Δευτέρα, 31 Μαρτίου 2025 18:49

Η προεπαναστατική Καλαμάτα

Γράφτηκε από τον

Η προεπαναστατική Καλαμάτα

Με τον Ηλία Μπιτσάνη

Και τώρα που τελείωσαν οι «πανηγυρικοί» και οι «αναπαραστάσεις» μπορούμε να δούμε και την ιστορία. Και ιστορία δεν είναι οι «παραδόσεις» που διαμορφώνονται ανάλογα με την εποχή, δεν είναι τα «μυθιστορήματα» που περισσεύουν για τις μεγάλες στιγμές του τόπου, δεν είναι οι σύγχρονες μυθοπλασίες παλαιών αφηγήσεων. Ιστορία είναι η «πηγή», είναι οι καταγραφές εκείνων που έζησαν την εποχή, είναι τα ιστορικά αρχεία, είναι τα συμπεράσματα των ερευνητών που προσεγγίζουν με την εποχή με τα εργαλεία της επιστήμης της ιστορίας. Η προεπανασταστική Καλαμάτα και η γνώση της, είναι πολύ σημαντική για την κατανόηση των όσων σχετίζονται με την επανάσταση.
 Ενα πλήθος στοιχείων για την προεπαναστατική Καλαμάτα έχει φέρει στο φως της δημοσιότητας ο σημαντικός καλαματιανός μελετητής της τοπικής ιστορίας αείμνηστος Νίκος Ζερβής. Ο Αγγλος περιηγητής William Martin Leake που φτάνει στην Καλαμάτα το 1805 δίνει στοιχεία για τον πληθυσμό της πόλης και τη διοίκησή της: “Η Καλαμάτα με τα “Καλύβια” της έχει 400 οικογένειες, από τις οποίες 6 μόνον είναι τουρκικές. Η διοίκηση βρίσκεται στα χέρια των προκρίτων Ελλήνων και ο Βοεβόδας μετατίθεται με ευκολία σε οποιαδήποτε παράπονά τους [...] Ενας Αλβανός μπουλούκμπασης και 40 άνδρες συντηρούνται από την πόλη για να τη φυλάνε από τους κλέφτες [...] οι άνδρες αυτοί τελούν υπό την διοίκηση των αρχόντων”.
Ο μηχανικός Ιωάν. Σταμπολτζής μας δίνει μια εικόνα της πόλης μετά την απελευθέρωση με βάση τοπογραφικό διάγραμμα του 1836 που συντάχθηκε από τη Γαλλική Επιστημονική Αποστολή και από την περιγραφή αποτελεί και την προεπαναστατική της εικόνα, με ορισμένα σπίτια να είναι πλέον ερείπια. Σύμφωνα με αυτό η πόλη εκτεινόταν γύρω από το κάστρο στον ελεύθερο χώρο που άφηνε ο Νέδοντας, η ανατολική όχθη του οποίου έφτανε κοντά στους Αγίους Αποστόλους και την Αναγνωσταρά. Και κατά μήκος του λόφου που “σβήνει” προς το νότο μέχρι τη συμβολή Δημακοπούλου και Βύρωνος νοτιοανατολικά και την περιοχή της Ηλέκτρας νότια. Γύρω από το κάστρο ήταν χτισμένα τα αρχοντικά – πύργοι της εποχής και ένα μικρό δρομάκι οδηγούσε από την είσοδο του κάστρου μέχρι τους Αγίους Αποστόλους μέσω της Μπενάκη, περνώντας από το σημείο που βρίσκεται η Υπαπαντή. Στην ανατολική πλευρά υπήρχαν αγροτικές εκμεταλλεύσεις με πιο γνωστή τη “μεγάλη φυτεία της Μπενάκαινας” που είχε ως κέντρο τη σημερινή Φυτειά. Στη δυτική πλευρά η πόλη συνόρευε με το Νέδοντα και στην απέναντι όχθη κατά την περιγραφή του Leake ήταν τα “Καλύβια” της, μια αγροτική περιοχή απέναντι από τον οικιστικό πυρήνα περί το κάστρο: “Στη δεξιά όχθη του ποταμού είναι το μικρό προάστιο “Καλύβια” του οποίου οι μύλοι και οι κήποι εφοδιάζονται με νερό από το ποτάμι με τεχνητό αυλάκι”.
