Οι συζητήσεις πάνε και έρχονται για το πότε πρέπει να μαζευτούν οι ελιές, για τις αποδόσεις, για τις τιμές και πάει λέγοντας.
Αφορμή για το σημείωμα αυτό μια τυχαία συνάντηση με ένα νεαρό ζευγάρι σε γειτονικό κτήμα. Μεσημεριανή διακοπή και εκείνη την ώρα ήρθαν για να δουν το κτήμα τους. Πιάσαμε τη κουβέντα και κατά πώς μας είπαν, μένουν στην Αθήνα αλλά αποφάσισαν να μετακομίσουν στην Καλαμάτα και να ασχοληθούν με την πρωτογενή παραγωγή. Είχαν κάποια οικογενειακά κτήματα, αγόρασαν και ένα ακόμη με αρκετές ελιές και θέλουν να ασχοληθούν συστηματικά. Κάπως έτσι συνοπτικά ήταν η συζήτηση διανθισμένη με πληροφορίες που είχαν πάρει για το πότε πρέπει να μαζέψουν, γενικώς ήταν έκδηλο το ενδιαφέρον για αυτό που θέλουν να ξεκινήσουν. Αυτή η συνάντηση και η συζήτηση με πήγε λίγα χρόνια πίσω, όταν όλοι έβλεπαν επιστροφή στο χωριό λόγω της κρίσης και εξέφραζα τις αμφιβολίες για τις εξ Αθηνών απλουστεύσεις σχετικά με τέτοια ζητήματα. Που υποδήλωναν άγνοια της πραγματικότητας και των δυσκολιών τις οποίες εμφανίζει μια τέτοια απόφαση. Στο πέρασμα του χρόνου διαπιστώθηκε πως δεν υπήρξε “κύμα” επιστροφής στο χωριό αλλά μεμονωμένες περιπτώσεις. Ενώ κατά πώς φαίνεται σε τέτοιες αποφάσεις δεν κυριαρχεί η ανάγκη, αλλά η επιλογή κυρίως νέων ανθρώπων να ασχοληθούν με την πρωτογενή παραγωγή, και οι οποίοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να επιχειρήσουν κάτι τέτοιο. Η επιλογή έχει διαφορετικές αφετηρίες και η απόφαση για “αποκέντρωση” δεν μπορεί παρά να είναι κάτι που προκαλεί το ενδιαφέρον. Και σε αυτές τις περιπτώσεις η απόφαση για ενασχόληση με την αγροτική παραγωγή δεν σημαίνει και... επιστροφή στο χωριό. Αλλά εγκατάσταση στην πόλη από την οποία μπορούν να μετακινούνται στο χωριό για την καλλιεργητική φροντίδα. Η Καλαμάτα με εγγύτητα τόσο προς το χωριό όσο και προς το “κλεινόν άστυ”, αποτελεί έναν θελκτικό τόπο εγκατάστασης καθώς διαθέτει τη ζωντάνια που αναζητούν οι νέοι άνθρωποι.
Βεβαίως η απόφαση για επαγγελματική δραστηριοποίηση στον αγροτικό τομέα δεν είναι χωρίς προβλήματα, και αυτό είναι ένας παράγοντας που “φρενάρει” εκείνους που θα ήθελαν και θα είχαν την δυνατότητα να το επιχειρήσουν. Η καλλιέργεια απαιτεί τεχνογνωσία η οποία φυσικά δεν αποκτάται με... επιφοίτηση. Εφόσον δεν υπάρχει υπόβαθρο (σπουδές ή συναφής ασχολία) θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα εκπαίδευσης σε ζητήματα που αφορούν τη γεωργία. Και αναφερόμαστε βεβαίως στις περιπτώσεις που θέλουν να ασχοληθούν οι ίδιοι με τα χωράφια, γιατί υπάρχουν και περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν γεωργική γη και να αναθέσουν σε συνεργεία την καλλιέργειά της. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση όμως η γνώση είναι απαραίτητη, η γη δεν είναι... διαμέρισμα που το νοικιάζεις και παίρνεις το τίμημα. Θέλει φροντίδα και παρακολούθηση, ως εκ τούτου γνώση. Και η γνώση δεν μπορεί παρά να δίνεται οργανωμένα. Και αυτό ενδιαφέρει και τους ιδιοκτήτες αλλά και εκείνους που θέλουν να εργαστούν στη γεωργία σε εποχές που η ανεργία “θερίζει” ιδιαίτερα στους νέους. Θυμάμαι έναν φίλο μου μεγαλωμένο, που ασχολιόταν για δεκαετίες με την καλλιέργεια της πορτοκαλιάς. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 παραπονιόταν γιατί δεν υπήρχαν νέοι άνθρωποι που θα μπορούσαν να κλαδεύουν τα εσπεριδοειδή. Και αναρωτιόταν αν ήταν τόσο δύσκολο να ασχοληθούν κάποιοι και να βρουν νέα παιδιά που θα ήθελαν να μάθουν αυτή τη δουλειά και θα ήταν... περιζήτητα. Οι εποχές βεβαίως άλλαξαν και οι πορτοκαλιές απαξιώθηκαν, μένει όμως ο “πυρήνας” εκείνης της ανησυχίας: οι νέοι άνθρωποι που θα μπορούσαν να απασχοληθούν στη γεωργία με την κατάλληλη εκπαίδευση, και μάλιστα εκεί όπου η έλλειψη εργατικών χεριών είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, στην ελαιοκαλλιέργεια.
