Ομορφαίνουμε το σήμερα μέσα από την ευοίωνη προοπτική για το αύριο και την ελπίδα που ανακύπτει από την διεξοδική ανάλυση του χθες, με απώτερο στόχο να αποφύγουμε τα λάθη και τις παραλείψεις, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει αυτόματα ότι εισαγόμαστε σε έναν καινούργιο κόσμο.
Αυτός βρίσκεται ακόμη σε πολύ μεγάλη απόσταση για να μπορέσουμε να ισχυριστούμε ότι κάτι μπορεί να αλλάξει δραματικά. Και αυτός ο κόσμος μάλλον είναι αλλού.
Οι αλλαγές που συντελούνται είναι συμβολικές και όχι ουσιώδεις από την στιγμή που το ενδιαφέρον δεν εστιάζεται στην φαντασιακή εμπειρία που έκανε κάποιους λαούς του παρελθόντος να πιστέψουν στο αδύνατο. Που εναρμονίστηκαν αλλά δεν έμειναν σφηνωμένοι στην εμπειρία της αντίστασης.
Και δεν μιλώ απλά για τις εξεγέρσεις του χθες αλλά για την αφύπνιση εκείνη που μεταλαμπάδευσε στις ακόλουθες κοινωνίες την πίστη και την εμμονική αφοσίωση σε υπερβατικά ιδανικά και αξίες, παρά το γεγονός ότι όλα αυτά χάθηκαν στο πέρασμα του χρόνου.
Η συνολική εικόνα των σημερινών κοινωνιών δεν επιβραβεύει βέβαια τον κάθε οραματιστή καθώς ο αριθμός τους εκλείπει από το επικαιροποιημένο αλλά πολλαπλώς συστηματοποιημένο Πάνθεον της ιστορίας.
Δεν συμβαδίζει δηλαδή όραμα και συμβιβασμός, παρέκκλιση και πραγματισμός, ουτοπία και γήινη εμπειρία ενός κόσμου που ποτέ δεν άντλησε από την αποτυχία παρά εναπόθεσε την τύχη του σε ένα αφηρημένο και δυσπρόσιτο σύστημα εξουσίας, στο οποίο έχει μεγάλο μερτικό ευθύνης και συμμετοχής.
Το νέο λάθος που επαναλαμβάνεται σήμερα οδηγεί ακριβώς στους ίδιους και απαράλλαχτους κόσμους γιατί δεν δόθηκε ποτέ η απάντηση στο τι γίνεται μετά τα οδοφράγματα και τις συγκρούσεις σε εξωτερικό και εσωτερικό κόσμο.
Οι άνθρωποι δεν έμαθαν από τα λάθη τους και υπέπεσαν και πάλι στο ίδιο σφάλμα διότι η απαγκίστρωση από το φαντασιακό της αυτόνομης σκέψης βολεύει την ίδια τους την τάση για μονομερή υπεροχή, μια μεγάλη δυσάρεστη αλλά κραταιά κληρονομιά της επαναπαυμένης αστικής τάξης, μια δωρεά στο μείζον αρχικά αλλά ελάσσον στην συνέχεια προλεταριάτο που έγινε η νέα εξουσία και που πέτυχε κάποτε την ολική κατάρρευσή του.
Εμβρόντητοι λοιπόν οι πολίτες σήμερα ψάχνουν να κρατηθούν από συνθήματα και ευρηματικά σλόγκαν, από φραστικές ατάκες και ηττοπαθή ή απερίσκεπτα νοήματα για να πει κανείς πως σημειώθηκε έστω και κάποια σχετική πρόοδος.
Μη ενστερνιζόμενοι λοιπόν το σιγάν ως κρείττον εστί του λαλείν, την ουσία αυτής της φράσης, μην αδράχνοντας την ευκαιρία για να εκφράσουν τους προβληματισμούς τους, δεν παύουν την φλυαρία ούτε σιωπούν μετά από σκέψη για το διαφορετικό, παρά φαντάζουν βουβοί και ακίνητοι, εκπέμποντας σήμα απόγνωσης για αυτό που διαβιούν και που οι ίδιοι αναπαράγουν και συντηρούν.
