Γράφει ο Γιώργος Δημητρούλιας, Εκδότης «το Αντίδοτο»
Η εποχή των Καισάρων έχει ήδη φθάσει και δημιουργεί τεράστιους περιχαρακωμένους γεωπολιτικούς χώρους, όπως περιέγραφε την εποχή που διανύουμε ο φιλόσοφος Oswald Spengler στο έργο του «Η παρακμή της Δύσης» πριν εκατό και πλέον χρόνια. «Η εποχή του καισαρισμού δεν χρειάζεται ούτε τέχνη ούτε φιλοσοφία» έγραφε και αυτό το είδαμε πρόσφατα με τον εμπορικό πόλεμο που ξεκίνησε ο Τραμπ.
Η ψυχρή θεολογία του δολαρίου
Στην Αμερική η οικονομία είναι κλάδος της θεολογίας. Το 1971 ο Ρίτσαρντ Νίξον αποσύνδεσε τον χρυσό από το δολάριο, δηλαδή έβαλε τέλος στην συμφωνία Μπρέττον-Γουντς που ίσχυε από το 1944, απλά επειδή το χρυσό πρότυπο για τον Αμερικανό ήταν ο ίδιος ο Θεός. Στην Βόρεια Αμερική η σύνδεση της προσευχής και της ευημερίας δίνει στον Υλισμό μια Πνευματική διάσταση, εφόσον αυτόν, τον Υλισμό, ευλογεί ο Παντοδύναμος. Ο φανατικά θρησκευόμενος είναι επιχειρηματίας και αντιστρόφως. Αυτή η υπεροχή του δολαρίου αποδεικνύει ότι το Αμερικανικό Έθνος-κράτος παραμένει κυρίαρχο σε αντίθεση με την φιλελεύθερη και αναρχική μυθολογία για το τέλος της Πατρίδας. Το χρήμα δεν ακυρώνει την πολιτική, αλλά προκύπτει από αυτή και η Αμερική έχει δημιουργήσει με το δολάριο ένα πνευματικό και πραγματικό νόμισμα.
Αυτή η ηθική του δολαρίου δημιουργήθηκε από έναν άνθρωπο που είχε διαποτιστεί από τις ιδέες του Διαφωτισμού, τον Βενιαμήν Φραγκλίνο, ο οποίος το 1776 ως πρεσβευτής στην Γαλλία ζήτησε την βοήθεια των Γάλλων εναντίον των Βρετανών, συναναστρεφόμενος με τους Μπουφόν, Χιουμ, Βολταίρο, Μιραμπό, Ροβεσπιέρο κλπ. Ο Φραγκλίνος ήταν ένας εκ των συντακτών της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας: χαρακτηριστικό παράδειγμα της εποχής που ήθελε να συνδυάσει την αρετή, τον πλούτο και την παιδεία. Έτσι ήταν ο πρώτος που πρότεινε μια ηθική του χρήματος ως θεμέλιο της νέας κοινωνίας.
Έκτοτε στην Αμερική το χρήμα είναι αδιαχώριστο με την ηθική και χαρακτηριστικά στις αρχές του 20ου αιώνα ο ιδρυτής της Στάνταρντ Όιλ, Τζον Ροκφέλερ είπε: «Ο Θεός μου έδωσε χρήματα. Η δυνατότητα να αποκτά κανείς χρήματα είναι, νομίζω, θεϊκό χάρισμα που πρέπει να αναπτύσσεται και να χρησιμοποιείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο προς όφελος του ανθρωπίνου είδους. Έχοντας λοιπόν αυτό το χάρισμα, νομίζω ότι είναι χρέος μου να κερδίζω όλο και περισσότερα χρήματα και να τα χρησιμοποιώ προς όφελος των συμπολιτών μου σύμφωνα με την συνείδησή μου».
Σήμερα ο κόσμος στην πλειοψηφία του γίνεται προτεσταντικός ή μια πουριτανική εκδοχή του προτεσταντισμού που φύεται στην Αμερική και όλοι πιστεύουν στις αρετές του χρήματος και στο χρήμα ως αρετή. Όμως είναι πολύ εύκολο στο χρήμα να αποδώσουμε εκτροπές που είναι δική μας ευθύνη. Οι χρηματιστές δεν είναι τίποτα δαιμονισμένοι που πιστεύουν σε κάποιο κακόβουλο πνεύμα και είναι θύματα κάποιων εξαιρετικά γρήγορων αλγορίθμων.