Ορισμένοι έχουν την εντύπωση ότι η Μεσσηνία ήταν πάντα μια ελαιοπαραγωγικής περιοχή. Ασφαλώς πρόκειται για λάθος. Μπορεί η ελαιοκαλλιέργεια στη Μεσσηνία να φθάνει πολύ βαθιά όπως αποκάλυψαν οι πινακίδες της γραμμικής Β που βρέθηκαν στο παλάτι του Νέστορα στον Εγκλιανό. Μπορεί να γινόταν εμπόριο την εποχή της Ενετοκρατίας. Μπορεί να έκαψε ελιές ο Ιμπραήμ. Στη Μεσσηνία όμως η προσπάθεια για συστηματική καλλιέργεια ξεκίνησε την περίοδο του μεσοπολέμου και πήρε καθολική έκταση μεταπολεμικά, παράλληλα με την εκρίζωση σταφιδοφυτειών και καλλιεργειών συκιάς. Στο μεσοπόλεμο μάλιστα ιδρύθηκαν τα ελαιοταμεία τα οποία σε συνεργασία με την (ιδιωτική) Γεωργική Σχολή που λειτουργούσε, οργάνωσαν σε διάφορες περιοχές τις μεταβατικές σχολές ελαιοκλαδευτών, μετακαλώντας μάλιστα και Ιταλούς τεχνικούς για να διδάξουν και να “δημιουργήσουν” τους ντόπιους ελαιοκλαδευτές. Μπορεί τα χρόνια να έχουν περάσει και να έχουν αλλάξει πολλά. Εκείνο όμως το οποίο δεν έχει αλλάξει είναι η ανάγκη της γεωργικής εκπαίδευσης. Η έλλειψη είναι κραυγαλέα και αποτυπώνεται στο ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Υπάρχουν τεχνικές - επαγγελματικές σχολές, δημόσια ΙΕΚ και άλλες σχολές που διαθέτουν ειδικότητες για μαγείρους, ψυκτικούς, ηλεκτρολόγους, ειδικούς υπoλογιστών, λογιστών και ό,τι άλλο μπορεί να φαντασθεί κάποιος. Δεν υπάρχουν όμως σχολεία και σχολές με γεωργικό προσανατολισμό, είναι σαν να λέει το κράτος “φύγετε από τα χωράφια”.
Μπορεί η τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση στην Ελλάδα να βρίσκεται στη χειρότερη κατάσταση και να θεωρείται “κατώτερη” ή και αποθήκη παιδιών σε ορισμένες περιπτώσεις. Και όμως η αναβάθμισή της είναι απολύτως αναγκαία και μάλιστα σε μια εποχή που τα τυπικά λύκεια τα τελειώνουν δεκάδες χιλιάδες μαθητές χωρίς καμία δεξιότητα. Και η αναβάθμιση δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει και ειδικότητες σχετικά με την καλλιέργεια της γης.
Αυτό γίνεται ακόμη πιο επιτακτικό καθώς σήμερα πλέον έχει ξεπεραστεί ο εμπειρισμός και δεν φθάνει η κατοχή της γης και εργαλείων για να ασχοληθεί κάποιος με την αγροτική παραγωγή, ακόμη και αν υπάρχει οικογενειακή παράδοση. Η καλλιέργεια σήμερα γίνεται όλο και περισσότερο σύνθετη, όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας καθημερινά, καθώς όλο και περισσότερο γίνεται φανερή η ανάγκη ορθολογικής παρέμβασης στο χωράφι και γνώσεων γύρω από θέματα που ξεκινούν από τα λιπάσματα και το νερό, και φθάνουν μέχρι τη χρήση... ντρόουν. Το γράφω αυτό γιατί μόλις την προηγούμενη εβδομάδα δημοσιεύτηκε η πληροφορία ότι στην Ισπανία οι νέοι ελαιοκαλλιεργητές όχι μόνον εκπαιδεύονται στη χρήση τους αλλά παίρνουν και... δίπλωμα πιλότου. Για να πετούν πάνω από τα κτήματα και να συγκεντρώνουν πληροφορίες για την κατάσταση των ελαιώνων με βάση τον προγραμματισμό που έχει γίνει σχετικά με τις υπό συλλογή πληροφορίες.
Ο κόσμος της γνώσης και της τεχνολογίας αλλάζει διαρκώς και δυστυχώς στην Ελλάδα η γεωργική εκπαίδευση και μετεκπαίδευση βρίσκεται σε σημαντική υστέρηση. Οι μεμονωμένες αξιοπρόσεκτες πρωτοβουλίες δεν αλλάζουν την πραγματικότητα γιατί η γεωργική εκπαίδευση απαιτεί καθολική αντιμετώπιση και ενσωμάτωση στο εκπαιδευτικό σύστημα. Μπορεί στα ΤΕΙ να φοιτούν αμέτρητα παιδιά, αλλά θα πρέπει να αναρωτηθούμε, για πόσα από αυτά οι συγκεκριμένες σπουδές είναι επιλογή για να ασχοληθούν τα ίδια με την πρωτογενή παραγωγή, και πόσα τα πήγε εκεί η βαθμολογία. Πολύ περισσότερο καθώς η προσδοκία πολλές φορές δεν έχει να κάνει με την καλλιέργεια αλλά με την πιθανή επαγγελματική αποκατάσταση στο χώρο της εμπορίας των εισροών στην αγροτική οικονομία.
Καυτά θέματα της πρωτογενούς παραγωγής που δεν τολμάει κανένας να ακουμπήσει. Και αλλαγές χωρίς να ταράξεις τα νερά και να εμπνεύσεις τα νέα παιδιά με την αγάπη στη γη, δεν γίνονται όσο καλή διάθεση και να έχουν ορισμένοι.