Ακόμη και οι πιο πολυπληθείς συγκεντρώσεις του λαού κρύβουν επιμελώς το έλλειμα στοχοθέτησης και τα όρια ανοχής. Μια μέρα, δύο, τρεις, οι εικόνες δεν αλλάζουν το τοπίο της παθητικότητας. Λένε πως το σήμερα ομορφαίνει γιατί κάτι κινείται, πως η δημοκρατία επιζητείται, πως υπάρχουν κρυφά ανοίγματα προς την αδιαπραγμάτευτη ψυχή που δεν ανέχεται το άδικο.
Στην πραγματικότητα όμως το άδικο είναι ψυχικά διαπραγματεύσιμο από την στιγμή που περνά ατιμώρητο μέσα από την ικανοποίηση της ατομικότητας. Το θέλω δηλαδή είτε είναι λάθος είτε σωστό, παραμένει αδιαπραγμάτευτο όταν αφορά την ατομική επιβολή και ανεξαρτησία. Τι απομένει λοιπόν; Το να παρελαύνει κανείς συνθηματολογώντας για πράγματα που κατουσίαν απεχθάνεται όταν εμβάλλει το ατομικό στοιχείο και δομούνται καταλλήλως οι προτεραιότητες.
Τα λάθη το παρελθόντος λοιπόν, γίνονται λάθη του παρόντος που υποθηκεύουν ένα εξίσου σφαλερό μέλλον. Για όλους αυτούς τους λόγους τις μεγάλες στιγμές της ιστορίας τις φιλοτέχνησαν οι λίγοι. Αυτοί που αναζήτησαν παράπλευρες οδούς.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό της δημοκρατίας; Δεν μπορώ να βρω την απάντηση. Αν ο πλατωνικός Θεός των ιδεών βρήκε λύση στην πολιτεία των φιλοσόφων, ούτε και αυτό μπορώ να το πω. Αν είναι η μετριότητα το χαρακτηριστικό στοιχείο της εποχής, αυτό ισχύει από δεκαετίες τώρα.
Είναι τελικά συμβολικές οι αλλαγές ή μήπως δεν υπάρχουν καν αλλαγές; Είναι η διαμαρτυρία κατ΄επιλογήν δικαίωμα που σταματά στην τοίχο της απαξίωσης ενός συνολικού πλάνου για την κοινωνία, ή απλά η επόμενη μέρα αναδεικνύει το πρόβλημα της υστεροφημίας και του από πολλούς πόλους εκπεφρασμένου Υπερεγώ ως ο κληρονόμος του Οιδιπόδειου συμπλέγματος;
Εκεί εμφιλοχωρούν οι ηθικές προσταγές και η εκπαίδευση, ο νεποτισμός και η διαιώνιση του ατομικού αφηγήματος, μαζί με πολλά άλλα.
Οι απορίες μπορούν να συνεχίσουν επ΄αόριστον, να μονοπωλούν τα γραπτά, τις ερμηνείες και τις δοξασίες. Το τελευταίο και το πιο κρίσιμο ερώτημα όμως σχετίζεται με το που ανιχνεύεται ο νέος και διαφορετικός κόσμος, πόσο βοηθούν στην ανεύρεσή του η ελπίδα και τα λάθη του παρελθόντος, αν τελικά το αδύνατο είναι προσεγγίσιμο από την κοινωνία.
Πολλές φορές τα ερωτήματα δεν έχουν απάντηση μιας και βρισκόμαστε στην διαδικασία της ανίχνευσης.
Η ίδια η πορεία με τα ίχνη, το γεγονός της πόρευσης που παρακάμπτει το σωστό και το λάθος, το πρέπον και το απρεπές, αυτή όλη η διαδικασία ίσως να είναι ο πρώτος και τελευταίος λόγος του ανθρώπου για την κατάκτηση της ελευθερίας.
Για να μην χαθούν όλα για μια ακόμη φορά άδοξα στο πέρασμα του χρόνου.
Για να είναι ο χρόνος το φαντασιακό όραμα της ζωής. Αυτό που αχνοφέγγει αλλά δεν φωτίζει τις συνειδήσεις.