 Ο Αγγλος περιηγητής αναφέρεται και στο λιμάνι: “Πριν τη Γαλλική Επανάσταση έφταναν στην Καλαμάτα πλοία, κυρίως Γαλλικά που μετέφεραν δημητριακά, δέρματα μαροκινά, μετάξι και μπαμπάκι της Μεσσηνίας στη Μασσαλία. Σήμερα επισκέπτονται το λιμάνι Σλάβοι, Αλβανοί και νησιώτες της Ελλάδας. Το αγκυροβόλημα στη θαλάσσια περιοχή της Καλαμάτας γίνεται μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες. Μετά το Σεπτέμβριο, τα πλοία καταφεύγουν, για λόγους ασφαλείας, στον Αλμυρό. Δεν αναφέρεται όμως στο γεγονός ότι υπήρχε οικισμός στην Παραλία ήδη από εκείνη την εποχή, στην περιοχή της σημερινής Ανάληψης όπου βρισκόταν το μικρό λιμάνι και λειτουργούσε το τελωνείο (γι' αυτό και το όνομα Παλιά Ντουάνα). Υπήρχαν ακόμη μαγαζιά, αποθήκες, η αλαταποθήκη και αναπτύσσονταν εμπορικές δραστηριότητες. Ενώ κοντά στο Νέδοντα υπήρχαν τα βυρσοδεψία γιαυτό και η πρόσθετη ονομασία “Ταμπάκικα”.
 Θα πρέπει να σημειωθεί η σημαντική γεωγραφική θέση της πόλης που μπορούσε να εξυπηρετήσει εμπορικές συναλλαγές με τη Δυτική Μεσόγειο, ενώ παράλληλα ήταν σταθμός στη ρότα ιστιοφόρων πλοίων από λιμάνια του Αιγαίου Πελάγους προς τα ιταλικά και γαλλικά εμπορικά λιμάνια. Οι πληροφορίες των περιηγητών που επισκέφθηκαν την Καλαμάτα στις αρχές του 19ου αιώνα αναφέρουν ως βασικά προϊόντα εξαγωγής τα μεταξωτά υφάσματα, τα σύκα (σε τσαπέλες) και τα δέρματα. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πρωτογενής παραγωγή (γεωργία και κτηνοτροφία). Ο Leak σημειώνει μάλιστα ότι “σχεδόν σε κάθε σπίτι στην Καλαμάτα έχει ένα δωμάτιο για τη σηροτροφία” και παρουσιάζει μια πλήρη εικόνα τις διαδικασίας παραγωγής μεταξιού. Ταυτόχρονα όμως υπάρχουν μικρές μονάδες που επεξεργάζονται αυτή την παραγωγή, ο William Gell μάλιστα που επισκέφθηκε την πόλη το 1805 αναφέρει ότι “από το ερειπωμένο σπίτι της οικογένειας Μπενάκη πήγαμε σε ορισμένες βιοτεχνίες της Καλαμάτας”. Ο ίδιος κάνει αναλυτική περιγραφή του τρόπου παραγωγής των δερμάτων, των σύκων σε τσαπέλες και των μεταξωτών δίνοντας ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες.
 
Αναφερόμενος ο Leak στις “κυρίως εξαγωγές του καζά αναφέρει:
1. Ακατέργαστο μετάξι κατά μέσο όροι 7.000 οκάδες. Μεταφέρεται κυρίως στο Τουρίνο, Σμύρνη, Χίο, Κωνσταντινούπολη, Σκόδρα και Ιωάννινα. Στα τελευταία μέρη γίνεται δαντέλα για αλβανικές φορεσιές.
