Μια ερώτηση του Θανάση Λαγού ήταν αρκετή για να αποκαλυφθεί η πολιτική υποκρισία και να αναδειχθεί η καθεστωτική αντίληψη στα όρια του ολοκληρωτισμού. Από τη μια μεριά αναδείχθηκε η υποκρισία -ανεβαίνουμε στα κεραμίδια για τον Κωνσταντινέα αλλά βρίσκουμε δικαιολογίες για ανάλογες επιθέσεις στο παρελθόν- και από την άλλη ο καθεστωτισμός, επίθεση στο δημοσιογράφο όταν δεν αρέσει η ερώτηση. Οποιος έχει δυο δράμια μυαλό καταλαβαίνει. Το φιάσκο αποτυπώθηκε στα πρόσωπα όσων συμμετείχαν και στα ξεφυσήματα στο τέλος της συνέντευξης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί ενόψει εκλογών να φτιάξει ένα δράκο, την κακιά Ακροδεξιά - Δεξιά η οποία θα ανοίξει τα σύγχρονα… ξερονήσια και γι’ αυτό θα πρέπει να συσπειρωθούν οι προοδευτικοί πολίτες για να αποτρέψουν την παλινόρθωση της επάρατης... Δεν είναι αυτά κάτι καινούργιο, τα ίδια έλεγε και ο Κουτσόγιωργας με την “Αυριανή” το 1989. Η επανάληψη του ίδιου έργου με διαφορετικούς πρωταγωνιστές μετατρέπεται σε φαρσοκωμωδία τόσο γιατί οι εποχές έχουν αλλάξει όσο και γιατί επιχειρείται με κραυγαλέο και άγαρμπο τρόπο.
Την υπόθεση Κωνσταντινέα, για παράδειγμα, σε ένα κοινό εκτός Μεσσηνίας μπορεί να την πουλήσεις εύκολα, αλλά εδώ δεν το κάνεις με τόσο κραυγαλέο τρόπο. Δεν είναι μόνο ότι υπάρχει και άλλη εκδοχή του επεισοδίου που διακινείται ευρέως, αλλά κυρίως γιατί όλοι γνωρίζουν όλους και έχουν εικόνα. Επιπρόσθετα όταν έχουν προηγηθεί γεγονότα, όπως αυτό με τον Βουδούρη, δεν μπορεί να ανακαλύπτεις το «μαύρο μέτωπο» τώρα και να ισχυρίζεσαι ότι τότε ήταν… άσπρο! Το να γεμίζεις τέλος την αίθουσα με οπαδούς έτοιμους για καβγά με τους δημοσιογράφους δείχνει ότι με τέτοια μυαλά μόνο προοδευτικό μέτωπο δεν μπορείς να συγκροτήσεις. Και κάτι τελευταίο, ως υπόθεση εργασίας: Αν ένας εκ των δημοσιογράφων γύριζε και άρχιζε να διαπληκτίζεται με έναν εκ των οπαδών εις την… γαλλικήν, τι θα επακολουθούσε; Φασιστική επίθεση και ξυλοδαρμός;