλά άλλα, χωρίς διπλομισθίες ή διάθεση προσωπικής προβολής.
Τα γράφω αυτά ως υποχρέωση για την προσφορά και την αίσθηση του καθήκοντος ενός πανάξιου υπαλλήλου, από τους πολλούς και αναξιοποίητους που υπηρετούν και σήμερα στο δημόσιο. Και έχουμε καθήκον ως κοινωνία να απαιτήσουμε την αξιοποίηση στις ηγετικές θέσεις των ικανών και των άξιων υπαλλήλων και στελεχών, και υπάρχουν πολλοί μέσα στο δημόσιο, όπου και κατά κανόνα κυριαρχούν τα ρουσφέτια, η ψηφοθηρία και οι αυλοκόλακες.
Να ελπίσουμε και να προσπαθήσουμε, ώστε φέτος τα πράγματα να ‘ναι καλύτερα.