2. Σύκα που παράγονται στις περιοχές της Αντρούσας και του Νησιού από αυτά, 2 εκατομμύρια σχεδόν “τζαπέλαις” εξάγονται το χρόνο. Η μισή παραγωγή στέλνεται στην Τεργέστη και η υπόλοιπη στην Ελλάδα και την Αλβανία, με εξαίρεση ενός φορτίου στη Μάλτα. Τα σύκα είναι κατώτερα μόνον από εκείνα της Σμύρνης.
3. Λάδι που παράγεται στα κοντινά περίχωρα της Καλαμάτας. Σε καλή χρονιά η ποσότητα που εξάγεται ανέρχεται σε 6.000 βαρέλια, Καταναλώνεται κυρίως στην Ελλάδα.
Με τα δεδομένα της εποχής πρόκειται για εξαγωγή σημαντικών ποσοτήτων, ενώ αξιόλογη ήταν η εξαγωγή κατεργασμένων δερμάτων για την οποία έχει γίνει αναφορά ενωρίτερα. Είναι επίσης φανερή η εξωστρέφεια του καλαματιανού εμπορίου και οι σχέσεις του με σημαντικά κέντρα.
 Παράλληλα αναφέρει ότι “Η Καλαμάτα δεν είναι μόνο το λιμάνι του εξαγωγικού εμπορίου για τις περιοχές της Αντρούσας, Λοντάρι και ακόμη του Μυστρά όταν οι δρόμοι είναι ασφαλείς, είναι και το κύριο μέρος για την ανταλλαγή των εμπορευμάτων ανάμεσα στο εσωτερικό του Μοριά και της νότιας ακτής. Κάθε Κυριακή γίνεται αγορά στην οποία φέρνουν για πούλημα από τις περιοχές της Καρύταινας, Λιοντάρι, Αρκαδιάς, Αντρούσας, Τριπολιτζάς και Μυστρά αραποσίτι, σιτάρι, κριθάρι, τυρί, βούτυρο, δέρματα κλπ. ή για ανταλλαγή με έτοιμα εμπορεύματα άλλων μερών της Τουρκίας ή της Ευρώπης. Η Καλαμάτα είναι και η μεγάλη αγορά για τα προϊόντα των πεδιάδων της Μεσσηνίας και των δυτικών μερών της Μάνης όπως λαδιού, σύκων, ακατέργαστου μπαμπακιού, κατεργασμένων δερμάτων κλπ.”.
Η περιγραφή της οικονομίας της πόλης υποδηλώνει ανεπτυγμένο εμπόριο με διεθνή και εσωτερικά δίκτυα που υποστηρίζεται από τη γεωργία και τη βιοτεχνία, το οποίο διενεργείται από εμπόρους που γυρίζουν τον κόσμο και αποκτούν ισχύ και επιρροή στην τοπική κοινωνία. Ηδη από τα μέσα του 18ου αιώνα εμπορική δραστηριότητα αναπτύσσει ο Παναγιώτης Μπενάκης μεγάλος γαιοκτήμονας, που εμπορεύεται μετάξι, συνιστά εμπορική εταιρεία και αγοράζει ποσοστά από εμπορικό πλοίο. Η οικογένεια Εφεσίου στήνει το εμπορικό δίκτυο Καλαμάτα-Μάλτα-Τύνιδα πριν από την επανάσταση, εξάγοντας λάδι, πρινοκκόκι, μετάξι και εισάγοντας φέσια και ξερά χταπόδια. Τα προϊόντα προωθούσαν εμπορικά από την Τρίπολη της Αρκαδίας έως τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη. Ετσι στη Μεσσηνία σύμφωνα με τον Αθανάσιο Φωτόπουλο  “ο θεσμός της αυτοδιοίκησης αναπτύχθηκε σε σημαντικό βαθμό, γιατί σε αυτό βοήθησε η δραστηριότητα μερικών Ελλήνων στον εμπορικό τομέα με συνακόλουθο την οικονομική ευρωστία και την πολιτική δύναμη. Βέβαια, η παρουσία ισχυρών οθωμανικών οικογενειών και η μόνιμη διαβίωση Τούρκων δεν παρεμπόδισαν, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις (όπως για παράδειγμα στην επαρχία Ανδρούσας), την ανάδειξη προυχοντικών οικογενειών, ορισμένες από τις οποίες συνέδεσαν το όνομά τους με ιστορικές στιγμές του τόπου”.
