Δευτέρα, 16 Ιουνίου 2025 18:45

Το «κυκλοφοριακό» ως… ανέκδοτο

Γράφτηκε από τον

Το «κυκλοφοριακό» ως… ανέκδοτο

Με τον Ηλία Μπιτσάνη

Εδώ και δεκαετίες στην Καλαμάτα ακούμε για το «κυκλοφοριακό» ως θέμα προτεραιότητας αλλά στις τόσες και τόσες μελέτες που γίνονται (και θα γίνονται χωρίς αμφιβολία) δεν υπάρχει καμία κυκλοφοριακή. Και όσες παρουσιάστηκαν σας τέτοιες κάποιες στιγμές για να υποστηρίξουν πρωτοβουλίες όπως αυτή για το «ελαφρύ τραμ», δεν βασίζονταν σε πραγματικά δεδομένα αλλά σε «πειραγμένα» στοιχεία που θα τεκμηρίωναν τη βιωσιμότητα. Να μην συζητήσουμε ούτε για μελέτες συναφών ζητημάτων που έχουν αρχειοθετηθεί στο φοριαμό με τα αζήτητα, ούτε για την «εμμονή» με τον ίδιο μελετητή.

Δεν είμαι βέβαιος ότι έχει συνειδητοποιηθεί η έκταση και η σοβαρότητα του προβλήματος καθώς όχι μόνον δεν δημιουργούνται νέες θέσεις στάθμευσης αλλά μειώνονται ραγδαία. Από τη μια πλευρά η διεύρυνση των πεζοδρομίων (αναγκαία για τους πολίτες αλλά κατά κανόνα χώρος ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων), περιορίζει (μέχρι εκμηδενισμού) το «κλασσικό πάρκινγκ» των δρόμων. Χωρίς παράλληλα να δίνεται εναλλακτική λύση για την τύχη των «εκδιωκομένων» (για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει). Από την άλλη πλευρά στο παλιό σχέδιο πόλης σε σύντομο χρονικό ορίζοντα, δεν θα υπάρχει αδόμητο οικόπεδο. Γεγονός το οποίο όχι μόνον στερεί θέσεις στάθμευσης, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει τις ανάγκες με την προσθήκη νέων αυτοκινήτων που αναζητούν χώρο στάθμευσης. Αν προσθέσουμε και το «άλμα» της βραχυχρόνιας μίσθωσης των ακινήτων που φέρνει επιπλέον αυτοκίνητα σε όλη την περιοχή, γίνεται αντιληπτό πως το θέμα της στάθμευσης αποκτά νέα χαρακτηριστικά και πολύ μεγαλύτερη οξύτητα. Σκεφτείτε τι έχει να γίνει αν κάποια στιγμή προχωρήσει το «φαραωνικό αντιπλημμυρικό» και ξηλωθούν τα υπάρχοντα πάρκινγκ κατά μήκος του Νέδοντα (φυσικά αν δεν γίνει αντιπλημμυρικό με διαφορετικές προδιαγραφές στο Νέδοντα, μπορεί να ξηλώσει μόνος του τα πάρκινγκ).

«Συνελόντι ειπείν» κατά τους φιλολόγους της εποχής μας, η εκρηκτικότητα του ζητήματος της στάθμευσης επαναφέρει με οξύτατο τρόπο το ζήτημα της κυκλοφορίας στην πόλη, το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αν δεν περιοριστεί η κυκλοφορία των ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτων σε αυτή. Και κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αν δεν υπάρξουν δύο αλληλένδετες προϋποθέσεις. Η πρώτη αφορά την οργανωμένη χωροθέτηση πάρκινγκ σε επαρκείς εκτάσεις. Από τη στιγμή που οι μεγαλομανίες των αρχόντων οι οποίοι κόπτονται μόνο για να τοποθετηθεί μια πλάκα με το όνομά τους ακόμη και στην αθλιότερη «ανάπλαση», επί της ουσίας απαγόρευσαν οποιαδήποτε συζήτηση για την κατασκευή υπόγειων πάρκινγκ σε μεγάλους χώρους όμως είναι η πλατεία (και όπως συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις), δεν υπάρχει άλλη λύση από τα περιφερειακά πάρκινγκ. Τα οποία θα έχουν ως σκοπό ουσιαστικά να «αποκρούσουν» την είσοδο αυτοκινήτων στην πόλη. Ιδανικά αυτά χρειάζεται να είναι σε απόσταση πεζού από το κέντρο στο οποίο συγκεντρώνονται όλες οι υπηρεσίες (θέλεις μια σελίδα για να τις απαριθμήσεις) που αναζητούν οι πολίτες, αλλά τέτοια δυνατότητα δεν υπάρχει. Πρακτικά ως τέτοιος χώρος λειτουργεί ο χώρος της Κεντρικής Αγοράς τις ημέρες και τις ώρες που δεν διεξάγεται λαϊκή, όπου μετά τις επεμβάσεις στην Υπαπαντή και την 23ης Μαρτίου υπάρχουν στιγμές στις οποίες ούτε εκεί μπορεί να βρει κάποιος θέση στάθμευσης. Πέραν τούτου ουδέν ούτε ως υπόθεση εργασίας. Από τη στιγμή που δεν προβλέφθηκαν στο γενικό πολεοδομικό τέτοιοι χώροι σε επαφή με το όριο του σχεδίου πόλης, «πάμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα» και θεωρίες επί χάρτου. Γιατί κανένας δεν μας έχει πείσει ότι στα σοβαρά ασχολείται για να υπάρξουν τέτοιου είδους λύσεις. Οι οποίες βεβαίως θα συνοδεύονται από αυστηρούς περιορισμούς στην κυκλοφορία και τη στάθμευση στην πόλη, διαφορετικά δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα.

