Και από την άλλη εμφανίζεται ένα φαινόμενο που μπορεί να βάλει πολλούς σε μπελάδες, καθώς με την υπερπροβολή νομίζουν ότι αιφνιδίως μπορούν να γίνουν επιχειρηματίες με 4-5 τόνους ελαιόλαδο και κάποιες γνωριμίες. Επισημάνσεις που παίρνουν πολλή συζήτηση, η οποία κάποια στιγμή θα πρέπει να ανοίξει ώστε να υπάρξουν και οι ανάλογες... προσγειώσεις.
Εδώ και χρόνια από τις στήλες της εφημερίδας αλλά και μέσα από παρεμβάσεις σε διάφορες εκδηλώσεις, επισημαίνω σταθερά την ανάγκη χάραξης εθνικής πολιτικής για το ελαιόλαδο. Και μάλιστα όχι μόνον ως “ανάγκη” αλλά και ως απάντηση στην αποσπασματικότητα και την ευκολία με την οποία κάποιοι συνάγουν συμπεράσματα και καλλιεργούν αυταπάτες. Εξ αρχής θα χρειαστεί να διευκρινίσω ότι η εθνική πολιτική δεν είναι ασύμβατη με τους ευρωπαϊκούς κανόνες και ως εκ τούτου μπορεί να είναι κατ' αρχήν εφαρμόσιμη. Και πολύ περισσότερο πως αυτή δεν έχει να κάνει με λογικές “επανεθνικοποίησης” της γεωργίας που μπορεί να έρχονται από διάφορες κατευθύνσεις. Αυτό δεν σημαίνει ασφαλώς ότι στα όποια μέτρα μπορεί να καταλήξει κάποιος μέσα από την συγκρότηση μιας τέτοιας πολιτικής, δεν μπορεί να προκαλέσουν τριβές ή και συγκρούσεις. Είναι κάτι το οποίο δεν μπορούμε να προκαθορίσουμε καθώς το ευρωπαϊκό περιβάλλον (και όχι μόνον), είναι άκρως ανταγωνιστικό όπως και τα συμφέροντα των παραγωγών διαφορετικών χωρών σε ορισμένες περιπτώσεις. Μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος ότι αφού έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί τόσα χρόνια δεν πάρθηκε μια σοβαρή πρωτοβουλία σε αυτή την κατεύθυνση. Δεν είμαι βέβαιος για την απάντηση. Θεωρώ όμως ότι σε αυτό έχουν σίγουρα συντελέσει δύο πράγματα. Το πρώτο έχει να κάνει με την προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται τα κρίσιμα ζητήματα από κυβερνήσεις και επαγγελματικές οργανώσεις. Και το δεύτερο με το γεγονός ότι ουδείς ενδιαφέρεται για μια τέτοια πολιτική η οποία ενδεχομένως από κάποιους κρίνεται και ως ενοχλητική.
Προς ενίσχυση των όσων προανέφερα, θα πρέπει να τονίσω ότι εθνική πολιτική στον τομέα χαράζουν όλο και περισσότερες χώρες και μάλιστα με την εισαγωγή στοιχείων και μεθόδων που δημιουργούν νέα δεδομένα στην αγορά. Οι έλεγχοι και τα πρότυπα που καθιερώνουν χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Αυστραλία για να προστατεύσουν τη δική τους παραγωγή, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πέραν τούτου, η ιστορία με την εισαγωγή ελαιολάδου από την Τυνησία στην Ευρωπαϊκή Ενωση αποδεικνύεται απλώς ως η κορυφή του παγόβουνου. Καθώς αποδεικνύει από τη μια πλευρά ότι τίποτε δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο σε ό,τι έχει να κάνει με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης και από την άλλη ότι η Τυνησία κινείται στη βάση ενός εθνικού σχεδίου μετατροπής της ελαιοκομίας σε μοχλό οικονομικής ανάπτυξης για τη χώρα. Περιττό βεβαίως να αναφέρω ότι η Ισπανία δεν έγινε υπερδύναμη στο ελαιόλαδο τυχαία, αλλά στη βάση ενός σχεδίου το οποίο είχε θεαματικά αποτελέσματα τόσο στον όγκο και την ποιότητα της παραγωγής, όσο και στη διείσδυση των εξαγωγών σε δύσκολες αγορές. Και αν πάμε λίγο μακρύτερα, θα διαπιστώσουμε ότι εκεί που δεν γνώριζαν το ελαιόλαδο, χώρες της Λατινικής Αμερικής όχι μόνον παράγουν πλέον αλλά και πλασάρονται σε υψηλές θέσεις διεθνών διαγωνισμών (με όλες τις επιφυλάξεις για το τι μπορεί να παίζεται σε κάποιους τουλάχιστον από αυτούς). Παντού και πάντα υπάρχει ένα σχέδιο το οποίο εφαρμόζεται με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία και όλα αθροιζόμενα αλλάζουν τα δεδομένα διεθνώς.
