Δευτέρα, 15 Δεκεμβρίου 2014 12:53

Πέντε -ισμοί που μας έβλαψαν στα χρόνια της κρίσης | Θέμος Ρίζος

Γράφτηκε από τον
Πέντε -ισμοί που μας έβλαψαν στα χρόνια της κρίσης | Θέμος Ρίζος

Πέντε -ισμοί που ήταν πάντα εδώ αλλά ποτέ δεν ήταν τόσο επικίνδυνοι. Ωστόσο, σχεδόν πέντε χρόνια μετά, συζητάμε για το μέλλον της χώρας με τους ίδιους όρους.

 

Μανιχαϊσμός

«Μνημονιακοί» και «αντιμνημονιακοί», «νεοφιλελέδες» και «συριζοταλιμπάν», «προσκυνημένοι δωσίλογοι» και «λόμπι της δραχμής»: πρέπει να υπάρχουν δύο πλευρές, μόνο δύο πλευρές σε κάθε ζήτημα, από τον συνολικό προσανατολισμό της οικονομίας μέχρι την τελευταία μικροπολιτική ανοησία.

Ο δημόσιος διάλογος διεξάγεται με όρους «καλών» και «κακών»: οι καλοί είμαστε εμείς και όλοι οι απέναντι ενσαρκώνουν το Απόλυτο Κακό. Ερωτηματικά, αστερίσκοι και -φυσικά- οποιεσδήποτε ενδιάμεσες απόψεις που δεν εξυπηρετούν την ασπρόμαυρη θεώρηση ακόμη και του πιο περίπλοκου θέματος, συνθλίβονται από τους σταυροφόρους του «Πάρε θέση!». Θέσεις, όμως, νοούνται μόνο δύο- υπό το απαράβατο δόγμα «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας».

Ξερολισμός

Το κακό είναι ότι αυτές οι απόλυτες απόψεις πρέπει να εκφράζονται κυριολεκτικά σε κάθε ζήτημα. Μιλάμε για ομόλογα και spreads, πρωτογενή πλεονάσματα και ισοζύγια εξωτερικών πληρωμών, ρευστότητα των τραπεζών και επενδύσεις, σαν να συζητάμε για τις ενδεκάδες στο ντέρμπι Ολυμπιακός-ΠΑΟΚ. Στα -πραγματικά και διαδικτυακά- καφενεία εκφράζονται με σιγουριά κατόχου Νόμπελ Οικονομίας άνθρωποι που δεν μπορούν να ονομάσουν ούτε τα τρία μέλη της τρόικας.

Βέβαια, στην ελληνική εκδοχή της «αφθονίας της πληροφορίας» δεν είναι και ιδιαίτερα δύσκολο: για να μη μας στερήσει την αποψάρα του ο επίδοξος ξερόλας δεν έχει παρά να «πάρει γραμμή» για κάθε θέμα από τα ΜΜΕ της αρεσκείας του – στην καλύτερη, θα μας κοτσάρει κι ένα link (κάποιου άλλου ξερόλα) ως «απόδειξη».

Λαϊκισμός

Ευτυχώς για τους μανιχαϊστές ξερόλες, δυστυχώς για μας και τη χώρα, όταν οι συζητήσεις αγγίζουν ξώφαλτσα τα κρίσιμα ζητήματα που δε λύνονται με όρους «καλού-κακού» και links, αυτομάτως εκτρέπονται σε πιο βατά και γνώριμα μονοπάτια. Οι γενικεύσεις και οι υπεραπλουστεύσεις μας βοηθούν να αποφύγουμε δύσκολα και άβολα ερωτήματα: το πρόβλημα δεν είναι η ανύπαρκτη παραγωγική δομή της χώρας, αλλά το Μνημόνιο (ή -για τους «απέναντι»- η απειλή εξόδου από αυτό). Δεν χρειάζονται μεταρρυθμίσεις, αλλά να απαλλαχθούμε από το χρέος (ή -για τους «απέναντι»- να βγουν όπως-όπως τα νούμερα, μέχρι να έρθει η επόμενη δόση).