Προϋπόθεση για να ξεδιπλωθεί ένα τέτοιο σχέδιο, είναι η επαρκής αστική και περιαστική συγκοινωνία. Αν δημιουργήσεις ένα δίκτυο θέσεων στάθμευσης στην περιφέρεια της πόλης και θέσεις περιορισμούς στάθμευσης και κυκλοφορίας στην πόλη, θα πρέπει να δώσεις φθηνή πρόσβαση με το αστικό λεωφορείο (ανεξαρτήτως συγκοινωνιακού φορέα). Και εδώ θα χρειαστεί όχι μόνον η λύση σε επίπεδο φορέα, αλλά και η σύγκρουση με παγιωμένες αντιλήψεις ανάμεσα στους πολίτες. Το «πείραμα» με το δωρεάν αστικό από το βόρειο τμήμα της αγοράς μέχρι το κέντρο της πόλης απέτυχε παταγωδώς ακριβώς λόγω αυτής της αντίληψης. Ελάχιστοι το χρησιμοποίησαν σαν λύση και οι αιτίες είναι δύο. Από τη μια πλευρά ήταν σε απόσταση πεζού από την πόλη για εκείνους που έχουν καταλάβει ότι τα πόδια του ανθρώπου είναι για να περπατάει κάτι που είναι πολλαπλά πολύτιμο για την υγεία του. Συμπίπτει να μην είναι και πολλοί, θα ήταν μάλιστα και εκείνοι που σε μεγαλύτερη απόσταση θα χρησιμοποιούσαν το αστικό αν τους διευκόλυναν κόστος και πυκνότητα. Από την άλλη η μεγάλη πλειοψηφία προτιμάει να καταναλώνει καύσιμο τριγυρίζοντας στο κέντρο με την ελπίδα ότι θα βρει να καβαλήσει κανένα πεζοδρόμιο, θα το χώσει σε καμία διάβαση στερώντας το δικαίωμα πρόσβασης στα άτομα που την έχουν ανάγκη, θα το αφήσει σε καμιά γέφυρα που… είναι τζάμπα και πάει λέγοντας. Οπότε επιστρέφουμε στα βήματα από την αρχή: Χωροθέτηση πάρκινγκ έξω από τον οικιστικό ιστό και σε όλα τα σημεία πρόσβασης προς την πόλη, εξαγορά του χώρου και διαμόρφωσή του, μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας και της στάθμευσης επισκεπτών στην πόλη, αστική συγκοινωνία προσιτή και με μεγάλη πυκνότητα. Ο, τι δεν γίνει με τη σειρά αυτή και με διάθεση «να σπάσουν αυγά» οι άρχοντες, θα είναι «μια τρύπα στο νερό». Το ίδιο και αν παρακάμπτοντας τη λογική επιχειρηθεί απαγόρευσης κυκλοφορίας στο κέντρο για όλους εκτός των κατόχων ηλεκτρικών αυτοκινήτων, σε μια εποχή που ο μέσος πολίτης δεν μπορεί όχι να αγοράσει αλλά ούτε να συντηρήσει το συμβατικό του αυτοκίνητο.

