Σάββατο, 30 Ιανουαρίου 2016 16:13

Η διαλεκτική της φιλοσοφίας μετά της χριστιανικής θεολογίας των μεγάλων φιλοσοφησάντων πατέρων της Εκκλησίας μας Ι Κωνσταντίνος Νιάρχος

Η διαλεκτική της φιλοσοφίας μετά της χριστιανικής θεολογίας των μεγάλων φιλοσοφησάντων πατέρων της Εκκλησίας μας Ι Κωνσταντίνος Νιάρχος

Η κατ’ έτος επέτειος του εορτασμού των Ελληνικών Γραμμάτων την 30ήν Ιανουαρίου, ημέραν μνήμης και τιμής των Τριών Μεγάλων Ιεραρχών της Κατ’ Ανατολάς Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, εν τοις πράγμασιν συμπάσης της Χριστιανικής Εκκλησίας, αποκαλύπτει τον ύψιστον συμβολισμόν της αρμονικής σχέσεως μεταξύ της Ελληνικής κλασσικής παιδείας και της Χριστιανικής πίστεως. 

Μετά μίαν μακράν περίοδον διαλεκτικής αντιθέσεως μεταξύ φιλοσοφίας και θεολογίας, οι Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας του Χριστού Βασίλειος, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, Αθανάσιος, Δαμασκηνός, Μάξιμος Ομολογητής κ.ά, συνέβαλον αποφασιστικώς εις την αρμονικήν συνύπαρξιν της Φιλοσοφίας μετά της Θεολογίας τηρουμένων των εκατέρωθεν ιδιαιτεροτήτων. Προκαλεί όντως τον θαυμασμόν των συγχρόνων ερευνητών η βαθεία φιλοσοφική κατάρτισίς των, γνωστού όντος ότι οι Βασίλειος και Χρυσόστομος εσπούδασαν συστηματικήν ελληνικήν φιλοσοφίαν εν Αθήναις εις την Ακαδημίαν του Πλάτωνος, ο Γρηγόριος εις την αντίστοιχον Σχολήν της Αντιοχείας, ο Αθανάσιος εις την Αλεξάνδρειαν κ.λπ. Τούτου ένεκα η τοιαύτη και τοσαύτη σύνδεσις της φιλοσοφίας μετά της θεολογίας οδήγησεν μερικούς ερμηνευτάς εις την διατύπωσιν της απόψεως ότι επιβάλλεται ο διαχωρισμός των ελληνικών φιλοσοφικών εννοιών από την θεολογίαν, προκειμένου ν’ αφεθή το χριστιανικό δόγμα δίχως τας ελληνικάς θύραθεν αντιδράσεις. 

Μολονότι τα στωικά στοιχεία είναι συχνά στα κείμενα των Μεγάλων Ιεραρχών, κυριαρχεί εις αυτά το πνεύμα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους. Ως θετικόν αποτέλεσμα των φιλοσοφικών επιδράσεων είναι η διατύπωσις του χριστιανικού τριαδικού δόγματος, του ακρογωνιαίου λίθου της χριστιανικής διδασκαλίας. Η μορφή της Νεοπλατωνικής Τριαδολογίας είναι κάθετος, δηλωτική του συστήματος της «απορροής» (Εν - Νους - Ψυχή), ενώ της Χριστιανικής είναι οριζοντία, δηλωτική της «αλληλοεμπεριχωρήσεως» των προσώπων της ενιαίας ουσίας της θεότητας (Πατήρ - Υιός - Αγιον Πνεύμα), γνωστής διεθνώς ως “Interpenetration”. Επί πλέον, το ζέον πρόβλημα, συνάμα δε και ερώτημα, περί της αθανασίας της ψυχής, πέραν της πλατωνικής και αριστοτελικής επιχειρηματολογίας, εμφανίζει ισχυράν επίδρασιν και υπό της νεοπλατωνικής θεωρίας περί της επιστροφής “reversio” προς την πηγήν προελεύσεώς της, δηλονότι την θεότητα. 

Ο φιλοσοφικός στοχασμός των Τριών Ιεραρχών, καθώς και όλων των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, κυριαρχείται υπό προβλημάτων κοσμολογίας, οντολογίας και μεταφυσικής, τα οποία διεδόθησαν και εις την Δύσιν, όπου ο αριστοτελίζων θεολόγος Θωμάς ο Ακκινάτης έθεσε τα θεμέλια της φιλοσοφούσης θεολογίας της Παπικής Εκκλησίας. 