Πέραν τούτων όμως υπάρχει και μια εξέλιξη η οποία οφείλει να ξυπνήσει τους αρμοδίους κάθε επιπέδου και τους εμπλεκομένους στον τομέα. Οπως έγινε γνωστό, πριν λίγες ημέρες στην Ιταλία ανακοινώθηκε η συγκρότηση εθνικού σχεδίου για την αναδιάρθρωση του ελαιοκομικού τομέα. Σύμφωνα με ρεπορτάζ που είδαν το φως της δημοσιότητας (agrotypos.gr), συνολικά 32 εκατ. ευρώ μέσω περιφερειακών κεφαλαίων από τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης θα επενδυθούν έως το 2017 ώστε να οργανωθεί από την αρχή ο τομέας, δήλωσε ο Ιταλός υπουργός Γεωργίας, Μαουρίτσιο Μαρτίνα. Στο σχέδιο που θα τεθεί σε εφαρμογή από τα τέλη καλοκαιριού, στόχος είναι η αύξηση της εγχώριας παραγωγής έξτρα παρθένου ελαιολάδου και ελιών, η προώθηση ελαιοκομικών προϊόντων και η οργάνωση της εθνικής εφοδιαστικής αλυσίδας για τον κλάδο. “Ξεκινάμε να ορίζουμε την παραγωγική στρατηγική που έλειπε εδώ και χρόνια από την Ιταλία”, είπε ο Μαρτίνα και πρόσθεσε ότι: “Στόχος είναι η βελτίωση της ποιότητας και της ποσότητας. Αποφασίσαμε την αναδιοργάνωση του τομέα. Η δουλειά μας δεν θα σταματήσει εκεί. Κοιτάμε το μέλλον του τομέα και τις νέες ευκαιρίες σε διεθνές επίπεδο”. Σημειώνεται ακόμη ότι δεν ήταν τυχαία η ανακοίνωση του εθνικού σχεδίου στην ελαιοκομία, καθώς ο τομέας έχει να αντιμετωπίσει αρκετές δυσκολίες, “όπως είναι τα μέτρα υπέρ των αυξημένων εισαγωγών τυνησιακού ελαιολάδου στην ΕΕ και τα κρούσματα της επικίνδυνης επιδημίας Xylella fastidiosa”, τόνισε ο Λεονάρντο Ντι Τζιόια, από την Περιφέρεια της Απουλίας και συντονιστής της Επιτροπής Γεωργίας στη Διάσκεψη των Περιφερειών. «Αυτή η σημαντική κίνηση είναι χρήσιμη για μια σειρά από δράσεις που θα ενισχύσουν το ιταλικό ελαιόλαδο και θα εστιάσουν στο μέλλον της γεωργίας», προσθέτει ο ίδιος. “Τώρα έχουμε τη δυνατότητα να επανεκκινήσουμε τη βιομηχανία και να δώσουμε νέα ζωή στην οικονομία του τομέα” ανέφερε ο Ντέιβιντ Γκρανιέρι πρόεδρος της ιταλικής ελαιοκομικής κοινοπραξίας Unaprol.
Σύμφωνα με το olivenews.gr, στο σχέδιο προβλέπονται τα εξής μέτρα: Αύξηση της εθνικής παραγωγής ελιάς και έξτρα παρθένου ελαιολάδου, χωρίς εξάντληση των φυσικών, κυρίως των υδάτινων πόρων, μέσω του εξορθολογισμού της καλλιέργειας των παραδοσιακών ελαιώνων, της ανακαίνισης των εγκαταστάσεων και της εισαγωγής νέων συστημάτων καλλιέργειας, ικανών να συνδέσουν την περιβαλλοντική με την οικονομική βιωσιμότητα. Προώθηση της έρευνας για αύξηση της παραγωγής και βελτίωση της ποιότητας του ελαιολάδου. Ανάκτηση και προστασία των παραδοσιακών ποικιλιών επιτραπέζιας ελιάς με εκμεταλλεύσεις εξ ολοκλήρου μηχανοποιημένες. Προώθηση και υποστήριξη της οργάνωσης του τομέα μέσω συμφωνιών που θα ρυθμίζουν τις σχέσεις μεταξύ παραγωγών και ελαιοτριβέων.
Το γεγονός ότι οι Ιταλοί σπεύδουν να πάρουν μέτρα σε όλα τα επίπεδα για την προστασία της παραγωγής τους δείχνει ότι τίποτε δεν μπορεί να κινείται τυχαία σε έναν κλάδο που ο ανταγωνισμός και τα προβλήματα εντείνονται διαρκώς μαζί με τις δυνατότητες ανάπτυξης. Δικαιώνουν εκείνους που πιστεύουν ότι το κράτος οφείλει να παίξει το ρυθμιστικό του ρόλο και να βάλει στο παιχνίδι τόσο τις αγροτικές και επαγγελματικές οργανώσεις αλλά και την αυτοδιοίκηση. Φυσικά τα ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε εμείς είναι (και) διαφορετικά σε σχέση με αυτά που περιλαμβάνει το πακέτο του εθνικού σχεδίου των Ιταλών. Αν ξεκινήσει μια σοβαρή προσπάθεια σε υψηλό επίπεδο, μπορούν να προσδιοριστούν τα κεντρικά ζητήματα, να εξεταστούν τα σενάρια ενεργειών και να χρηματοδοτηθεί ένα φιλόδοξο σχέδιο προστασίας της παραγωγής και ανάδειξης του ελαιοκομικού τομέα ως σημαντικού παράγοντα της οικονομίας μας. Δεν ζητάμε από κανέναν να αλλάξει πολιτική. Να... αποκτήσει πολιτική η χώρα σε έναν κρίσιμο τομέα ζητάμε.