Αλλά πάντα υπάρχει ένα… αλλά: Γιατί να γίνει όλη αυτή η διαδικασία που χρειάζεται χρόνο, χρήμα και συγκρούσεις όταν υπάρχει η δυνατότητα να φτάσει κάποιος στο κέντρο (… πιο κέντρο δεν γίνεται) με άλλο τρόπο εκτός του γιωταχί. Δεν θέλει μεγάλη σκέψη για να αντιληφθεί κάποιος ότι το κρίσιμο ζήτημα για την ανακούφιση του κυκλοφοριακού προβλήματος στην Καλαμάτα είναι ο προαστιακός σιδηρόδρομος. Μια υποδομή ηλικίας 130+ χρόνων που είναι τόσο μοντέρνα όσο δεν μπορούν να φανταστούν οι τοπικοί άρχοντες που τρέχουν από… φωτογράφιση σε φωτογράφιση αλλά δεν κάνουν απολύτως τίποτα ώστε να κινητοποιήσουν λυτούς και δεμένους για να λειτουργήσει η προαστιακή γραμμή με Μεσσήνη, σε όλο το μήκος μέχρι Κυπαρισσία και ακόμη μέχρι την Τρίπολη σε μια προοπτική. Εκείνοι που σχεδίασαν το τρένο σε μακρινές εποχές, έβλεπαν πολύ πέρα από την εποχή τους. Εβλεπαν ότι ψάχνοντας για το λιμάνι η πόλη θα έφτανε μέχρι την Παραλία και ο σταθμός θα έπρεπε να τοποθετηθεί στο κέντρο της. Και φυσικά έκαναν έναν δεύτερο σταθμό («Λιμήν») για να εξυπηρετεί την εμπορευματική και επιβατική κίνηση σε μια εποχή που η συγκοινωνία γινόταν με… ξεχαρβαλωμένες από την καταπόνηση στους χωμάτινους δρόμους άμαξες. Και είναι απορίας άξιο πως αυτή η υποδομή δεν συγκινείς κανέναν από τους άρχοντες όχι μόνον της Καλαμάτας αλλά και ολόκληρης της περιοχής. Μια πυκνή προαστιακή συγκοινωνία θα έπαιζε τεράστιο ρόλο όχι μόνον στο κυκλοφοριακό αλλά και στην αποκέντρωση και το «ξαναζωντάνεμα» οικισμών που εγκαταλείπονται καθημερινά. Ειδικά σε εποχές όμως η σημερινή με την τεράστια οικιστική πίεση στην πόλη, με τα ενοίκια να ανεβαίνουν αλματωδώς και τον μεγάλο οικιστικό πλούτο των χωριών σε προαστιακή απόσταση να εγκαταλείπεται διαρκώς. Η ανασυγκρότηση του προαστιακού θα μπορούσε να δώσει το έναυσμα για την ανασυγκρότηση της «γραμμής τρένου», τους σταθμούς της οποίας ευχερώς μπορούσαν να δημιουργηθούν επαρκή πάρκινγκ ώστε να υπάρχει πρόσβαση και από τα κοντινά χωριά που είναι πάρα πολλά. Και αναφέρομαι σε «έναυσμα» γιατί αυτό θα μπορούσε να αποδείξει το ενδιαφέρον συνοδευόμενο από ορισμένα άλλα μέτρα με κύριο την επαρκή αστυνόμευση. Βεβαίως όταν συζητάμε για προαστιακό που θα προορίζεται για τέτοια λειτουργία θα πρέπει να υπάρχει μεγάλη πυκνότητα δρομολογίων και σε αντίστοιχο χρονικό εύρος, όπως γίνεται παντού στον κόσμο.

Τώρα θα μου πείτε «καλλιγραφίες» αλλά θα σπεύσω να απαντήσω ότι δυστυχώς ως τέτοια θεωρούμε πλέον τα αυτονόητα. Σε μια εποχή που το «όραμα» ταυτίζεται με τα «ευρωπαϊκά μαντζούνια» τα οποία σερβίρουν κάθε τόσο. Σε μια εποχή που το βάρος δίνεται στις πλακοστρώσεις και όχι στις υποδομές. Σε μια εποχή που σημασία έχει η ψηφοσυλλογή και ως εκ τούτου απαγορεύονται οι συγκρούσεις με μικρότερα ή μεγαλύτερα συμφέροντα. Σε μια εποχή που ο «χαχαχουχισμός» και η (ανοήτως χρησιμοποιούμενη έκφραση) «Μασσαλία του Μοριά» έχουν γίνει ιδεολογία. Σε μια εποχή που οι άρχοντες κρατάνε στα χέρια τους όλους τους μηχανισμούς λειτουργίας μιας πόλης και τους χρησιμοποιούν για να εδραιώσουν τη θέση τους. Σε μια εποχή που η «ρήξη» με αυτές τις αντιλήψεις γίνεται «ενσωμάτωση» και εξ αυτής «υποταγή» για τους πλέον διαφορετικούς λόγους. Σε μια τέτοια εποχή τα αυτονόητα κάποτε, απασχολούν κάτι λίγους που επιμένουν να βλέπουν την πόλη χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς των «δελτίων Τύπου» και των βραβεύσεων ακόμη και για έργα που γίνονται μέσα στο ποτάμι και με άδειες που κάποιοι θα έπρεπε να «σκίζουν πτυχία».

[Στη φωτογραφία: Συγκοινωνιακό πριν από 90 περίπου χρόνια στην πόλη: Τραμ, αστικό λεωφορείο, κάρα και… περπάτημα (από το σπουδαίο λεύκωμα των ΓΑΚ Μεσσηνίας]