 Σε αυτό το πλαίσιο ορισμένοι καλαματιανοί έμποροι μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της οργάνωσης στην Καλαμάτα και την ευρύτερη περιοχή της Μεσσηνίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε την τραγική στην κατάληξή της περίπτωση του Καμαρινού Κυριακού ο οποίος το 1818 ταξίδεψε για εμπορικούς σκοπούς στην Κωνσταντινούπολη και τη Ρωσία. Στην Κωνσταντιντούπολη γνωρίστηκε με τον Παπαφλέσσα, τον Αναγνωσταρά και τον Ξάνθο. Ο πρώτος τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία και αυτός στη συνέχεια μύησε τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και πολλούς καλαματιανούς. Ο Ιωάννης Καμαρινού Ψάλτης ήταν έμπορος και ταξίδευε στην Κωνσταντινούπολη, τη Μολδοβλαχία και τη Ρωσία. Μυήθηκε από τον Αναγνωσταρά το 1818 όταν βρισκόταν στην Οδησσό. Είναι κάποιες ενδεικτικές περιπτώσεις εμπόρων που μυήθηκαν μέσα από τις επαφές τους στα κέντρα δράσης της Φιλικής Εταιρείας. Και έτσι σύμφωνα με τον Γεώργιο Σακκά “οι καλαματιανοί έμποροι είχαν πάρει το μήνυμα της μελετώμενης εξέγερσης στα διάφορα ταξίδια που έκαναν στο εξωτερικό και το είχαν μεταφέρει, σαν απόστολοι της Φιλικής, στον τόπο τους, μυώντας τους συγγενείς και φίλους τους που έμεναν στην Καλαμάτα ή τη Μάνη. Γι' αυτό, μελετώντας τα διάφορα αρχεία, βλέπουμε πως πολλοί Μεσσήνιοι είχαν μυηθεί στο “Μυστήριον”, προτού ακόμη ο Παπαφλέσσας κατέβει στο Μοριά και στην Καλαμάτα”. Αξιοποιώντας οικονομική ισχύ και πολιτική επιρροή, οι έμποροι που εντάχθηκαν στη Φιλική Εταιρεία μύησαν σε αυτή και άλλους εύπορους καλαματιανούς, επεκτείνοντας το δίκτυο επιρροής της Φιλικής Εταιρείας και προετοιμάζοντας την επανάσταση.
 Ως επίλογος μια πρόταση: Οι ξένοι περιηγητές στην Καλαμάτα πριν και μετά την επανάσταση, είναι σημαντική πηγή πληροφοριών. Ο αείμνηστος Νίκος Ζερβής έχει κάνει σπουδαία μεταφραστική-ερευνητική δουλειά, δημοσιεύοντας στο «Θάρρος» ένα πλήθος κειμένων που αποτυπώνουν την εποχή. Ο Δήμος Καλαμάτας οφείλει να έρθει σε συνεννόηση με τους συγγενείς του αείμνηστου Νίκου και να προχωρήσει σε μια «έκδοση μνήμης» με όλα αυτά τα κείμενα που θα τιμά την προσφορά του στην τοπική ιστορία και θα δίνει σημαντικές πληροφορίες στους νεότερους που ενδιαφέρονται για την ιστορία.