Τρίτη, 22 Δεκεμβρίου 2015 16:05

Περιμένοντας τα κάλαντα | Γ. Αρκουλής

Γράφτηκε από την

Εφτασε λοιπόν η εβδομάδα των Χριστουγέννων και νομίζω πως επιβάλλεται να θυμίσω πως αξίζει ν’ αφήσουμε στην άκρη 

- το "κουαρτέτο" που παλιά ονομάζαμε τρόικα, 

- τους ξεχασμένους… "φτωχούληδες του Θεού", που θα μπορούσαν να ηγηθούν βαρβάτης παράταξης με τα μέλη της Λίστας Λαγκάρντ,

- την παράγκα Νο 3 στο ποδόσφαιρο, 

- τον "ξεχασιάρη" υπουργό Σταθάκη, 

- την συμπαθή -μόνο για το χτένισμά της- κυρία Τασία, 

- τις κραυγές του Αδωνι, 

- το πιθανώς αβέβαιο μέλλον του Αντωνάκη Σαμαρά, 

- τις μειώσεις των συντάξεων που έρχονται και…

…και ας αφήσουμε την σκέψη μας και την διάθεσή μας να γλυκάνουν με βάση το Πνεύμα της Μεγάλης Γιορτής.

Πάνε χρόνια τώρα, που μέρες πριν από την παραμονή μαζεύω κέρματα σε ένα μεγάλο κύπελλο. Προορισμός αυτά τα χρήματα είναι να δοθούν στην πιτσιρικαρία που θα μου χτυπήσει το κουδούνι με το τρίγωνο στο χέρι - τελευταία τα παιδιά εμφανίζονται σε μικρές ομάδες με οργανάκια κ.λπ. Ελπίζω αυτή την φορά να με θυμηθούν άφθονα παλικαράκια και παιδούλες, γιατί, εδώ που τα λέμε, πέρυσι, μολονότι ο καιρός ήταν καλός, εντούτοις, προς το μεσημέρι μόνο ένας νεαρός μου χτύπησε και με ρώτησε σε σπαστά ελληνικά "Να τα πούμε;".

Βέβαια, αυτή η μιζέρια έχει την εξήγησή της. Οι γονείς φοβούνται να αφήσουν τα βλαστάρια τους -όπως παλιά που οι κίνδυνοι ήταν σχεδόν μηδενικοί- να βγουν στους δρόμους. Ομως, σήμερα, κάθε λογής παράνομοι -κυρίως πορτοφολάδες ή πεινασμένοι ρακοσυλλέκτες που γυαλίζει το μάτι τους- κυκλοφορούν σε λεωφορεία, τρόλεϊ και βαγόνια του Μετρό. Δεν είναι να μπλέκει με αυτούς τους βασανισμένους μια παιδική, ανυποψίαστη ψυχούλα.

Τέτοιες μέρες, επίσης, τακτοποιώ στοίβες από βιβλία που από την αρχή του χρόνου με "κοιτάζουν" με παράπονο, αφού δεν καταδέχτηκα να τους αφιερώσω τη ματιά μου. Η αλήθεια είναι πως κάθε Πέμπτη, πηγαίνω σε εξαιρετικά ενημερωμένο και με καλές τιμές βιβλιοπωλείο στο κέντρο της Αθήνας (και δεν εννοώ τα φαραωνικά τύπου "Public", "Ιανός" κ.λπ.) και αγοράζω -στάνταρ αυτό- τρία έως τέσσερα βιβλία. Ετησίως, φτάνουν σχεδόν τα διακόσια και ερωτώ: αν και επενδυτής ελεύθερου χρόνου (ως συνταξιούχος), τι να πρωτοπρολάβω να διαβάσω φίλε μου;

Ετσι, μεγάλος όγκος βιβλίων -καλών ή μέτριων δεν έχει μεγάλη σημασία- υποχρεωτικά περιμένει την σειρά του, χωρίς να είναι τίποτα βέβαιο. Πάντως, δεν είναι λίγες οι φορές που επιστρέφω σε βιβλία διαβασμένα κατά το παρελθόν, γιατί νιώθω την ανάγκη να (ξανα)βυθιστώ στη μαγεία τους. Οπως για παράδειγμα στο κλασικό "1793" του Ουγκό, που περιγράφει τα κρίσιμα τελευταία χρόνια του Ροβεσπιέρου, του Δαντόν, του Μαρά, του Σεν Ζιστ και του Καμίλου Ντεμουλέν.

Την μνήμη του Κουμανταρέα τίμησα (ξανα)διαβάζοντας τα πρώτα του αριστουργήματα "Τα μηχανάκια" και την "Βιοτεχνία Υαλικών". Αναζητώντας το χιούμορ, ξανάσκυψα πάνω από τις σελίδες της "Εξαφάνισης του Πατό" του αειθαλούς, πλέον, Αντρέα Καμιλέρι (έκδοση παλιά αλλά αξεπέραστη κατά την γνώμη μου). Ο Αντώνης Σουρούνης με τον "Χορό των Ρόδων", αλλά και το "Νύχτες με ουρά", μου κράτησαν συντροφιά ζόρικες νύχτες. Οπως και ένα – δυο έργα του Γιάννη Ξανθούλη (με πρώτο στην σειρά τον "Θείο Τάκη"). Ο Ξανθούλης, παραμένει ένας από τους κορυφαίους της γενιάς του. Μόνο που κάνει κάποια λάθη, όπως πρόσφατα που θύμωσε επειδή ένα διαφημιστικό της υποψηφιότητας Μεϊμαράκη, βασίστηκε σε φωτογραφία που μοιάζει στον συγγραφέα (κυρίως η φαλακρίτσα και το τροφαντό μουστακάκι…). 

Η νέα χρονιά που πλησιάζει, θα με βρει να απολαμβάνω τον συγκεντρωτικό τόμο του Κέδρου "Βιογραφία" με τα ποιήματα του αληθινά σπουδαίου Νάσου Βαγενά. Αλλά και το τελευταίο βιβλίο των εκδόσεων Τόπος "Η κόρη του Οιδίποδα", του σκληρού, αλλά μαγικού Θανάση Σκρουμπέλου. Και οι δύο λογοτέχνες απολαμβάνουν σήμερα το ξεκίνημα της όγδοης δεκαετίας της ζωής τους, αλλά ορκίζομαι πως το κέφι τους για δημιουργία καλά θα κάνουν να το ζηλέψουν πλήθος νεοτέρων, που θέλουν να αιχμαλωτιστούν στη μαγεία (αλλά και απέραντη μοναξιά) του γραψίματος.

 

Χρόνια πολλά.