Κυρίως: η ευθύνη δεν βαραίνει ποτέ εμάς, αλλά τους άλλους, τους «απέναντι» και τους «συμμάχους» τους (τρόικα και διεθνές κεφάλαιο, τρομοκράτες και κάθε λογής «ξένα κέντρα αποφάσεων» μπορεί να περιλαμβάνονται σε αυτούς).

Τελικά, σχεδόν πάντα επιστρατεύονται η κινδυνολογία και ο μεσσιανισμός: με τους άλλους η χώρα θα οδεύσει στην καταστροφή, με εμάς θα ξημερώσει μια νέα ημέρα για το λαό- το λαό που φυσικά δεν φταίει σε τίποτα και δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα, παρά να μας εμπιστευθεί τυφλά.

Ωχαδερφισμός

Ο συγκεκριμένος λαός, βέβαια, βαριέται εύκολα, ειδικά τα ζητήματα που (νομίζει ότι) δεν τον επηρεάζουν άμεσα. Οι μανιχαϊστικές, ξερολίστικες και λαϊκίστικες απόψεις ανακυκλώνονται και πυροδοτούν συνεχώς παθιασμένες συζητήσεις, οι οποίες όμως δεν διαρκούν πολύ. Μαλώνουμε για το μέλλον της χώρας όπως οι γραφικοί φανατικοί Πασοκτζήδες και Νεοδημοκράτες της δεκαετίας του ’80: κάποια στιγμή, κάποιος θα πει «δε βαριέσαι, ό,τι είναι να γίνει θα γίνει» ή «ωχ αδερφέ, τζάμπα τσακωνόμαστε, όλοι τα ίδια είναι» για να πάει η κουβέντα πίσω στα αθλητικά ή τη show biz.

Μόνο που τώρα δεν διακυβεύεται η εναλλαγή των πάλαι ποτέ γαλάζιων και πράσινων στρατιών στο Δημόσιο (όσο κι αν κάποιοι έχουν ακόμη αυτή την εντύπωση), αλλά η επιβίωση της οικονομίας- δηλαδή, όλων. Ο μόνος λόγος που η συζήτηση «έγινε βαρετή πια» είναι ότι διεξάγεται με τους ίδιους όρους επί πέντε χρόνια, όχι ότι ο κίνδυνοι έχουν αποσοβηθεί.

Φασισμός

Μια κοινωνία που συζητά με όρους ποδοσφαιρικού ντέρμπι, με απίστευτη σιγουριά επί παντός επιστητού, μένοντας πάντα στην επιφάνεια και πάντα για λίγο: αυτοί είμαστε και έτσι αντιμετωπίζουμε την κρίση. Ο φανατισμός, η ημιμάθεια, ο λαϊκισμός και η αδιαφορία ήταν πάντα εδώ, αλλά στις ακραίες συνθήκες που ζούμε έγιναν το καλύτερο μείγμα για να τραφεί ο φασισμός.

Δεν είναι μόνο ο φασισμός των νεοναζί -τους οποίους, εξάλλου, σχεδόν ξεχάσαμε πριν καλά-καλά δικαστούν. Είναι ένας άλλος φασισμός, διάχυτος σε όλο το πολιτικό φάσμα, καλά κρυμμένος πίσω από όλες τις πιθανές «δημοκρατικές» απόψεις: αυτές ακριβώς που καταδικάζουν -τι ειρωνεία- ως φασιστική κάθε αντίθετη φωνή.

Κι αυτός ο φασισμός ίσως αποδειχθεί πιο επικίνδυνος. Διότι, ακόμη κι αν απαλλαγούμε από τους «πραγματικούς» φασίστες, εμείς τι θα απογίνουμε αν δεν μάθουμε να διακρίνουμε όλες τις λεπτές αποχρώσεις ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο, αν δεν σταματήσουμε να έχουμε άποψη για τα πάντα, αν συνεχίσουμε να ψάχνουμε εύκολες λύσεις και να αδιαφορούμε για ό,τι δεν καταλαβαίνουμε;

Αναδημοσίευση από το thefrog.gr


NEWSLETTER