Υποστηρίζεται υπό πολλών ερευνητών διεθνώς ότι οι Τρεις Ιεράρχαι ήσαν τελείως αφοσιωμένοι εις το χριστιανικόν δόγμα· παρά ταύτα η φιλοσοφούσα διάνοιά των ήτο εξόχως θαυμαστή. Τούτου ένεκα είχον την δυνατότητα επεξεργασίας συναφών προς την θεολογίαν φιλοσοφικών προβλημάτων δίχως τον κίνδυνον της εκτροπής των εκ της ασφαλούς χριστιανικής πίστεως. Είναι πλέον ή βέβαιον ότι τα θαυμαστά συγγράμματά των αποτελούν τον θαυμαστόν πνευματικόν κόσμον των, διό και δικαίως οι 4ος και 5ος αιώνες της ακμής των παρομοιάζονται με τους 5ον και 4ον αιώνας της κλασσικής περιόδου των Ελληνικών Γραμμάτων και Τεχνών της αρχαιότητος.

Η σύγχρονος επιστημονική έρευνα απέδειξεν ότι έννοιαι και όροι της αρχαίας φιλοσοφίας υπέστησαν τροποποιήσεις και αλλαγάς, προκειμένου να καταστούν συμβαταί προς το νέον νόημα, το περιεχόμενον και τον στόχον της χριστιανικής αποκαλύψεως. Ενωρίς αντιμετωπίσθη το ερώτημα εάν η απόπειρα να ορισθή το θεανδρικό πρόσωπον του Χριστού με την βοήθειαν της φιλοσοφίας θα κατέληγε τελικώς εις την παραφθοράν του, ως και την αμφισβήτησιν της ιστορικής του παρουσίας. Επίσης, δυσχέρειαι προβάλλονται εις την καθόλου μεταφυσικήν ερμηνείαν του. 

Παρά την εμφανή επίδρασιν της ελληνικής φιλοσοφίας επί της διαμορφώσεως του χριστιανικού δόγματος υπό των φιλοσοφησάντων Ιεραρχών, δεν συμφωνούμε με τας απόψεις του Γερμανού θεολόγου A. Harnack «περί πλήρους ελληνοποιήσεως της χριστιανικής διδασκαλίας». 

Η φιλοσοφία των ελληνιστικού κόσμου (3ος αιών π.Χ - 3ος αιών μ.Χ) εξελίσσεται συνεχώς και εμπνέει τους Πατέρας της Εκκλησίας. Κυνικοί, Στωικοί, Επικούρειοι και Νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι είναι οι αγαπημένοι συγγραφείς των διανοουμένων Χριστιανών. Ιδιαιτέρως ο Μ.Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ανεκάλυψαν αξίας εις τον φιλοσοφικόν άνθρωπον και ανεζήτησαν την φιλοσοφικήν ερμηνείαν εις το σύστημα των ηθικών και κοινωνικών αρετών της ορθής δογματικής διδασκαλίας και πάσα εξ αυτής εκτροπή είναι αυστηρώς κολάσιμος. Οι Τρεις Ιεράρχαι και οι λοιποί Μεγάλοι Πατέρες συνεδύαζον προσωπικήν ηθική μετά του λόγου του Ευαγγελίου και εις ουδεμίαν περίπτωσιν υπέταξαν την φιλοσοφούσαν διανόησιν εις καιροσκοπικάς πολιτικάς, σχέσιν εχούσας μετά των εκάστοτε ισχυρών. Οι Τρεις Ιεράρχαι ουδέποτε παρεξέκλινον εκ της αρχής ότι ο Δημιουργός Θεός «έπλασεν άρσεν και θήλυ και ουχί τρίτον τι ερμαφρόδιτον».

[Ο καθηγητής κ. Νιάρχος γράφει πάντα με πολυτονικό σύστημα]

 

Υπό του κ. Κωνσταντίνου Γ.-Α. Νιάρχου

Καθηγητού της Φιλοσοφίας

Φιλοσοφικής Σχολής του Παν. Αθηνών