Η Πυθία της Ομάχα
Το Ίδρυμα Glide, μια φιλανθρωπική οργάνωση, διοργανώνει επί πληρωμή αρκετών χιλιάδων δολαρίων γεύματα με τον δισεκατομμυριούχο Γουόρρεν Μπάφετ, ογδόντα πέντε χρονών, με καταγωγή από την Ομάχα της Νεμπράσκα και οι συμβουλές αυτού του διάσημου επενδυτή αξίζουν χρυσάφι. Μπορεί αυτές οι συμβουλές να αποδώσουν μεγάλα κέρδη. Αλλά εδώ γεννιέται το ερώτημα: Σε τι χρησιμεύουν οι οικονομικοί αναλυτές όταν είναι αποδεδειγμένο ότι όταν ένα χαρτοφυλάκιο μετοχών το οποίο το διαχειρίζεται αναγνωρισμένη αμερικανική εταιρεία, ακόμα και αν θεωρείται σκουπίδι, στο τέλος του χρόνου θα έχει καλή απόδοση;
Αυτό μου θυμίζει το έργο του Ζολά που έγραψε στα 1891, το «Χρήμα». Περιγράφει έναν πλούσιο ηλίθιο ονόματι Αμαντιέ, ο οποίος με «μουλαρίσιο πείσμα και τύχη» έβαλε όλη του την περιουσία στους τίτλους των ορυχείων της κεντρικής Γαλλίας, που είχαν πολύ χαμηλή τιμή. Η ανακάλυψη πλούσιων κοιτασμάτων είχε ως αποτέλεσμα ο ηλίθιος Αμαντιέ να κερδίσει ένα μυθώδες ποσό από την μία μέρα στην άλλη. «Η ανόητη επιχειρηματική του κίνηση που θα μπορούσε να τον χαντακώσει τον τοποθέτησε ανάμεσα στους μεγάλους οικονομικούς εγκεφάλους». Αποτέλεσμα είναι να έρχονται διάφοροι και να ζητούν οικονομικές συμβουλές αλλά ο ηλίθιος και ονειροπαρμένος Αμαντιέ επιλέγει την στάση της Πυθίας: το μουρμουρητό και τους μορφασμούς και έτσι αφήνει τους άλλους να πασχίζουν να ερμηνεύσουν την στάση του.
Η οικονομική επίθεση των χιλμπίλιδων.
Την δεκαετία του 1950 ο κλάδος της μεταποίησης αφορούσε το 35% των θέσεων εργασίας του ιδιωτικού τομέα στην Αμερική, όταν σήμερα ο ίδιος κλάδος αφορά το 9,4% των θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Αυτοί οι λευκοί εργάτες που ήρθαν στις περιοχές των «ζωνών της σκουριάς», όπως ονομάστηκαν οι περιοχές που βρίσκονταν τα εργοστάσια που δούλευαν, είναι πλέον άνεργοι. Αυτοί οι λευκοί άνεργοι εργάτες, οι λεγόμενοι χιλμπίλιδες εξαιτίας της ιδιαίτερης ταυτότητάς τους, στήριξαν αρχικά το κίνημα της Αμερικανικής Εναλλακτικής Δεξιάς του Ντόναλντ Τραμπ. Αυτός ισχυρίζεται ότι με αυτή τη δασμολογική του πολιτική στοχεύει στην επιστροφή της μεταποίησης στην Αμερική από την οποία έφυγε προς αναζήτηση φθηνότερων εργατικών χεριών που υπήρχαν στην ανατολή.
Στις αρχές του 1900 οι ΗΠΑ πρωτοστάτησαν στην μαζική παραγωγή και ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος προκάλεσε μια τεράστια αύξηση της παραγωγικής ικανότητάς τους, ενώ παράλληλα κατέστρεψε τους ανταγωνιστές τους. Στα μεταπολεμικά χρόνια οι Αμερικανοί μπήκαν στην μεσαία τάξη και αυτό έφερε ένα άλμα στις δαπάνες για σύγχρονα καταναλωτικά αγαθά. Μετά την δεκαετία του 1960 ο ρόλος της μεταποίησης άρχισε διαρκώς να μειώνεται και εντάθηκε ο ανταγωνισμός των εγχώριων προϊόντων από προϊόντα που παράγονταν στον Τρίτο κόσμο. Έτσι, μετά το 1980 οι Αμερικανοί κατασκευαστές άρχισαν να μην μπορούν να ανταγωνιστούν τα εισαγόμενα προϊόντα και μετά την είσοδο της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, η οποία προσέλκυσε διεθνή κεφάλαια είχε ως αποτέλεσμα το 2008 να γίνει ο μεγαλύτερος εξαγωγέας του κόσμου ξεπερνώντας την Αμερική.
Οι οικονομολόγοι και οι λοιποί οικονομικοί αναλυτές αδυνατούν να προβλέψουν με σιγουριά την παγκόσμια πορεία της οικονομίας στην νέα κατάσταση η οποία δημιουργείται. Το σίγουρο όμως είναι ότι η προστατευτική οικονομία και οι δασμοί αποτελούν ένα καίριο πλήγμα στον καζινοκαπιταλισμό, με συνέπεια να τονωθούν οι Εθνικές οικονομίες, οι οποίες θα ενισχύσουν εγχώριους οικονομικούς τομείς για να ενισχύσουν έτσι την Εθνική τους οικονομία.